Γεννήθηκε στο Λαύριο το έτος 1901. Για οικονομικούς κυρίως λόγους ή οικογένεια της κατά τη δεκαετία 1910-1920 μετακόμισε εις την Αθήνα. Από νεαρότατη ηλικία αφοσιώθηκε στον Νυμφίο της ψυχής της Χριστόν, μαθητεύουσα παρά τούς πόδας του ονομαστού Πνευματικού και κυκλάρχου των Αθηνών, του φιλομονάχου πρωτοπρεσβυτέρου Αγγέλου Νησιώτη. Παρακολουθούσε επιμελώς τα μαθήματα εις τα κατηχητικά σχολεία του Οσίου Πατρός Αγγέλου και διεκρίθη ενωρίς διά τα πάμπολλα πνευματικά της χαρίσματα έτσι ώστε να τής ανατεθεί ή διεύθυνσις των Κατηχητικών Σχολείων των περιοχών «Περιστέρι» και «Πετράλωνα».
Ενσυνείδητα εξετέλεσε τα καθήκοντα της ως Κατηχήτριας διδάξασα επί εικοσαετία τον Ευαγγελικό Λόγο σε εκατοντάδες νέες των Αθηνών.
Ό πόθος για ολοκληρωτική αφιέρωση στο Δεσπότη Χριστό διά τού Αγίου Σχήματος δεν την άφηνε να ησυχάσει.
Έτσι στην ηλικία των 35 ετών με την ευλογία τού Πνευματικού της Πατρός Αγγέλου εγκαταλείπει οριστικώς την Αθήνα και τα κατηχητικά και προσέρχεται να ύποταχθή ως δόκιμος μοναχή στην Ιερά Μονή Γενεσίου τής Θεοτόκου Ζούρβας, στο φημισμένο αυτό άσκητομονάστηρο τής νήσου Ύδρας.
Εκεί λαμβάνει την μοναχική κουρά υπό τον όνομα Άννα προς τιμήν τής Αγίας και Δικαίας Θεοπρομήτορος Άννης, προστάτιδος τής Μονής από κοινού μετά τής Παναγίας, διά χειρός του Οσίου Γέροντος τής Μονής Αρχιμανδρίτη Δανιήλ Σιάκου και δι’ ευχών τής Οσίας Ηγουμένης Καλλίνικης Παπαγεωργίου.
Δεκαπέντε χρόνια γεμάτα με ασκητικούς αγώνες και προσευχή περνούν και τον έτος 1949 μεστή από πνευματικά χαρίσματα την προσκαλεί στην Κόρινθο ό επιχώριος Μητροπολίτης Προκόπιος Τζαβάρας για να αναλάβει τη στελέχωση τής εγκαταλελειμμένης Ιεράς Μονής Παναγίας Φανερωμένης Χιλιομοδίου Κορινθίας την οποία είχε ό ίδιος ήδη μετατρέψει από Ανδρική σε Γυναικεία.
Πολλές φορές χρειάστηκε να την παρακαλέσει ό Μητροπολίτης για να εγκαταλείψει την αγαπημένη Μονή τής μετανοίας της. Μπροστά στην επιμονή του Δεσπότη υπεχώρησε πρώτος ό Γέροντας της Μονής Δανιήλ ο οποίος την έπεισε να κάμει υπακοή στο Δεσπότη, δίδοντάς της ακόμη δύο μοναχές ως πρώτη συνοδεία της. Ή μία εξ αυτών ήταν ή μοναχή Νεκταρία Δαλαούνη, Αίγινήτισσα και πνευματικό τέκνο τού Αγίου Νεκταρίου.
Αμέσως μετά την άφιξή της στην Μονή του Χιλιομοδίου ό Δεσπότης τής έδωσε τον διορισμό τής Ηγουμένης και την ένεθρόνισε σε ειδική τελετή με κάθε εκκλησιαστική μεγαλοπρέπεια.
Με την ηθική συμπαράσταση του Μητροπολίτου και σε μία περίοδο πού ή Ελλάδα προσπαθούσε να επούλωση τα τραύματά της από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Συμμοριτοπόλεμο οι τρεις μοναχές εργάστηκαν ακαταπόνητα για την ανακαίνιση τής Μονής.
Ή περίοδος εκείνη ήταν και αυτή ή οποία την ανέδειξε ως Πνευματική Μητέρα και Ηγουμένη. Ή πραότητα της, ή ανεξικακία, ή καλοσύνη, ή ηρεμία της ψυχής της και ή μητρική της στοργή ήταν τα χαρίσματα της εκείνα πού γέμισαν τον μοναστήρι με αδελφές και κυρίως με κοπέλες από τα κατηχητικά του Οσίου Πατρός Αγγέλου Νησιώτη. Πολύ εργάστηκε με τον κομποσκοίνι της και τον φωτισμένο λόγο της για την ειρήνευση των κατοίκων των πέριξ τής Μονής περιοχών κατά τα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια όπου κυριαρχούσαν τα πάθη, τα μίση και οι αντεκδικήσεις. Ή μορφή της, ό λόγος της, τον παράδειγμά της ήταν ειρηνοφόρα, πράυναν τα ήθη των ανθρώπων και οδηγούσαν πολλούς στην μετάνοια και την διόρθωση με ελπίδα στο πρόσωπο τού Χριστού.
Ό Χριστός μας την ευλόγησε ώστε να δη την Μονή να προοδεύει πνευματικά και να λάβει μεγάλη φήμη ανά την Ελλάδα λόγω των θαυμάτων πού επιτελούσε διά τής αγίας της και ταπεινής προσευχής ή χαριτόβρυτος εικόνα τής Παναγίας τής Φανερωμένης. Και μέχρι τα βαθιά της γεράματα υπήρξε προσηνής, γλυκύτατη, πραεία και διδακτική για οποίον την πλησίαζε για να τής καταθέση τον πρόβλημά του και να πάρη την αγίας της συμβουλή.
Παρέδωσε τον πνεύμα της εις χείρας Θεού την 2α Δεκεμβρίου 1988 καταλείπουσα σημάδια άγιότητος εις τον φωτεινό πρόσωπον της ως και φήμη οσίας Γυναικός.
Για την πνευματική Μητέρα Άννα Λέπουρα μας μίλησαν πολλές μοναχές από Μονές τής Ύδρας, τής Πελοποννήσου και των Αθηνών. Επίσης ό Μακαριστός Μητροπολίτης πρώην Κεφαλληνίας κυράς Προκόπιος Μενούτης ό όποιος την ευλαβείτο ιδιαιτέρως από λαϊκή καθότι υπήρξε γνωστός της από τα κατηχητικά σχολεία τού πατρός Αγγέλου. Την μνημόνευε πάντοτε στην Αγίας Πρόθεση και την ανέφερε ως υπόδειγμα στις συνάξεις των μοναζουσών πού έκανε στην επαρχία του και αλλού. Αναφορά στην μακαριστή έκανε και ή κυρία Σωτηρία Νούση ή όποια μας είπε μεταξύ των άλλων και ότι υπήρξε συγγενής των διακεκριμένων αγιογράφων Βασιλείου (και ύστερον Ραφαήλ μοναχού) και Νικαγγέλου Λέπουρα.