«Οι Τρεις Ιεράρχες ως Νηπτικοί Πατέρες και προστάτες της Παιδείας» Αρχιμ. Εφραίμ, Καθηγούμενου Ι.Μ. Μονής Βατοπαιδίου

 


Ο αγιορειτικός και εν γένει ο ορθόδοξος μοναχισμός δεν είναι απόκοσμος, δεν προ­βάλλει την ακοινωνησία. Ο αληθινός μοναχός μπορούμε να πούμε ότι είναι πιο κοινωνικός από αυτούς που ζουν μέσα στην κοινωνία, γιατί κοινωνεί άμεσα με το πιο κοινωνικό Ον, τον δημιουργό της κοινωνίας, τον Θεό. Ο μοναχός αποτάσσεται τον κόσμο όχι γιατί μισεί τον κόσμο, απλά φεύγει από τα αίτια και εγκαθίσταται κάτω από την σκέπη ενός μοναστη­ριού, όπου εκεί θα βρει τις ιδανικές συνθήκες για την επίτευξη του προσωπικού του αγιασμού. Εκεί στο μοναστήρι μακράν από την τύρβη του κόσμου, από το κοσμικό φρόνημα, ο μοναχός αφιερώνεται στον Θεό, συναντάται με τον Θεό, γνωρίζει τον Θεό, αγαπά ολοκληρωτικά τον Θεό «εξ όλης της καρδίας του, εξ όλης της ψυχής του, εξ όλης της διανοίας του και εξ όλης της ισχύος του» [1]. Κατά ένα φυσικό τρόπο από αυτήν την αγάπη προς τον Θεό εκπηγάζει και η αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Διότι η διπλή ενέργεια της αγάπης, προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο, έχει την ίδια πηγή, τον Χριστό, την σαρκωμένη και εσταυρωμένη Αγάπη. «Ο Θεός αγάπη εστίν»[2]. Ο μοναχός διά της εν Χριστώ αγάπης και της προσευχής συμμετέχει, βιώνει τις θλίψεις του κόσμου και ικετεύει τον Θεό να εκχύσει το έλεός Του σε όλους τους ανθρώπους της γης.
Ως Αγιορείτες ανησυχούμε και λυπούμεθα για την πορεία του συγχρόνου ανθρώπου. Εκεί στο Άγιον Όρος έρχονται πολλοί άνθρωποι, που ταλαιπωρούνται από δυσεπίλυτα προβλήματα τα οποία και τους οδηγούν σε αδιέξοδο. Και για όλα αυτά φταίει ο λανθασμέ­νος τρόπος ζωής, η ζωή έκτος Εκκλησίας.
Με Ιδιαίτερο ενδιαφέρον και πόνο παρακολουθούμε την σημερινή νεολαία. Βλέπουμε τους φοιτητές στην πλειοψηφία τους να είναι επηρεασμένοι από το κοσμικό πνεύμα, τε­λείως εκτροχιασμένοι και τραυματισμένοι σχεδόν ανεπανόρθωτα. Γιατί; Γιατί ακριβώς δεν ξέρουν να ζουν σωστά και ίσως δεν είχαν μπροστά τους και σωστά παραδείγματα. Σωστά γνωρίζει να ζει εκείνος που πορεύεται τον δρόμο τον οποίο χαράσσει η μόνη αλήθεια, ο Χριστός, και κατά συνέπεια η Εκκλησία που αποτελεί το Σώμα Του.
Ο σύγχρονος άνθρωπος με την αφθονία των υλικών αγαθών, τα τεχνολογικά του επιτεύγματα, την κοινωνική ευημερία, που χαρακτηρίζει την εποχή μας θα μπορούσε να ζει ά­νετα και ευτυχισμένα. Δεν είναι όμως έτσι η κατάσταση. Η εποχή μας είναι δύσκολη. Διότι κυριαρχεί ο ευδαιμονισμός, ο ηδονισμός, ο πνευματικός αποπροσανατολισμός, ο καθαρά υλιστικός τρόπος ζωής, οι προκλήσεις, οι παγίδες, οι αντιθέσεις, το ιδεολογικό χάος, η πλη­θώρα και σύγχυση των θεωριών, η κρίση των αξιών και θεσμών, η παγκοσμιοποίηση στον τρόπο ζωής και σκέψεως. Και αν όλα αυτά καθιστούν δύσκολη την ζωή ενός μεγαλυτέρου, πόσο άραγε δυσκολότερη δεν γίνεται για έναν νέο, έναν έφηβο, που επιπλέον έχει να αντιμετωπίσει και τα πρωτόγνωρα ξεσπάσματα του εαυτού του; Όταν βρίσκεται σε μία ηλικία που θα πρέπει να αυτοπροσδιορισθεί, να βρει την ταυτότητά του;
Θα προσπαθήσουμε σε αυτήν την ομιλία μας να δούμε ποιά ήταν εκείνα τα εφόδια που είχαν οι Τρεις Ιεράρχες ώστε να αναδειχθούν Οικουμενικοί Διδάσκαλοι και προστάτες της Παιδείας, αλλά και να δούμε ποιά είναι αυτή η παιδεία που εισηγούνται οι Τρεις Ιεράρ­χες.
Οι Τρεις Ιεράρχες, και ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ήταν πρωτίστως μοναχοί. Και όχι μοναχοί στον τύπο, αλλά ασκητές μοναχοί, Νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας. Επόθησαν τον βίο της ασκήσεως, αγάπησαν και βίωσαν τον μοναχισμό. Έζησαν σύμφωνα με την ορθόδοξη μοναστική παράδοση. Καθαρίστηκαν από τα πάθη, φωτίστηκαν από τον Θεό, γι’ αυτό μετά, όταν η θεία Πρόνοια τους οδήγησε να ασκήσουν ποιμαντικό έργο μέσα στον κόσμο, μπόρεσαν να καθαρίσουν και να φωτίσουν και άλλους. Έζησαν, έδρασαν μέσα στον κόσμο, ασκώντας τεράστιο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο δίχως ποτέ να λησμονούν την μοναχική τους ιδιότητα.

Share Button