Πέντε μῆνες στήν κάβα μέ τόν Πέτρο Τσούτσεα. Οἱ καταγγελίες

 

 Πέντε μῆνες στήν κάβα μέ τόν Πέτρο Τσούτσεα
Περιστατικά ἀπό τήν ζωή φυλακισμένων Ρουμάνων Μαρτύρων καί ὁμολογητῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος

Ἰωάννης Ἰανωλίδε

Μ᾿ ἐπῆγαν στό κρατητήριο. Ἐκεῖ ἦταν καί ἄλλοι τρεῖς κρατούμενοι, ὅλοι φιλόσοφοι. Ὁ ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς ἦταν ὁ Πέτρος Τσούτσεα, πού τόν ἤξερα, διότι εἶχε ἀναδειχτεῖ ἐξαιρετική προσωπικότητα, σάν διανοούμενος καί οἰκονομολόγος, ἀλλά καί σάν ἄνθρωπος.
Ἦταν μέσα στήν φυλακή περίπου 7 χρόνια.  Ὕστερα ἀποφυλακίστηκε καί τώρα ξανά συνελήφθηκε. Μοῦ εἶπε:
-Ξέρεις, ἐδῶ βρίθουν οἱ προδότες, ἀλλά ἐσύ μυρίζεις γιά καλός ἄνθρωπος.
Μήν ἀπορεῖς ὅμως, ἀπό ὅσα ἐδῶ γίνονται. Μᾶς σκηνοθετοῦν κάποια δικαστήρια διότι πρέπει νά δικαιολογηθεῖ ὄχι μόνο ἡ σύλληψή μας, ἀλλά καί ὁ  κίνδυνος πού βρίσκεται ἡ Λαοκρατία, ἐξ αἰτίας τοῦ ὁποίου, λένε, οἱ ἴδιοι ἀναγκάστηκαν νά πάρουν αὐστηρά μέτρα.
Ὁ Πέτρος Τσούτσεα ἦταν ἕνας θαυμάσιος ἄνθρωπος κι ἐγώ ξαφνιαζόμουν πώς σ᾿ ἕνα ἰδιοφυῆ νοῦ κατοικοῦσε καί μιά καθαρή ψυχή, μιά φλογερή καρδιά.
Ἔμεινα μαζί του περίπου πέντε μῆνες στήν κάβα τῆς Ἀσφάλειας τοῦ Κράτους. Ἐγώ τότε τόν ἀνεκάλυψα. Ἦταν πάντα σέ διανοητικό οἶστρο κι ἐγώ ἤμουν περίεργος νά τόν ἀκούω. Ἐπεσκίαζε ἀπολύτως κάθε συνομιλητή του. Ἡ ἐγκυκλοπαιδική  του παιδεία διατηροῦσε τήν συζήτηση πάντοτε ζωηρή. Εἶχε συναντήσει στίς φυλακές τούς μεγαλύτερους ρουμάνους λογίους καί σέ συζητήσεις τοῦ πιό ὑψηλοῦ ἐπιπέδου τους εἶχε ἐντυπωσιάσει ὅλους αὐτούς.
Ἡ διαμονή μου μέ τόν Πέτρο Τσούτσεα γιά μερικούς μῆνες στήν κάβα (μπουντρούμι) , σέ συζητήσεις 12-16 ὡρῶν τήν ἡμέρα, ἦταν μιά μεγάλη ἀπόλαυση καί ἕνα πανεπιστήμιο τοῦ πιό ὑψηλοῦ βαθμοῦ.

Οἱ καταγγελίες

Ἀνακρίθηκα πολλές φορές. Ξυλοκοπήθηκα, χλευάσθηκα, ἐξευτελίσθηκα. Ὅσα περισσότερα ἔμαθα τό τί νομικό τερατούργημα θέλουν νά σκηνοθετήσουν τόσο πιό ἐμπαθῶς ἔφριττα καί ἡ σκέψη μου αἰχμαλωτιζόταν ἀπ᾿ αὐτό. Ὅλα αὐτά ἦταν ἕνα μεγάλο ψέμμα, ἀπατηλή, νομική πλαστογραφία.
Οἱ καταγγελίες ἦταν δύο: ὅτι ἔχω διοργανώσει μιά σπείρα λεγεωναρίων στό Τίργου Ὄκνα, μέ μυστικά ἀντιεπαναστατικά σχέδια καί ὅτι ἔχω διατάξει σ΄ αὐτούς πού ἀποφυλακίζονται νά διατηροῦν τήν ὀργάνωση, νά προσελκύουν καί ἄλλους καί νά πραγματοποιοῦν τήν ἀντεπανάσταση.
Πῶς ἔφτασαν αὐτοί νά μέ θεωρήσουν σάν λήσταρχο λεγεωναρίων; Εἶχαν ἀνακρίνει καί βασανίσει τούς ἄλλους κρατουμένους νά ποῦν ποιός ἀπ᾿ αὐτούς συμμετεῖχε στήν ὀργάνωση καί ποιός ἦταν ὁ ἡγέτης στό Τίργου Ὄκνα.
– Δέν ὑπάρχει κανένας ἡγέτης, ἀπάντησαν αὐτοί.
– Ἀφοῦ δέν ὑπάρχει  κανένας ἡγέτης, τότε ποιός ἔχει μεγαλύτερη πυγμή ἐπάνω σας;
Οἱ ἄνθρωποι, ὄντες σίγουροι ὅτι δέν κάνουν κανέναν κακό, εἶπαν:
-Ἦταν ἐκεῖ ἕνας κρατούμενος μεγάλης πυγμῆς: ὁ Βαλέριος Γκαφένκου.
– Ἄφησέ τον, αὐτός πέθανε. Ἄλλος!
-Ἐπίσης ἦταν καί ὁ  Ἰωάννης Ἰανωλίδε, εἶπαν αὐτοί.
– Κι αὐτά τά ποιήματα ποιός τά ἔγραψε;
-Μερικά ἀνήκουν στόν Βαλέριο Γκαφένκου, ἄλλα εἶναι τοῦ Ράδου Γίρ καί μερικά τοῦ Κ. Δ.
Ὁ Βαλέριος ἀπέθανε ὁ  Ράδου Γίρ ἦταν μπλεγμένος σέ μιά ἄλλη σκηνοθεσία, ἐξίσου «ἀληθινή», ὅπως καί ὅλες οἱ δικαστικές ὑποθέσεις ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Ὁπότε ἔφεραν τόν Κ. Δ. Πρῶτα τόν κατηγόρησάν ὅτι ἔκανε ἐχθρικά ποιήματα σάν ἐκεῖνο πού ἔλεγε ὅτι τό πνεῦμα τοῦ Λένιν ὑπερίπτατο ἐπάνω ἀπό τήν φυλακισμένη Χώρα, χαρούμενο ἐξ αἰτίας τοῦ πλήθους θυμάτων, προκλήσεως θλίψεως καί ἐκχύσεως αἱμάτων πού εἶχε βυθιστῆ ἡ Χώρα. Μετά τόν ρώτησαν:
– Γνωρίζεις τά ποιήματα τοῦ Βαλερίου;
– Μερικά.
-Ἀλλά τόν Ἰωάννη Ἰανωλίδε τόν ξέρεις;
– Ναί.
– Πές μας ὅ,τι ξέρεις περί αὐτοῦ!
– Ξέρει αὐτός γιά τόν ἴδιο. Μιλάω μόνο γιά μένα.

  Ὀκτωβρίου 2013
Share Button