ΔΙΔΑΧΕΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ

ΔΙΔΑΧΕΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ

Διδαχές προς  κληρικούς Εις Διάκονο:  Πρόσεχε! Είσαι καλός τώρα, αλλά και Άγγελοι πέφτουν. Να κλείνεσαι στο δωμάτιο  σου, να μελετάς, να προσεύχεσαι. Αν δεν είναι ανάγκη, να μη βγαίνεις έξω. «Κάθου  εις το κελλίον σου, λέγει ό Ισαάκ Σύρος και αυτό θα σε διδάξει τα πάντα». Ή Όσια  Μαρία ή Αιγύπτια, τεσσαράκοντα έτη, έζησε εις την έρημοΝ και πρόσωπον άνθρωπου  δεν είδε. Ξέρεις τι έπαθε; – τι Γέροντα; – Αγίασε! Είσαι Ιερεύς; Να προσέχης, δεν ανήκεις εις τον εαυτόν  σου. Είσαι σαν μια βελόνα στα χέρια του Θεού. Νάσαι καλός, να μη είσαι σα τη  σκουριασμένη βελόνα πού δεν μπορεί να κάνη τη δουλειά της. Δια τον εαυτόν σου,  δηλ. αδυναμίες, πάθη κλπ. να μην υπάρχεις. Το ράσο, ή συνθήκη σου είναι με τον  Θεόν, να σε συγκλονίζει και να λες, τι θέλει τούτο, ΤΙ μου λέγει τούτο; Ναι ν’  αγαπώ τον Θεόν και να εργάζομαι εις ότι με  έταξε. Εις  κληρικό: Όσο μπορείς απέφευγε τα έξω. Κλείσου στο δωμάτιο σου. Σφίξε τον νουν  σου ν’ ανοίξει να δεις πνευματικόν φως. Να λέγεις πότε να φθάσεις στο δωμάτιό  σου και να κλειστείς. Μελέτησε, προσευχήσου. Αν δεν θα είσαι ενισχυμένος, πώς θα  ενισχύσεις άλλους; Και ό κόσμος τρέχει, ζητά την δίψα της ψυχής να ικανοποίηση  από την Εκκλησία, από τα όργανά της, από το ράσο. Τι θα δώσεις αν δεν έχεις και  πως θα έχεις αν δεν ζητήσεις από τον Θεόν; Να κοπιάζης στην προσευχή και μελέτη  και θα ενισχύεσαι. Ό κληρικός πρέπει σαν τα πολυόμματα να είναι, δηλ από  παντού μάτια νά έχει, να είναι ακέραιος, δυνατός στον νουν, σοφός,  άγιος. Ένας  ευλογημένος (Ιερέας) άρχιζε το βράδυ προσευχή και μέχρι το πρωί δεν χόρταινε.  Στην εκκλησία, στα «Τα Σα εκ των Σων» έκλαιγε τόσο πολύ, πού δεν συνέχιζε για  ώρα και όταν τον ρωτούσαμε, μας έλεγε: Πώς να συνεχίσω πού βλέπω τόσους αγγέλους  γύρω από το θυσιαστήριο και μέσα στο Ποτήρια τον Κύριο μας να  λάμπει. Ό  Γέροντάς μου, ό Μισαήλ, πριν να ανατείλει ο ήλιος, ανέβαινε στο βουνό. Με την  εμφάνιση του ηλίου σήκωνε τα χέρια του και έτσι έμενε μέχρι πού βασίλευε. Ούτε  έκάθητο, Ούτε το ένα, Ούτε το άλλο. Και το βράδυ τα ρούχα του Έσταζαν από τα  πολλά δάκρυα. Είχε ζήλο και επιμέλεια. Ποτέ μη κοινωνήσεις άνθρωπον, αν δεν ακούσης το όνομά  του. Επίσης να προσέχεις να παίρνεις ολίγον Μαργαρίτη, όχι μεγάλον  τεμάχιο. Τον  Ιεροκήρυκα να τον ακούτε, αλλά μη ζυγώνετε πολύ. Όλοι άνθρωποι είμεθα. Πιθανόν  να διαπιστώσετε αδυναμίες και να πείτε άλλα λέει και άλλα  πράττει. Ή  ελεεινή ασθένεια των ιερέων είναι ή φιλαργυρία.  Αλλοίμονον!  Όταν ό ιερεύς  είναι φιλάργυρος, τότε θα πέσει και σε πολλά  άλλα. Να  προσέχεις. Ό  διάβολος παντοίους τρόπους μεταχειρίζεται για να βλάψει τον κληρικό, διότι από  ένα άγιον κληρικό, χιλιάδες ημπορούν να ωφεληθούν και να σωθούν, όπως και από  έναν πού δεν αγωνίζεται, χιλιάδες να ζημιωθούν και  αφανισθούν.
Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος  Δια να μην  αμαρτάνωμεν Από το βιβλίο « Ο  ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ( Ο ουρανοδρόμος  οδοιπόρος ,1884-1980 ) Ένας σύγχρονος όσιος  πατήρ της Ορθοδόξου Χριστού Εκκλησίας » Τόμος Α΄  Εκδόσεις : « Ορθόδοξη  Κυψέλη » Στυλιανός Ν.  Κεμεντζετζίδης
« … Δια να μην αμαρτάνης  του λοιπού σου δίδω τας εξής πατρικάς συμβουλάς.
1 ) Να προσεύχεσαι  αδιαλείπτως νοερώς, μετά προσοχής, επιμελείας και συναισθήσεως να λέγης  διαφόρους προσευχάς, όσας γνωρίζης και ιδίως την σύντομον προσευχήν . Κύριε  Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, και το Δόξα σοι ο Θεός, Υπεραγία Θεοτόκε  σώσον ημάς κ.λ.π. Να προσεύχεσαι και όταν περιπατής καθ’ οδόν, και όταν  εργάζεσαι, και όταν πίπτης εις την κλίνην να αναπαυθής, και όταν εγείρεσαι και  εν παντί καιρώ και πάση ώρα. Όταν, λοιπόν, προσεύχεσαι μετ’ ευλαβείας,  επιμελείας, προσοχής και κατανύξεως ο εχθρός δεν πλησιάζει , αλλά και αν  πλησιάση και όσας φοράς πλησιάση φεύγει, αναχωρεί άπρακτος…  2 ) Να ενθυμήσθε πάντοτε  τον Θεόν. Επειδή το αμαρτάνειν γίνεται , λέει ο Μ. Βασίλειος ,κατ’ απουσίαν  Θεού. Όταν λησμονήσωμεν τον Θεόν , λησμονήσωμεν ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών,  και μας βλέπει και τίποτε δεν τον λανθάνει ή καλόν ή κακόν. Τότε δεν θα  αμαρτάνωμεν. Πώς ποιήσω το πονηρόν ενώπιον του Κυρίου μου και αμαρτήσομαι, είπεν  ο νέος Ιωσήφ ο σώφρων, ο ανδρείος κατά την ψυχήν, ο ωραίος και πάγκαλος, εις την  ασελγεστάτην κυρίαν του, η οποία τον παρεκίνει προς αμαρτίαν . Και ούτω έφυγε  την αμαρτίαν , ο δε προφητάναξ Δαβίδ, ηλικιωμένος , υπανδρευμένος, με παιδιά ,  ελησμόνησε τον Θεόν , αμάρτησε , και αφού μετενόησε πικρά , επενθούσε, ενήστευε,  ηγρύπνει και εστέναζε δια την αμαρτίαν. Δια να μην αμαρτήση εις το εξής  εσκέπτετο πάντοτε ότι ο Θεός ήτο έμπροσθέν του. « Προωρώμην τον Κύριόν μου, ότι  δια παντός ενώπιόν μου εστι, ίνα μη σαλευθώ » , έλεγε.  3 ) Να ενθυμήσαι τον  θάνατον. Μνήσθητι, τέκνον μου, των εσχάτων σου και ουχ αμαρτήσεις , μας  συμβουλεύει ο Σοφός Σειράχ. Εκείνος που ενθυμείται διαρκώς τον θάνατον, λέγει ο  Μ. Βασίλειος, ή τελείως ή ολίγον θέλει αμαρτήσει… 4 ) Να αγαπήσης τον Θεόν με  όλην σου την ψυχήν, την καρδίαν, την δύναμιν και την διάνοιαν, και τον πλησίον  σου ως σεαυτόν. Αγάπην όμως όχι ψευδή, με λόγια, αλλά πραγματικήν, και όταν  αγαπά τις τον Θεόν ολοψύχως μένει μαζί με τον Θεόν μένει μαζί με αυτόν. Πού  πλέον να πλησιάση ο πονηρός, η αμαρτία; … Αυτάς τας τέσσερας πατρικάς  συμβουλάς , αγαπητόν μου τέκνον, σου δίδω και ως παρακαταθήκην σου αφήνω, και αν  αυτάς φυλάξης μετά προσοχής και επιμελείας θα σωθής και θα κερδίσης την  βασιλείαν των ουρανών , της οποίας είθε να αξιωθώμεν πάντες.  Μετά πατρικής αγάπης και  εγκαρδίων ευχών Φιλόθεος Ζερβάκος Αρχιμ.  »
Γέροντας Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος  «Μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον»
Ο π. Επιφάνιος ήταν μια προφητική και πατερική παρουσία  στην εποχή μας που είχε σαν αποστολή να διακρατήσει ζώσα τη συνείδηση του  πληρώματος της Εκκλησίας ότι πρέπει να αποβλέπει και να μιμείται τον της πίστεως  Αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν, για να γίνει κοινωνός της Βασιλείας του  Θεού. Μια αποστολή που η εκπλήρωση της είχε σαν απαραίτητη  προϋπόθεση τη συνεχή εν προσευχή επικοινωνία με την πηγή της Θείας Χάριτος, την  Αγία Τριάδα για τη μέθεξη των υπερφυών χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, και την  επίτευξη της καλής εν Χριστώ  αλλοιώσεως. Παράλληλα δηλαδή με την προσπάθεια μεθέξεως των διά μέσου  των αιώνων καρπών του Αγίου Πνεύματος με τη μελέτη της Αγίας Γραφής και της  πατερική ς θεολογίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση η επίτευξη της αδιαλείπτου  προσευχής που αποτελεί την υψηλότερη από την μελέτη των Ιερών κειμένων έκφραση,  απόδειξη και επισφράγιση της γνησιότητος της υψίστης αυτής  αποστολής. Γι’  αυτό και ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος προσδιορίζει την προσευχή «κατά μεν την  αυτής ποιότητα συνουσίαν και ένωσιν του ανθρώπου και Θεού, κατά δε την  ενέργειαν, κόσμου σύστασιν, Θεού καταλλαγήν, χαρισμάτων πρόξενον, νοός φωτισμόν,  των μελλόντων αποκάλυψιν». Είναι τοιαύτη η υπεροχή της υπερφυούς αυτής προσευχής  έναντι της μελέτης των ιερών κειμένων, ώστε να καθίσταται αυτή περιττή, στην  περίπτωση που ο πιστός διά της ασκήσεως και των εκ Θεού χαρισμάτων έφθανε με την  προσευχή εις τοιαύτην καθαρότητα και αγνότητα που θα τον καθίστα άξιο να δεχθεί  απ’ ευθείας την θεία έλλαμψη. Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει σχετικώς: «Έδει μεν ημάς μηδέ  δείσθαι της από των γραμμάτων βοηθείας, αλλ’ ούτω βίον παρέχεσθαι καθαρόν ως του  Πνεύματος την χάριν αντί βιβλίων γίνεσθαι ταις ημετέραις ψυχαίς καθάπερ ταύτα  δια μέλανος, ούτω τας καρδίας τας ημετέρας διά πνεύματος  εγγεγράφθαι». Συμπληρώνει δε ο ιερός συγγραφεύς της Κλίμακος:  «Διδάσκαλος έστιν, όντως ο νοεράν δέλτον γνώσεως δακτύλω Θεού, ήγουν ελλάμψεως  εξ αυτού κομισάμενος και των λοιπών βιβλίων ανενδεής  γενόμενος». Με  τον τρόπον αυτόν διά της ασκήσεως και της αδιαλείπτου προσευχής ο πιστός γίνεται  απ’ ευθείας θεοδίδακτος, διότι έχει αυτόν τον Θεό «διδάσκαλον, τον διδάσκοντα  άνθρωπον γνώσιν και διδόντα ευχήν τω  ευχομένω». Ο π.  Επιφάνιος είχε πλήρη συνείδηση, ότι η αληθής προσευχή είναι η κορυφαία έκφραση  της διά μέσου της ασκήσεως, εγκράτειας, ταπεινώσεως και αγάπης αναφοράς και  ανατάσεως ολοκλήρου της υπάρξεως του προσευχομένου σε ύμνο, δοξολογία και  ευχαριστία και σε αΐδιο πόθο κοινωνίας με το υπέρτατο εφετό των πιστών, την Αγία  Τριάδα. Είχε  πλήρη συνείδηση, ότι η προσευχή αυτή που τελειούται στην Θεία Ευχαριστία  αποτελεί το υπέρτατο προνόμιο που παρεχώρησε ο εν Τριάδι Θεός εις τον άνθρωπο  και συγχρόνως το υπέρτατο κριτήριο της ουσιαστικής και αληθινής κοινωνίας με τον  Θεό συμφώνως και με την διαπίστωση του Αγίου Νείλου του ασκητή: «Ει προσεύχη  αληθώς θεολόγος ει και ει θεολόγος ει προσευχή  αληθώς». Και  είναι γεγονός, ότι διά τον π. Επιφάνιο η προσευχή ήταν στάση και τρόπος ζωής-  ήταν η ίδια η ζωή του. Μια ζωή που σε κάθε έκφανση και έκφραση της ήταν  προσευχομένη διακονία για τη δόξα του Χριστού, την αγάπη για τους αδελφούς του  και την προάσπιση της Ορθοδοξίας. Εκτός από τις ελάχιστες ώρες ύπνου (περίπου 2  – 4 το 24ωρο), ο υπόλοιπος χρόνος της ζωής του ήταν μια συνεχής προσφορά αγάπης  και θυσίας, ένα συνεχές βίωμα όλων των αρετών, μια συνεχής δοξολογία με έργα και  λόγια της Αγίας Τριάδος. Ασθενικός το σώμα με σκόλοπα στην σάρκα, τηρούσε το  εκκλησιαστικό τυπικό των Ιερών ακολουθιών με απόλυτη ακρίβεια, ακόμη και εάν ο  συνεχής φόρτος εργασίας και τα καθ’ ήμερα και νύκτα επείγοντα προβλήματα, όχι  βεβαίως ιδικά του, αλλά των πνευματικών του τέκνων, τον ανάγκαζαν σε αναβολή και  τέλεση των σχετικών ακολουθιών (Εσπερινός, Απόδειπνο κλπ.) έστω και στις 2 το  πρωί. Η  προσευχή για τον π. Επιφάνιο ήταν πιο απαραίτητη από ότι η αναπνοή για το σώμα  συμφώνως με την ρήση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου «Μνημονευτέον Θεού μάλλον  ή αναπνευστέον». Η μνήμη του Ιησού στον π. Επιφάνιο είχε ενωθεί με την  πνοή του, όπως προτρέπει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Ιησού μνήμη ενωθήτω τη  πνοή σου». Η  σκέψη του, η βούλησή του, οι πόθοι του ήταν συνεχώς στραμμένοι προς τον μοναδικό  έρωτα της ζωής του, τον Νυμφίο Χριστό και την προς Αυτόν καθοδήγηση των  πνευματικών του τέκνων. Παρά την ασθένεια της σαρκός ο π. Επιφάνιος με  αυστηρότατη άσκηση και νηστεία, είχε αποκοπεί πλήρως από τις κοσμικές επιθυμίες  και είχε μεταφέρει όλη την αγάπη του και τους πόθους του στην ουράνιο Βασιλεία,  δυνάμενος να επαναλάβει μετά του Παύλου: «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν  τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω  κόσμω» (Γαλ. 6, 14). Η ολοκληρωτική απάρνηση του κόσμου και η αδιάλειπτος  προσευχή δι’ όλης αυτού της διακονίας, έργων και λόγων και εξ όλης αυτού της  κεκαθαρμένης καρδίας προς τον Εσταυρωμένο Θεό της Αγάπης οδηγεί στη δυνατότητα  να λεχθεί και διά τον μακαριστό Γέροντα π. Επιφάνιο, ό,τι διεκήρυξε διά τον  εαυτό του Απ. Παύλος: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Δεδομένου, ότι  προς πάντας τους αληθινούς πιστούς που τον αγαπούν και τηρούν με την Χάρη του  Αγίου Πνεύματος τις εντολές Του, υπεσχέθη ο Κύριος, ότι θα ζει μαζί με τον  Ουράνιο Πατέρα εντός τους: «Εάν τις αγαπά με τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ  μου αγαπήσει αυτόν και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αυτώ  ποιήσομεν». Η  υπερβάλλουσα πνευματικότητα του μακαριστού π. Επιφανίου, που συμπυκνούται στην  αδιάλειπτη και νοερά προσευχή είχε διαδοθεί ευρέως, παρά την αφάνεια και το  «λάθε βιώσας» που τόσο επεδίωκε, και εκτιμάτο όλως ιδιαιτέρως σε περιοχές που  κατ’ εξοχήν διακρίνονται για την επίδοση τους στις πνευματικές αυτές ασκήσεις,  όπως το Άγιον Όρος. Το μέγεθος της εκτιμήσεως αυτής που έφθανε στα όρια της  αναγνωρίσεως του ως αυθεντίας αποδεικνύεται από το έξης γεγονός. Πριν από αρκετά  χρόνια του εζήτησε μία Αδελφή να την καθοδηγήσει εις την νοερά  προσευχή. -Εγώ  της απάντησε είμαι μεν Ιερομόναχος αλλά ζω στον κόσμο. Μπορώ να σου υποδείξω  μερικούς απλούς τεχνικούς τρόπους, αλλά καλά θα κάνεις να συμβουλευθείς κανένα  Αγιορείτη Πατέρα, ο οποίος να ασκείται στην νοερά προσευχή. Και της υπέδειξε  έναν ηγούμενο, ο οποίος την εποχή εκείνη ασκείτο μαζί με την συνοδεία του στην  νοερά προσευχή. Για να λάβει την όλως απροσδόκητη, απάντηση: Μα, Γέροντα,  εκείνος με έστειλε σε σας!
Αμφιλοχίος Μακρής  (1888-16.4.1970)
Είναι χαρακτηριστική και η περίπτωση του Γέροντα της  Πάτμου Αμφιλοχίου Μακρή (1888-16.4.1970), ο οποίος απαιτούσε από τους  εξομολογουμένους, σ’ ένδειξη μετάνοιας, να φυτεύουν ένα δέντρο, επειδή -όπως  έλεγε συνήθως- “όποιος φυτεύει δέντρο φυτεύει ελπίδα, φυτεύει ειρήνη, φυτεύει  αγάπη και έχει τις ευλογίες του Θεού”. Γέροντας Άνθιμος -Πνευματικός  Αγιαννανίτης M.M.: – Γέροντα πόσα χρόνια ασκείσθε ατό Άγιον  Όρος; A.A.: –  Εις το Άγιον Όρος συνεπληρώθησαν τα εβδομήκοντα έτη της ανάξιας παραμονής  μου. M.M.: –  Μέσα σ’ αυτά τα εβδομήντα ολόκληρα χρόνια, γέροντα, χιλιάδες άνθρωποι θα έχουν  ασφαλώς φθάσει στην καλύβη σας εδώ στη Σκήτη της Αγίας Άννης και άλλοι θα έχουν  εξομολογηθεί στο πετραχήλι σας, άλλοι θα έχουν ζητήσει τις πολύτιμες νουθεσίες  σας κι άλλοι απλώς θα πέρασαν να εξασφαλίσουν τις θεοπειθείς ευχές σας. Ποια  είναι η εμπειρία σας από τους ανθρώπους αυτούς; Πώς αντιμετωπίζετε τον πόνο τού  σύγχρονου άνθρωπου, γέροντα; A.A.: – Άκουσε, παιδί μου. Ζούμε σε μια περίοδο που όλοι  οι άγιοι και όλοι οι ευσεβείς παρακαλούσαν να μην  βρίσκονται. M.M.: – Μιλήστε μας, γέροντα, για την αποστασία αυτή, για  την απομάκρυνση από το θέλημα τού  Θεού. A.A.: –  Παιδί μου, ξέρεις τι θα πει αποστασία; Ο θείος Παύλος έγραψε στους Θεσσαλονικείς  επιστολή που τους παροτρύνει να μην είναι σαν τους άλλους που δεν έχουν ελπίδα.  Εκείνοι την παρερμήνευσαν και ο απόστολος αναγκάσθηκε να τους γράψει και δεύτερη  επιστολή. Με εννοήσατε; Τους γράφει μεταξύ άλλων: Γιατί ξενίζεσθε και  διαστρέφετε; Εγώ όταν ήμουν κοντά σας δεν σάς έλεγα ότι η Β’ Παρουσία τού Κυρίου  δεν θα γίνει τώρα, αλλά θα αργήσει;. Τους έβαλε, λοιπόν, ένα όριο, μεταξύ άλλων,  λέγοντας: Δει πρώτον ελθείν την αποστασίαν, έως ότου αποκαλυφθή ο αρχηγός της  αποστασίας (τουτέστιν, ο άνθρωπος, για να μη νομίζουν για τον άγγελο τον  αποστάτη, τον εωσφόρο, τον οποίο “ανελεί ο Κύριος τη δυνάμει τού Πνεύματος”)  όστις θα υψώση εαυτόν υπέρ πάν σέβασμα…. Σήμερα, λοιπόν, Βρισκόμαστε σ’ αυτή  την περίοδο. Υπάρχουν κι άλλοι που μας διαφωτίζουν περισσότερο. Είναι ο άγιος  Ιππόλυτος Ρώμης, Αθηναίος την καταγωγή (όχι σαν τα μαζέματα που είναι τώρα  καταλάβατε;) από το πάλαι ποτέ κλεινόν άστυ κι όχι από τη Βαβυλώνα αυτής της  Ελλάδος… Μάς δίδει σημάδια αισθητά. Εκεί στον λόγο του περί συντέλειας και  περί αντίχριστου λέγει: Καθώς ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ο Υιός τού Θεού και  Θεός ένωσεν εις μίαν πίστιν πάντα τα έθνη, όταν ο αντίχριστος θα συνάξη το  διασκορπισθέν γένος… Λοιπόν -όσον αφορά το πρώτο σημάδι, βλέπουμε ότι ακόμη  δεν συνήχθησαν στην Παλαιστίνη όλοι οι Εβραίοι. Εκεί είναι το όρος των ελαιών.  Εκεί πήγαινε ο Κύριος και προσευχόταν. Εκεί έγινε η φοβερά προσευχή εκεί και η  προδοσία. Απ’ εκεί ανελήφθη ο Κύριος. Εκεί ήτο ο ναός της Αναλήψεως, τον οποίο  είχε κτίσει η αγία Ελένη. Όταν πήγαν οι Αγαρηνοί, διέδωσαν τις ασυναρτησίες  τους. Μου έρχονται τώρα στο νου να σάς πω υπό μορφήν ερωτημάτων τα εξής: Οι  πεθαμένοι τρώνε; Ασφαλώς όχι. Μήπως πίνουν; Όχι βέβαια. Πορνεύουν οι πεθαμένοι;  Έ, όχι! Κι -όμως αυτά διακηρύσσουν! Μάλιστα. Μα και στο κουνούπι να τα πεις θα  σε πει… άλογο! ____ΣΥΓΧΙΣΗ____ M.M.: – Μέσα στο πλαίσιο, γέροντα της αποστασίας της  εποχής μας, γίνεται πολύς λόγος για την έλευση τού αντίχριστου. Υπάρχει μια  σύγχιση στον κόσμο… A.A.: – Μα εκεί σε πηγαίνω σκαλί-σκαλί. Διότι δεν  μπορούμε να ανεβούμε από το κάτω-κάτω σκαλί κατευθείαν στο  πάνω-πάνω! M.M.: – Κι εδώ που είστε εσείς είναι πολύ ψηλά από τη  θάλασσα. A.A.:  – Λοιπόν, βλέπετε το ένα σημάδι που μας έδωσε ο άγιος Ιππόλυτος το 170 μ.Χ.  Ακούστε τώρα και το δεύτερο: Λέει: Καθώς ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ο Υιός τού  Θεού και Θεός ήγειρε τον ναόν τού σώματος -ανεστήθη από των νεκρών- ούτω και ο  αντίχριστος θα ανεγείρει τον κατεδαφισθέντα ναόν τού Σολομώντος. Και άλλα…  Λοιπόν, άμα δείτε ότι χτίζεται ο ναός τού Σολομώντος, αυτό είναι το τελευταίο  σημάδι. Τότε ο αντίχριστος θα είναι τριάντα χρονών, όσον ο Κύριος όταν άρχισε τη  δημόσια δράση Του. Θα προηγηθεί βέβαια ο πόλεμος, ώστε όπως λέγει ο Ιεζεκιήλ- τα  όρη θα ανατραπούν, τα κτίρια θα πέσουν μαζί τους και το τέμενος τού Ομάρ. Αφού  πέσουν όλα αυτά, θα δοθεί η ευκαιρία στους Εβραίους να κτίσουν τον ναό τού  Σολομώντος. Ο αντίχριστος: θα τον πάρουν ως Βασιλέα και θα κηρύξει τον εαυτό του  μέσα σ’ αυτόν τον ναό τού Σολομώντος, -όπως λέγει ο απόστολος Παύλος στη Β’ προς  Θεσσαλονικείς επιστολή του. Θα πει ότι αυτός είναι Θεός. Θα υψώσει εαυτόν υπέρ  πάν σέβασμα. Αφού κηρύξει τον εαυτό του Θεό, ο αντίχριστος τότε θα έλθουν ο  δίκαιος Ενώχ και ο προφήτης Ηλίας. Τότε λοιπόν ο αντίχριστος θα αποκτείνει  εκατόν σαράντα τέσσερις χιλιάδες -από τις δώδεκα φυλές τού Ισραήλ, δώδεκα  χιλιάδες- μάλιστα. Με εννοήσατε; Ε, τότε θα κατέβει ο Κύριος, όπως λέει καθαρά  το ευαγγέλιο επί νεφέλης. Θα προπορευθεί το σημείο τού Υιού τού Ανθρώπου και θα  γίνει η παγκόσμια Κρίση. Στην Παλαιστίνη, στην Ανάληψη, λένε οι άγγελοι στους  αποστόλους: Τί Βλέπετε, άνδρες Γαλιλαίοι, στον Ουρανό; Ούτος ο Ιησούς, ο αφ’  υμών αναληφθείς εις τους Ουρανούς, ούτος ελεύσεται πάλιν καθ’ ον τρόπον  εθεάσασθε αυτόν ανερχόμενον εις τους Ουρανούς. Ακούτε τι μας λένε;  Εννοήσατε; Ο  Κύριος λέει: Εάν σάς είπωσι εν τη ερήμω μη εξέλθητε και εάν σάς είπωσι εν τοις  ταμιείοις μη εισέλθητε καθ’ όσον η αστραπή άρχεται από ανατολών έως δυσμών έτσι  και η παρουσία τού Υιού τού Θεού θα είναι φανερή παντού. Τότε κατά τον προφήτη  θα μαζευτούν πάντα τα έθνη εις την κοιλάδα τού Ιωσαφάτ. Εκεί θα είναι οι  άνθρωποι όλοι και ο Κύριος θα κατεβεί εκεί απ’ που αναλήφθηκε. Εκεί θα γίνει η  Κρίσις. Από τον θρόνο τού Υιού τού Ανθρώπου θα εξέλθει ο πύρινος ποταμός και θα  μαζέψει -όλους τους… ομοίους μου! Θα μας τραβήξει στη νεκρά θάλασσα και από  εκεί στην καρδιά της γης. Τους καλούς θα τους βάλει στη Βασιλεία του, λέγοντας  τους: Δεύτε οι ευλογημένοι τού Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν  Βασιλείαν από καταβολής κόσμου…. Καταλάβετε; Πριν δημιουργήσει τον κόσμο  δημιούργησε τον Παράδεισο για το άνθρωπο! Αλλού λέγει: Εν τω οίκω τού Πατρός μου  μοναί πολλαί εισί. Ο καθένας μας κατά τα έργα και την κατάστασή του θα πάμε.  Καταλάβατε; Για δε την κόλαση τι λέγει: Πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το  πυρ το εξώτερον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού. Τους  ανθρώπους μας έκανε ο Θεός αυτεξούσιους. Το αυτεξούσιον είναι η θέληση μας. Με  εννοήσατε; Αυτό μας μένει. Γι’ άλλα, τίποτε. Άμα θέλουμε πάμε ή στη Βασιλεία των  ουρανών ή στο σκότος τού διαβόλου Είναι δικό μας ζήτημα το που θα πάμε. Γι’ αυτό  σάς λέγω, αν αγαπούμε τον εαυτό μας να κοιτάξουμε την ψυχή μας, διότι αυτός  είναι ο εαυτός μας. Με εννοήσατε; Το δε σώμα είναι ένδυμα της ψυχής. Είναι κι  εργαλείο της ψυχής για να κάνει τας αρετάς. Γι’ αυτό ας προσέξουμε.  Καταλάβατε;

Share Button