Ε’ Νηστειών 2004
Σήμερα η Εκκλησία μας χριστιανοί μου προβάλλει όπως κάθε χρόνο την πέμπτη Κυριακή των Νηστειών, το μεγαλύτερο υπόδειγμα μετανοίας όλων των αιώνων και όλων των εποχών, και αυτή είναι η Οσία Μαρία η Αιγυπτία.
Ονομάζεται Αιγυπτία διότι εγεννήθη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, περίπου το τριακόσια σαράντα πέντε (345) μετά Χριστόν. Για είκοσι – εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια, τα πιο όμορφα χρόνια της ζωής της, τα έζησε μέσα στην διαφθορά, την ασωτία, την αμαρτία, την πορνεία και την ανηθικότητα. Γονείς και ιερείς, διότι ήσαν χριστιανοί, προσπάθησαν να την σωφρονίσουν αλλά εκείνη «ουκ ήθελε συνιέναι». Η πλούσια σωματική της ομορφιά και τα κάλλη της κατέστησαν για την πόλη της Αλεξανδρείας μέγιστος ηθικός πειρασμός. Εξαιτίας της ένα πολύ μεγάλο πλήθος ανθρώπων και ειδικότερα χριστιανών, όχι μόνον ειδωλολατρών, παρεσύρθησαν εις την ακολασίαν.
Έρχεται όμως κάποτε και η ώρα και η Χάρις του Αγίου Θεού. Μαζί με άλλες γυναίκες, όμοιές της βέβαια, απεφάσισαν να πάνε στα Ιεροσόλυμα. Χιλιάδες τότε χριστιανοί απ’ όλη την χριστιανοσύνη, εμαζεύοντο όπως κάθε χρόνο στα Ιεροσόλυμα, και κει στο Ναό της Αναστάσεως προσκυνούσαν και γιόρταζαν την Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού στις δεκατέσσερεις Σεπτεμβρίου. Πίστευε πως θα εύρισκε εύκολα θύματα της αμαρτίας. Έτσι θέλησε όμως και από περιέργεια και αυτή να πάει να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό. Είπαμε ότι ήτο χριστιανή από μικρή.
Ξεκίνησε και μόλις έφτασε έξω από το Ναό, κι έκανε το επόμενο βήμα για να μπει να εισέλθει από την θήρα του νάρθηκα μέσα στο Ναό, κοκάλωσε. Προσπάθησε να κουνηθεί – ήταν αδύνατη. Είχε γίνει σαν μαρμαρωμένη κολώνα. Ξαναπροσπάθησε αλλά μια φοβερή δύναμις την έσπρωχνε προς τα πίσω. Γύρω της την προσπερνούσαν οι συγχριστιανοί, ο ένας πίσω από τον άλλον κατά εκατοντάδες, πήγαιναν μέσα, προσκυνούσαν τον Τίμιο Σταυρό και έφευγαν, αλλά αυτή ακίνητη. Σαν παγοκολώνα. Και τότε την κατέλαβε φόβος. Φόβος και τρόμος, μαζί και δέος. Πολλοί σέρνονται, μπαίνουν μέσα, και είδε και έβλεπε με τα μάτια της ένα πλήθος από παράλυτους, από χωλούς, από τυφλούς, από βουβούς, σιγά – σιγά, συγκρατούμενοι τις περισσότερες φορές από τους συγγενείς των, να μπαίνουν, να βρίσκουν γιατρειά και σωτηρία, και να εξέρχονται δοξάζοντες τον Πανάγιον Θεόν.
Και όλοι μαζί κλαίνε, κλαίνε με ελπίδα. Όχι γιατί βρήκαν τη γιατρειά τους, αλλά γιατί υπάρχει η ελπίδα Αναστάσεως. Άλλωστε ο Σταυρός αυτό δείχνει, αυτό φανερώνει, αυτό αποδεικνύει. Και μόνον αυτή η Μαρία ήταν καρφωμένη πάνω στη γη. Να μερικοί, προχωράνε, τώρα τους βλέπει και νάναι γονατιστοί. Και άλλοι να σέρνονται και μόνον η Μαρία η Αιγυπτία ήτανε ακίνητη στη θέση της.
Και τότε πληγώθηκε. Πληγώθηκε πολύ, πόνεσε, δάκρυσε. Κατάλαβε λοιπόν, κατάλαβε, ότι παραήταν αμαρτωλή, παραήταν. Πέφτει κάτω λοιπόν εκεί στον τόπο που ήταν ακίνητη, και κλαίει δυνατά, και υπόσχεται. Υπόσχεται να μην ξαναμολύνει, όχι μόνον το σώμα της, αλλά ούτε και την ψυχή της. Ούτε τα μάτια της, ούτε τις αισθήσεις της, ούτε το νού της, ούτε τη σκέψη της, ούτε το λογισμό της, ούτε τη καρδιά της. Να μην ξαναντροπιάσει τον ναόν του Παναγίου Πνεύματος που λέγεται σώμα ανθρώπινο. Και ξεκολάει αμέσως, με αυτή την υπόσχεση την εσωτερική που έδωσε με όλην της την καρδιά, ξεκολάει και προχωράει. Θα μπορούσαμε όλοι μαζί οι σημερινοί χριστιανοί να φωνάξομε όπως τη Μεγάλη Εβδομάδα, «Δόξα τη μακροθυμία Σου Κύριε!»
Μπαίνει στο Ναό της Αναστάσεως και κλαίγοντας, με λυγμούς και κλαυθμούς δυνατούς προσκυνά τον Τίμιο Σταυρό. Ποιος ξέρει πόση ώρα παρέμεινε εκεί πεσμένη και γονατιστή στα πόδια του Σταυρού.
Να λοιπόν που έγινε ο σεισμός, ο σεισμός της μετανοίας στην ψυχή της, σεισμός σωτήριος, σεισμός που τα συντρίμμια τα ξανακάνει παλάτιον του Ουρανού. Να λοιπόν μπροστά μας η αξία της μετανοίας με πρότυπο την Αγία, την Οσία Μαρία την Αιγυπτία.
Σε λίγο ξεπλένεται η ντροπή στο πετραχήλι ενός πνευματικού, αφού βγήκε βέβαια απ’ το Ναό, και με τις ευχές της Εκκλησίας, και με ένα καρβέλι ψωμί στη μασχάλη, περνά τον Ιορδάνη ποταμό, και μπαίνει πολύ βαθιά μέσα και χάνεται μέσα στην έρημο.
Σαρανταοκτώ ολόκληρα χρόνια σκληρός αγώνας με την άγρια φύση της ερήμου, με τα θηρία, με την πείνα, με τη δίψα, με την ίδια της τη φύση, με νηστεία, με αγρυπνία, με προσευχή, με κακοπάθεια, με αβάσταχτο πόνο, με βία πολλή – πού είναι η δική μας βία;
Η ψυχή και το σώμα που είχαν παραδοθεί στο πολυκέφαλο θηρίο της αμαρτίας, μέσα από το πλήθος των παθών της, το εξαγιάζει.
Το χαρακτηριστικό στοιχείο των μεγάλων αγώνων που έκανε η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, ήτο η πνευματική και σωματική της βία ενάντια την ίδια της τη γυναικεία φύση, που από μόνη της, από φύση, οι αντοχές είναι λίγες. Γι’ αυτό και προβάλλεται από την Εκκλησία μας, κάθε χρόνο αυτήν την Κυριακή, την πέμπτη Κυριακή των Νηστειών. Κι αυτήν την μετάνοιαν καλούμεθα να την μιμηθούμε όλοι μας. Μετάνοια αληθινή. Μετάνοια που σημαίνει «απαρνούμαι την αμαρτία και αγκαλιάχω τον αγιασμόν», αλλά με δάκρυα, με πόνους, με πείνα, με δίψα, με προσευχή και νηστεία, με πόλεμο κατά των παθών, και με την κατά Θεόν βία.
Η θεοφιλής βέβαια βία, διότι «οι βιασταί αρπάζουσι την Βασιλεία των Ουρανών», δεν έχει καμιά σχέση με τη βία που χρησιμοποιεί ο κόσμος της αμαρτίας, με τη βία του πολέμου, που χρησιμοποιούν οι ισχυροί της γης, και οι τρελοί της γης, στο όνομα των όπλων της τελευταίας τεχνολογίας. Σ’ αυτή βέβαια την απάνθρωπη βία ισχύει πάντοτε το δίκαιον του ισχυροτέρου που όμως δεν είναι δίκαιον, αλλά είναι κατάφορος αδικία. Η βία του πολέμου γεννάει χιλιάδες καταστροφές και εκατομμύρια ανθρώπινα θύματα. Σύμμαχος η δαιμονική βία, για να οδηγηθούν τελικά όλοι οι αμαρτωλοί, και κάθε αμαρτωλός άνθρωπος, στην ατιμία, στη διάλυση, στην κατάκριση, στο έγκλημα, στις αρπαγές, και στην προδοσία, και τι δεν κάνουν. Το είδαμε βέβαια σ’ αυτά τα τελευταία γεγονότα που συμβαίνουν και εύχομαι να μην έρθουν στην πατρίδα μας.
Η ευλογημένη όμως και θεοφιλής βία των αγωνιζομένων πιστών χριστιανών, δεν έχει καμιά σχέση με την τρομοκρατική βία. Η πρώτη αποβλέπει στο να πολεμούνται τα πάθη μας, και να καλλιεργούνται οι αρετές, οι Ευαγγελικές αρετές, και η δεύτερη αποβλέπει στις καταστροφές και στη δολοφονία των αθώων ανθρώπων. Η θεοφιλής βία δεν έχει καμιά σχέση με την ψυχολογική βία της προπαγάνδας και της πλύσεως του εγκεφάλου, που επιχειρούν διάφορες ομάδες ανθρώπων, καταστρεπτικές ομάδες, όπως είναι όλες οι παραθρησκευτικές οργανώσεις, που κατά εκατοντάδες δρουν στην Ελλάδα μας, και πολλές φορές με την ανοχή του κράτους, εν ονόματι της δήθεν δημοκρατίας.
Δεν έχει η θεοφιλής κατά Θεόν βία, καμία σχέση με την βία του Μάρξ και του Λένιν, των Ινδουιστών και των γκουρουιστών και των διαφόρων αιρέσεων, και της σατανικής οργάνωσης των χιλιαστών. Υπάρχει η διαφημιστική βία, η βία της καταναλωτικής κοινωνίας, η βία που χρησιμοποιεί η γυναίκα για να σκοτώσει το έμβρυον και παιδί της που βρίσκεται στην κοιλιά της με την έκτρωση. Και δω βία χρησιμοποιεί. Βία που είναι δολοφονία. Γι’ αυτό και μόνον θα καταστραφεί η Ελλάδα, μόνον για τις τετρακόσιες χιλιάδες εκτρώσεις που γίνονται το χρόνο. Ο βιασμός των γυναικών, ο πληρωμένος βιασμός μικρών παιδιών με την παιδεραστία, είναι μορφές δαιμονικής βίας για την οποίαν θα δώσουμε λόγο όλοι μας. Επίσης υπάρχει η βία των συνειδήσεων. Η βία των σκληρών γονέων προς τα παιδιά, αλλά και η βία από τα άπονα και σκληρόκαρδα παιδιά προς τους αδυνάτους γονείς. Η βία στις πορείες από εξτρεμιστικά στοιχεία, των γνωστών αγνώστων αναρχικών, και η βία της κατευθυνομένης μάζας και του πλήθους που είναι από τις πλέον καταστρεπτικές. Η βία του όχλου όπως λέγεται. Καθημερινά είμεθα μάρτυρες βίας μέσα στην κοινωνία που ζούμε. Και όλες μαζί παλεύουν για να μας πετάξουν έξω από την Εκκλησία, και να μας γεμίσουν με τα μιάσματα της αμαρτίας. Επομένως όταν θα μας έρθουν σε λίγες μέρες, σε λίγους μήνες, σε ένα δυο χρόνια, τα φοβερά δεινά στην πατρίδα μας, δεν θα φταίει ο Θεός, αλλά εμείς όλοι, που τα ενενήντα εννιά τοις εκατό των Ελλήνων βρίζουν τα Θεία. Υπάρχει εξαπλωμένη εις ολόκληρη την Ελλάδα, πλήρης ανηθικότης.
Η θεοφιλής βία είναι ασκητική και έχει δυο μορφές, και την πνευματική και την σωματική. Στην κατά Θεόν βία υπάρχει μια απαράβατος αρχή. Ότι η θεοφιλής βία εφαρμόζεται μόνον στον εαυτό μας και ποτέ στους άλλους. Συνιστάται σαν μορφή αγώνος και άσκηση αλλά δεν επιβάλλεται. Όποιος θέλει, όποιος μπορεί, διαβάζει τα βιβλία, διαβάζει τη «Κλίμακα», διαβάζει την «Έκφραση της μοναχικής εμπειρίας», διαβάζει τον Αββά τον Σύρον, διαβάζει τα γεροντικά, διαβάζει τα λαυσαϊκά, διαβάζει τους Ευεργετινούς, διαβάζει τους βίους των Αγίων, διαβάζει τους Νεομάρτυρας και τον Κοσμά τον Αιτωλό και αποφασίζει, ποιά βία θα χρησιμοποιήσει για τον εαυτόν του, ανάλογα με τις σωματικές δυνάμεις που διαθέτει, και ποτέ δεν θα κάνει υποδείξεις στον άλλον τι θα χρησιμοποιήσει, και ποιόν αγώνα θα θελήσει να κάνει, είτε για να τηρήσει τις εντολές, είτε για να καλλιεργήσει τις αρετές, είτε για να εφαρμόσει το θέλημα του Αγίου Θεού. Αυτά μόνον για τον εαυτόν του. Τα άλλα θα τα αφήσει στην δύναμη της Αγίας Προσευχής. Θα μπορούσα βέβαια να αναφερθώ, στην χωρία των Πατέρων, που υπάρχουν εδώ μπροστά μου, και τα αντέγραψα χθες, αλλά η ώρα όμως περνάει, σήμερα αρχίσαμε λίγο αργότερα με την αλλαγή της ώρας…
Η (πνευματική) βία, όπως και η σωματική βία που λέγονται με μία λέξη, θεοφιλής βία, βγαίνει μέσα από το Ευαγγέλιο, βγαίνει μέσα απ’ την Καινή Διαθήκη, εξάγεται σαν συμπέρασμα από ολόκληρη την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, και εφαρμόζεται κατά δύναμιν, σύμφωνα και με τις αποδείξεις πολλές φορές του πνευματικού, αλλά ποτέ ο ένας δεν γίνεται στον άλλον δάσκαλος. Δάσκαλος μόνον για τον εαυτό μας.
Εάν βιάσομε τον εαυτό μας τότε, από τώρα, από σήμερα, απ’ αυτή τη στιγμή, αρπάζουμε τη Βασιλεία των Ουρανών, και την ώρα του μεγάλου πειρασμού ο Θεός θα μας σώσει, «θα σε φυλάξω» λέει, την ώρα του μεγάλου πειρασμού που θα έλθει και πειράσαι ολόκληρον την Οικουμένην, θα σε φυλάξω, θα σε σώσω, και σένα, και τη γυναίκα σου, και τα παιδιά σου, και όλους τους δικούς σου, αρκεί να είσαι κοντά μου μέχρι την τελευταία στιγμή. Και «αρκεί να είσαι έτοιμος να χύσεις και το αίμα σου για μένα», λέει ο Χριστός, και να δώσεις την καλήν ομολογίαν. «Πάς όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, καγώ ομολογήσω αυτώ ενώπιον του Πατρός μου του εν Ουρανοίς».
Είστε έτοιμοι να δώστε τέτοια ομολογία; Και να τη δώσω πρώτος εγώ, που κάνω και το δάσκαλο; Ε, στην πράξη θα φανεί. Θα έρθει η ώρα της δοκιμής για μένα, θα έρθει η ώρα της δοκιμής και για σας. Για μένα μπορεί να ’ρθεί νωρίτερα, γιατί αύριο μπορεί να πεθάνω, και την ώρα που θα φεύγει η ψυχή μου, εκεί θα δώσω την καλήν ομολογίαν; Θα έλθει η Υπεραγία Θεοτόκος; Θα έλθουν οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ, ή θα έρθουν οι δαίμονες; …
Ξέρετε την ψυχή μου; Δεν την ξέρετε! Μόνο ο Θεός γνωρίζει. Αυτός ερευνά τις καρδίες των ανθρώπων. Αυτός ετάζει καρδίας και νεφρούς.
Λοιπόν αδελφοί μου, ταπεινά και ανάξια και τρισάθλια και ελεεινά, ως πατέρας και λειτουργός του Υψίστου προσεύχομαι για σας. Γι’ αυτό σας παρακαλώ, μη με ξεχνάτε και μένα κάθε βράδυ στις προσευχές σας, αλλά και όλον τον Ορθόδοξο κλήρο,
Αμήν.