Σήμερα χριστιανοί μου, θα σας πω κάποιες σκέψεις που απ’ όπου και αν προέρχονται αυτές, έχουν για ρίζα τη Θεία Χάρη, τη δύναμη του Ιησού Χριστού και τη σοφία του Αγίου Πνεύματος.
Πολλές φορές σας έχω παρακαλέσει να πυκνώσετε τις προσευχές σας, και να μάθετε να προσεύχεστε αληθινά. Εξ όλης καρδίας και εξ όλης ψυχής. Να προσεύχεσθε για όλους και για όλα. Να προσεύχεσθε όμως όλως ιδιαιτέρως με την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Είναι το μεγαλύτερο όπλο με την φοβεροτέρα δύναμη, αφού στο όνομα του Ιησού Χριστού «παν γόνυ κάμπτει και επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων». Όλες οι αρετές χωρίς την συντετριμμένη προσευχή στο όνομα του Ιησού Χριστού, μοιάζουν με δένδρα χωρίς ρίζα.
Οι τεταπεινωμένες προσευχές και μάλιστα αυτές που γίνονται με δάκρυα, αγιάζουν τις ρίζες των αρετών, και έτσι δίδουν και αποδίδουν τους καρπούς του Παναγίου Πνεύματος.
Ο άνθρωπος της προσευχής, ή καλύτερα ο χριστιανός της προσευχής, και αν θέλετε η χριστιανή της προσευχής, αγιάζει τον τόπο όπου και αν προσεύχεται, είτε στο δωμάτιό της, είτε στο κελάκι της, είτε στο καλυβάκι της, είτε στο δένδρο στη σκιά του οποίου προσεύχεται, και δεν αγιάζει ο τόπος τον άνθρωπο. Η προσευχή αγιάζει.
Στις ημέρες μας δυστυχώς έχει λείψει η προσευχή από τους χριστιανούς μας, έστω και αν εκκλησιάζονται ή τηρούν κάποια τυπικά καθήκοντα. Υπάρχει προσευχή, πώς δεν υπάρχει, αλλά είναι άψυχη και άνυδρη, είναι χλιαρή η προσευχή, είναι νερόβραστη, αδύνατη, γιατί δεν μπορεί να παράγει καρπούς. Δεν υπάρχει κατάνυξις, ούτε δάκρυα παρακλητικά, ούτε μετάνοια αληθινή, ούτε συντριβή και ταπείνωσις.
Όταν όμως ο χριστιανός προσεύχεται ως αμαρτωλός μπροστά στην πραγματική παρουσία του Ιησού Χριστού, όλος ο χώρος πλημμυρίζει από το φως της Θείας Παρουσίας. Έστω και αν δεν το βλέπει με τα σωματικά του μάτια, όμως το αισθάνεται, το πληροφορείται η καρδιά του, διότι ευθύς αμέσως έρχεται σε δοξολογία του αγίου ονόματός Του και σε καθημερινή καθολική ευχαριστία. Και ακολουθεί η συντετριμμένη ομολογία της αμαρτωλότητός του. Φωνάζει και κραυγάζει νοερά από μέσα του, «ο Θεός μου ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Ναι Κύριε είμαι αμαρτωλός, και το πιστεύω. Είμαι ένα τόσο δα μικρό ανθρωπάκι που φουσκώνω όμως σαν το μπαλόνι από υπερηφάνεια, από εγωισμό, από πείσμα και από κενοδοξία.
Αν έτσι προσεύχεται, τότε ο Θεός γεμίζει την καρδούλα του προσευχομένου αλλά και τη δική σου ψυχούλα, και τη δική σου ψυχούλα από αθωότητα και καλοσύνη, διότι προσευχή και καλοσύνη πηγαίνουν μαζί. Όπως προσευχή και ενεργουμένη αγάπη μέχρι θυσίας βαδίζουν αγκαλιά, είναι θα λέγαμε αχώριστο αδιαίρετο ζευγάρι.
Η αγάπη για νάναι αληθινή θέλει συμπαράσταση, αλλά και η καλοσύνη μαζί με την κρυφή ελεημοσύνη θέλουν και αυτές συμπαράσταση. Όπως και ο πόνος του κάθε ανθρώπου και αυτός θέλει τη δική του συμπαράσταση. Οι αρρώστιες, τα βάσανα, οι θλίψεις, οι στεναχώριες και οι πίκρες της ζωής, θέλουν και αυτές τη δική τους συμπαράσταση. Ο ανήμπορος γεροντάκος με την άνοιά του ή την τυχούσα αναπηρία του, και η γριούλα με το αλχάιμερ, θέλουν και αυτοί την συμπαράστασή τους. Όχι την επαγγελματική, αλλά αυτή που βγαίνει μέσα από την καρδιά και είναι γεμάτη από αγάπη.
Και ποιος είναι αυτός που ενεργοποιεί την κάθε είδους τη συμπαράσταση στον κάθε πάσχοντα συνάνθρωπο; Είναι η τρισευλογημένη νοερά προσευχή στο όνομα του Ιησού Χριστού. Προσευχή που γίνεται με λαχτάρα για τον Θεάνθρωπο. Η προσευχή σου που γίνεται λατρεία για τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγγέλους και τους Αγίους, αυτή η προσευχή επαναλαμβάνω, που γίνεται με λαχτάρα και λατρεία για τον Θεόν, αυτή γεμίζει την καρδιά από φως, για συμπαράσταση στον πλησίον μέχρι θυσίας. Αν όμως προσεύχεσαι και δεν συμπαρίστασαι όπως πρέπει στις ανάγκες του πλησίον σου, της γυναικός σου, του ανδρός σου, του παιδιού σου, των γονέων σου, των φίλων ή των συγγενών, των ξένων ή των εχθρών, και τόσων άλλων, τότε δεν έχεις προσευχή, δεν έχεις τίποτα. Είσαι και παραμένεις άκαρπο δένδρο, ξερό και άνεδρο. Ούτε φύλλα δεν έχεις για να προσφέρεις λίγη δροσιά στην καταπονεμένη και κατάκουρελιασμένη από τα πάθη ψυχή σου.
Η προσευχή, έλεγε ένας άγιος, και ύστερα το επιβεβαίωσαν πολλοί, ότι είναι το πάν. Τι παίρνεις μέσα σου όταν κοινωνείς των Αχράντων Μυστηρίων, έστω και αν κοινωνάς, τρείς ή τέσσερεις φορές το χρόνο; Έστω και αν κοινωνάς μία φορά το χρόνο; Τι παίρνεις; Τον Χριστό! Και αν κοινωνείς όπως πρέπει, τότε συγχωρείσαι, νοιώθεις αυτό το ξελάφρωμα. Νοιώθεις το πέταγμα της ψυχής σου. Δικαιώνεσαι, φωτίζεσαι, Χριστοφορείσαι!
Αλλά και με την προσευχή στο όνομα του Ιησού Χριστού, όταν αυτή είναι νοερά και καθαρή, αφάνταστη και αμετεώριστη, άμορφη και ασχημάτιστη, γίνεται το ίδιο πράγμα. Έχουμε κοινωνία μετά του Ιησού Χριστού, πνευματική μεν, αλλά στην ουσία της είναι πραγματική. Υπάρχει μια ολοκληρωμένη και απλανής αίσθησις της παρουσίας του Θεού μέσα μας. Αφού η Βασιλεία του Θεού, – βεβαιώνει ο ίδιος – εντός ημών εστί, είναι μέσα μας. Τότε ζεις και υπάρχεις μόνον για το Χριστό. Αυτόν υπηρετείς. Αυτόν εναγκαλίζεσαι. Αυτόν αγαπάς, αυτόν λατρεύεις, αυτόν και λαχταράς. Γι’ αυτό και με τους ανθρώπους του Θεού, που έχουν και βιώνουν αυτού του είδους των εμπειριών, μας βεβαιώνουν ότι η πρώτη μορφή αληθινής αγάπης για τον Θεόν, είναι η προσευχή και μάλιστα η νοερά. Αυτή που μπορεί βεβαιωτικά και αγαπητικά να φωνάξει μέσα στην καρδιά της «Αβά ο Πατήρ, είσαι ο Πατέρας μου, είσαι ο Θεός μου, είσαι ο Σωτήρας μου»!
Σήμερα έχουμε μεγάλους ιερούς ναούς που τις περισσότερες φορές πλημμυρίζουν από το πλήθος των χριστιανών. Πολλά πνευματικά κέντρα και αίθουσες, που κι αυτές γεμίζουν. Έχουμε δεκάδες φιλανθρωπικές δραστηριότητες σε όλες τις μητροπόλεις της Ελλάδος και μάλιστα μερικές εξ αυτών είναι πολύ επαινετικές, αξιέπαινες. Μέριμνα υπάρχει για τους φυλακισμένους, φροντίδα για τους ναρκομανείς, ιδρύματα για τους απόρους, γέροντες και γερόντισσες της τρίτης ηλικίας και αναπηρίας, συσσίτια και φιλόπτωχα ταμεία πάμπολλα καθώς και έντονη δραστηριότητα για την εξωτερική ιεραποστολή. Επίσης οι περισσότεροι από τους σημερινούς κληρικούς μας διακόνους και επισκόπους είναι μορφωμένοι, κατέχουν πτυχία θεολογίας, και άλλοι κατέχουν μάστερ (master) και ντοκτορά (doctora). Όλα αυτά είναι πολύ καλά και μάλιστα άριστα και η παρουσία τους μαρτυρεί την παρουσία μιας ζωντανής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Παρά ταύτα έχω την αίσθηση, και μπορεί βέβαια να κάνω λάθος και γι’ αυτό να με διορθώσετε ότι λείπει από όλην αυτήν την ευλογημένη δραστηριότητα και παρουσία των κληρικών και λαϊκών, η ζωντανή προσευχή. Έχουμε έργα αλλά δυστυχώς πιστεύουμε στην εργοσωτηρία, δηλαδή στα έργα μας. Πολλές και οι ποιμαντικές δραστηριότητές μας, αλλά βασιλεύουν και κυριαρχούν σ’ αυτά τα πάθη μας. Λείπει η καθαρή και συντετριμμένη προσευχή, και αυτή είναι η δυστυχία μας.
Αν γνωρίζαμε ως χριστιανοί την παντοδυναμία της προσευχής στο όνομα του Ιησού Χριστού, θα είχαμε αποκτήσει νέα ζωή, με νέους και καθαρούς τρόπους σκέψεως και ενεργείας. Με λόγια χαριτωμένα, παρηγορητικά, καλοσυνάτα. Και με πράξεις στη ζωή μας καθαρά Ευαγγελικές.
Μόνον όταν προσεύχεσαι αληθινά και με ταπείνωση, τότε και πιστεύεις αληθινά! Τότε και αγαπάς αληθινά. Τότε και περιμένεις την επίσκεψη της Θείας Χάριτος. Και την αποκάλυψη του Θεού μέσα στην καρδιά σου. Αυτό σημαίνει στην πράξη του, ότι με την προσευχή σου αυτή στο γλυκύτατο, το παμπόθητο αυτό όνομα του Ιησού Χριστού, μαθαίνεις πώς να πεθαίνεις κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή για το Χριστό τον Σωτήρα σου.
Και πεθαίνεις τηρώντας με ακρίβεια τις Ευαγγελικές εντολές Του. Και πεθαίνεις θυσιαζόμενος για την ανάπαυση και τη σωτηρία του συνανθρώπου σου, γιατί αυτός είναι μέρος της οικογενείας σου, είτε είναι ξένος, είτε είναι ένας άνθρωπος που σε συκοφαντεί και θέλει το κακό σου, -είναι εχθρός σου.
Προσεύχεσαι και ελεύθερα, τηρείς τις εντολές γιατί αγαπάς θυσιαζόμενος.
Προσεύχεσαι και η κοινωνία σου μετά του Ιησού Χριστού σε ελευθερώνει από τα πάθη και τις αδυναμίες.
Χωρίς αληθινή προσευχή, επίμονη και συντετριμμένη, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αγαπήσουμε το Χριστό εξ όλης ψυχής και εξ όλης καρδίας και εξ όλης διανοίας.
Θα προσεύχεσαι λοιπόν μέρα νύχτα στο όνομα του Ιησού Χριστού είτε με το στόμα είτε με το νου, είτε προφορικά, ψιθυριστά, είτε από μέσα σου, αλλά με βία και πόνο.
Και τότε σε λίγο καιρό θα νοιώσεις να πλημμυρίζεις ολόκληρος από αγάπη, και για το Χριστό και για την Παναγία και για τους Αγίους αλλά και για όλους τους ανθρώπους που είναι γύρω σου, γνωστούς και αγνώστους, εχθρούς και φίλους, με αγάπη καθαρά πνευματική.
Θα αγαπήσεις ακόμα και όλη την φύση και όλα τα πλάσματα του Θεού. Τα πάντα γύρω σου θα σου προκαλούν δέος και δοξολογία! Και ένα πουλάκι που θα ακούς να κελαηδάει. Και όταν ένα δένδρο και ένα θάμνο θα βλέπεις, η θάλασσα ή τα ποτάμια, τον ουρανό με τα’ αστέρια, τον ήλιο ή το φεγγάρι, ναι, τα πάντα μα τα πάντα μαζί με τους ουρανούς «διηγούνται δόξαν Θεού».
Γι’ αυτό λοιπόν, ας μάθουμε και μείς οι χριστιανοί, που ζούμε μέσα σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, με τα τόσα βάσανα, και τις τόσες θλίψεις και πίκρες που έχουμε, να προσευχόμεθα συχνά πυκνά με την ευχούλα “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Στο λεωφορείο, στο αυτοκίνητο, στο δρόμο, στο σπίτι, στη δουλειά, παντού και πάντοτε να λέμε την ευχούλα “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.
Από τότε που γεννήθηκε ο Χριστός στη γη, το γιορτάσαμε στις 25 Δεκεμβρίου,
από τότε που μας αποκαλύφθηκε στη Θεία Του Βάπτιση στα Θεοφάνεια, προχτές το γιορτάσαμε,
από τότε που δίδαξε και κήρυξε με το λόγο Του, και απεκάλυψε τον Πατέρα, «Εγώ και ο Πατήρ εν εσμέν», απεκάλυψε και το Άγιον Πνεύμα τον Παράκλητον ως Θεόν ομοούσιον με τον Πατέρα και τον Υιόν,
από τότε που μεταμορφώθηκε με πολλή δόξα και φως, μπροστά στους τρείς μαθητάς Του στο όρος Θαβώρ,
από τότε που σταυρώθηκε πάνω στο Γολγοθά και ιδιαιτέρως
από τότε που αναστήθηκε,
ολόκληρη η γη έγινε ο θρόνος του Σωτήρος Θεού, του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού.
Ο κατεξοχήν όμως θρόνος του αναστημένου Ιησού Χριστού είναι οι καρδιές μας, είναι και η δική σου η καρδιά, είναι και η δική σου η καρδιά, και των μικρών αυτών παιδιών και των μεγάλων, και όλων. Θρόνος του Θεού η καρδιά του καθενός. Και όταν κάποτε αποκτήσομε καρδίαν καθαράν, κατά το «καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός», που μας λέγει και ψάλουμε κάθε μέρα στον 50ο ψαλμό, χωρίς σπίλον ή νυχίδα αμαρτίας, τότε με τα μάτια της ψυχής μας θα απολαμβάνομε νοερά τη Θεία Του Παρουσία, όλη δόξα και όλη φως, μέσα στις καρδιές μας. Και τότε μας βεβαιώνουν οι άγιοι ότι αυτός που έχει την απόλυτη αίσθηση της παρουσίας του Θεού μέσα στην καρδιά του είτε δια της Θείας Κοινωνίας, ή μέσα από την πολλή πυκνή μελέτη του Ευαγγελίου, είτε δια μέσου της καθαράς προσευχής, αυτός δε γνωρίζει ούτε πόνους ούτε θάνατο. Δε γνωρίζει ακόμα ούτε μαρτύριο ούτε φυλακή ούτε εξορία ούτε φτώχεια ούτε εγκατάλειψη, τίποτα. Έχει μέσα του τον Χριστόν, έχει το πάν, έχει τα πάντα.
Χριστιανοί μου, όλα όσα είπαμε μέχρι τώρα δεν ήσαν λόγια για να περάσει η ώρα. Ήσαν λόγια του Θεού, βιώματα και εμπειρίες και πνευματικές καταστάσεις για την προσευχήν στο όνομα του Ιησού Χριστού για όσους τις έζησαν. Γι’ αυτό ας βάλουμε στον καινούργιο αυτό χρόνο το 2006, μια καινούργια αρχή, να προσευχόμαστε όσο μπορούμε περισσότερο με το όνομα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, είτε μέσα μας είτε φωναχτά.
“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.
“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.
“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον πάντας ημάς»,
Αμήν.