Σήμερα χριστιανοί μου έχουμε δύο μεγάλα γεγονότα τα οποία γιορτάζουμε πανηγυρικά και θεοφιλώς.
Το πρώτον είναι η γιορτή των δυό μεγάλων Αγίων και θεοστέπτων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης,
και δεύτερον ο θεολογικότατος διάλογος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού με μια αμαρτωλή γυναίκα, την Σαμαρείτιδα, την μετέπειτα Αγία Φωτεινή, στην οποία αποκαλύπτει
πρώτον ότι ο ίδιος είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου. «Εγώ είμαι ο λαλών σοι», διεκήρυξε και εις αυτήν και εις τους αιώνας των αιώνων, και
δεύτερον ότι ο Θεός είναι Πνεύμα. «Πνεύμα ο Θεός και τους προσκυνούντας Αυτόν εν Πνεύματι και Αληθεία δεί προσκυνείν».
Εμείς όμως κατ’ επανάληψιν, τα 25 αυτά εδώ χρόνια, σταθήκαμε αναλυτικά στα υψηλά νοήματα αυτού του διαλόγου, όπως επίσης ασχοληθήκαμε και με την ζωή της Αγίας Φωτεινής, καθώς και την ιεραποστολική της δράση. Επίσης ομιλήσαμε για την ζωή των δύο Αγίων, Κωνσταντίνου και Ελένης, παρουσιάζοντας συγκεκριμένα στοιχεία πάνω στα οποία στηρίχτηκε η Εκκλησία μας, για να κηρύξει ιδιαίτερα τον Μέγα Κωνσταντίνο ως Άγιον.
Εμείς όμως δεν θα σταθούμε ούτε στο ένα ούτε στο άλλο αλλά θα συνεχίσουμε το θέμα μας περί προσευχής, αναφωνώντες και προτρέποντες με την κραυγήν του Αποστόλου Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεσθε».
Ολόκληρος η Εκκλησία χριστιανοί μου, ασχολείται με θέματα που αφορούν την πνευματική ζωή του αγωνιζομένου Ορθοδόξου Χριστιανού, προσφέροντας τα δόγματα της πίστεως, αλλά ασχολείται όμως και με την προσευχή, και μάλιστα με την νοερά καρδιακή προσευχή, η οποία διαχέεται όχι μόνον σε ολόκληρη την φιλοκαλία αλλά και στη ζωή των Πατέρων της Εκκλησίας μας εδώ και δυό χιλιάδες χρόνια.
Χωρίς προσευχή δεν μπορούμε να σταθούμε ούτε και να προοδεύσουμε πνευματικά, διότι η προσευχή είναι η τροφή της ψυχής, είναι το ύδωρ το ζόν, είναι η αναπνοή της, το οξυγόνο της, ο αέρας της.
Με την προσευχή δηλώνουμε ότι είμεθα παιδιά του Θεού και Πατρός και αδελφοί του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Με την αληθινή ζωντανή προσευχή μαλακώνουν οι πολλές θλίψεις, τα βάσανα και οι στεναχώριες της ζωής, και αχρηστεύονται τα πεπυρωμένα βέλη του πονηρού, τα καθ’ ημών δολίως κινούμενα.
Με την αδιάλειπτη προσευχή και μάλιστα με την νοερά αποκαλύπτονται όλες οι παγίδες των υποκριτών, διαλύονται οι συκοφαντίες και τα ψεύδη των ανθρώπων που θέλουν το κακό μας. Με το όνομα του Ιησού Χριστού και την ευχούλα “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με” καταφλέγονται οι αχυρώδεις πονηροί και αισχροί λογισμοί, και εξουδετερώνονται οι δόλιες επιθέσεις του κόσμου της κακίας.
Ρίζα από την οποία βλαστάνει και καρποφορεί κάθε αρετή μέσα στο Χριστό έχει την αρετήν της από τον Θεόν αφού ως γνωστόν «πάσα δόσις αγαθή και πάν δώρημα τέλειον άνωθεν εστί καταβαίνον από του Πατρός των φώτων».
Η καλλιέργεια όμως και η ανάπτυξις των αρετών οφείλεται στην δική μας προαίρεση, και ασφαλώς στην χάρη του Θεού, αλλά στην προαίρεση που έχει καθαρά την προσευχή ως μητρός ούσης αυτών όλων των αρετών και στη συνδρομή επαναλαμβάνω της Θείας Χάριτος.
Ως κορυφαία πάλι του χορού των αρετών αποβλέπει στην τελεία κάθαρση και τον αγιασμόν του όλου ανθρώπου. Ουδεμία αρετή δύναται να παραμείνει σταθερή μέσα μας, εάν η καρδιά μας δεν επικαλείται συνεχώς το όνομα του Ιησού Χριστού, μας βεβαιώνει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος.
Όταν η πονεμένη μας προσευχή συνοδεύεται από πίστη δυνατή, τότε γίνονται θαύματα. Αν θέλετε το τοποθετούμε διαφορετικά πιστεύοντες απόλυτα στη δύναμη της προσευχής προς τον Χριστόν, την Παναγία και τους Αγίους, και πάλιν το θαύμα πραγματοποιείται. Η προσευχή μας όταν γίνεται με συντριβή και ταπείνωση, γεννά το πένθος, τα δάκρυα, την κατάνυξη, την μετάνοια, την αγάπη, την ελπίδα, και όλες τις άλλες αρετές.
Πώς όμως θα αποκτήσουμε υπομονή στις θλίψεις της ζωής, χωρίς έμπονη προσευχή προς τον Σωτήρα μας Χριστό;
Και πώς θα συγχωρούμε καθημερινά τον κακό γείτονά μας, τον αχάριστο συγγενή μας, ή τον δύστροπο και πονηρό συνάνθρωπό μας χωρίς προσευχή προς τον Χριστόν;
Και πώς θα συγχωρούμε τους εχθρούς μας και θα τους αγαπάμε με όλη μας την καρδιά όπως εντέλλεται ο λόγος του Θεού, αν η προσευχή μας δεν μοιάζει με την προσευχή του Χριστού στον Κήπο της Γεθσημανή και πάνω στο Σταυρό; «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι».
Και τώρα ας θέσουμε ένα βασικό πνευματικό θέμα. Αν πραγματικά θέλουμε να μάθουμε και επιθυμούμε με όλη μας την καρδιά το πώς να προσευχόμεθα ενώπιοι ενωπίω, το πώς δηλαδή θα προσευχόμεθα σα να είναι ακριβώς μπροστά μας ο Χριστός, που αυτό πραγματοποιείται στο βάθος της καρδιάς μας, θα πρέπει να επικαλούμεθα εξ όλης ψυχής και διανοίας, όπως το Πνεύμα το Άγιο, ο Παράκλητος, να μας διδάξει απλανώς την αληθινή προσευχή, την λεγομένη καρδιακή, με τους δικούς της ακαταλήπτους αλαλήτους στεναγμούς.
Ναι αδελφοί μου, ναι χριστιανοί μου, το τι και το πώς και το πότε δει προσευξόμεθα, ουκ οίδαμεν, αλλ’ αυτό το Πνεύμα το Άγιον υπερτυγχάνει υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις.
Το άγιον Πνεύμα θα μας μάθει πώς και πότε να προσευχόμεθα με ασφάλεια και σιγουριά χωρίς τον κίνδυνο της πλάνης, των φαντασμάτων και των φώτων και πολλών άλλων καταστάσεων διαβολικών.
Εμείς όμως μαζί με την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με” θα ζητάμε κατά
πρώτον να αγιάζεται το όνομα του Θεού με τη ζωή μας, με τα έργα μας, τα οποία θα πρέπει να είναι έργα άξια της μετανοίας, έτσι τελείωσε σήμερα το Αποστολικόν μας Ανάγνωσμα.
Δεύτερον να ζητάμε την δόξαν του Αγίου Θεού πάνω δω στη γή, και
τρίτον να γίνεται το δικό Του πάντοτε θέλημα και όχι το δικό μας. «Γεννηθήτω το θέλημά Σου ως εν ουρανώ και επί της γής, ζητείτε την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού, δηλαδή, την πραγματοποίηση της αρετής, μέσα στην δική σας, και πάντα ταύτα προστεθήσεται υμίν», δηλαδή όλες οι βασικές υλικές ανάγκες οπωσδήποτε θα τις καλύπτει ο Θεός Πατέρας.
Θα μας μάθει ακόμα το Πανάγιον Πνεύμα και τον πόλεμο κατά των πολλών μας παθών, για να γκρεμισθεί το μεσότειχον της αμαρτίας αλλά και της φοβεράς κακίας του διαβόλου που φράζει και κλείνει τον δρόμο από τον νού στην καρδιά, διότι τελικά αυτός είναι ο κυριότερος σκοπός της προσευχής. Πως θα βυθιστεί ο νούς μας αμετεώριστα και αφάνταστα, ανίδεα και ανεμπόδιστα, μέσα στο βάθος της καρδιάς μας.
Το Άγιον Πνεύμα θα μας μάθει επίσης πώς να ενδυναμώνεται με την επίκλησιν του παντοδυνάμου ονόματος του Ιησού Χριστού η αδύνατη θέλησή μας, και πώς να τελειοποιείται η αγαθή προαίρεσίς μας,
ακόμα να μας μάθει πώς να καθαρίζεται ο σκοτισμένος μας νούς και
πώς να εμβολιάζεται πνευματικά με την ευχή η αγριελαία της ψυχής μας και να μεταβάλλεται σε κατάκαρπη καλλιελαία.
Θα μας μάθει επίσης το Άγιον Πνεύμα
πώς θα καταστήσει τον νούν και την καρδιά μας ναόν Του, διότι είναι γνωστόν στους νηπτικούς Πατέρας της Εκκλησίας μας πώς ο Πανάγιος εν Τριάδι Θεός εισέρχεται και κατοικεί μέσα στην καθαρά καρδιά όπου και αποκαλύπτει αρρήτως τα άρρητα μυστήρια. Το βεβαιώνει και ο ίδιος ο Κύριος στο Ευαγγέλιό Του ότι «προς αυτόν ελευσόμεθα, εγώ ως Υιός, ως Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, ο Πατέρας και το Άγιον Πνεύμα, και προς αυτόν ελευσόμεθα και παρ’ αυτώ μονήν ποιήσωμεν».
Ναι, η συντετριμμένη λοιπόν και αγαπώσα καρδία δια της προσευχής έχει προσωπική της συναίσθηση, έχει προσωπική την συνάντηση μετά του Αγίου Θεού μέσα της, κατά τρόπον ακατάληπτον και αλάλητον. Αυτά δε λέγονται με λόγια.. Είναι προσφορά και διδασκαλία της Εκκλησίας μας, διότι όλοι σας γνωρίζετε και όλοι μας ξέρουμε ότι δεν πρέπει να λέμε ψέματα. Δεν πρέπει να απατούμε, δεν πρέπει να αδικούμε, δεν πρέπει να κάνουμε ή το ένα ή το άλλο το αρνητικό. Και αντιθέτως δε να κάνουμε και το θετικό, να κάνουμε το καλό, να πηγαίνουμε στην Εκκλησία, να εξομολογούμεθα, να κοινωνούμε των Αχράντων Μυστηρίων, να ελεούμε, να προσευχόμεθα, να καλλιεργούμε τις αρετές, να τηρούμε τις εντολές και τόσα άλλα πράγματα.
Αλλά όμως δε φτάνει μόνο αυτά. Θέλουμε και μία ζωντανότερη και δυνατότερη επαφή με τον Κύριό μας τον Ιησούν Χριστόν, και αυτό πραγματοποιείται με την ευχή. Δηλαδή με το “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”.
Το Άγιον Πνεύμα το οποίον υπερτυγχάνει υπέρ ημών στεναγμούς αλαλήτους, με αυτούς τους αλαλήτους στεναγμούς και τους ανασασμούς Του, μας μαθαίνει μέσα από τη ματωμένη εμπειρία της καθάρσεως των παθών μας, διότι αυτή άλλος σκοπός της ζωής μας είναι τηρούντες τις εντολές να καθαριζόμεθα από τα πάθη και τις αδυναμίες μας, γι’ αυτό και η προσευχή μας πρέπει να είναι αέναη, ακατάπαυστη, αδιάλειπτη και αδιάκοπη, όπως η αναπνοή μας, όπως η ανάσα μας, όπως οι παλμοί της καρδιάς μας. Και τότε τα θαύματα θα πραγματοποιούνται.
Ναι αδελφοί μου δεν είναι τίποτα να καθίσουμε λιγάκι το βραδάκι έστω και για πέντε λεφτά της ώρας, αν δεν μπορούμε όρθιοι καθισμένοι σε ένα σκαμνάκι, ακουμπισμένοι στον τοίχο, και κει να λέμε την ευχούλα με το κομποσχοινάκι στο χέρι, “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”.
Επαναλαμβάνω όμως, ότι για να έχουμε πρόοδο στην πνευματική μας προσευχή, χρειάζεται να προηγείται η κάθαρσις από τα πάθη μας, με νηστεία, κατά δύναμιν νηστεία βέβαια, διότι τώρα άλλοι από μας έχουν γεράσει και οι περισσότεροι είναι γεμάτοι από ασθένειες. Με αγρυπνία κατά δύναμιν, με εγκράτεια κατά δύναμιν, με προσευχή συνεχή, για να εξαφανιστούν όλα τα πάθη και οι αδυναμίες μας, αλλά και οι ιδιοτροπίες μας όμως, και οι κακές μας συνήθειες, και οι πονηρές μας επιθυμίες και όλων των ειδών τα κακά συναπαντήματα όπως και οι κακοί μας λογισμοί.
Έτσι καθαρίζεται ψυχοσωματικά ο αγωνιζόμενος πιστός χριστιανός. Και τότε καθίσταται μακάριος.
Μακάριος διότι του χαρίζεται κατά χάριν η Βασιλεία του Θεού, αφού ήδη είναι πτωχός τω πνεύματι, και ο Θεός «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ουκ εξουδενώσει». Και στους ταπεινούς δίδει την χάριν και «παν δώρημα τέλειον» και αυτήν ακόμα την χαρά του Παραδείσου, ΜΟΝΟΝ στην ταπεινή καρδιά την προσφέρει ο Θεός.
Και είναι ακόμα μακάριος όχι μόνον διότι πενθεί καθημερινώς διά τις αμαρτίες του, διότι είναι αμαρτωλός, και κτυπάει το στήθος του, παρόλες τις καλοσύνες που κάνει και τον καλό τον λόγο που λέγει και την καλή προσφορά των έργων που έχει – δεν πιστεύουμε εμείς στην εργοσωτηρία – χτυπάει το στήθος του και φωνάζει, «ο Θεός μου ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ».
Και μέσα σ’ αυτήν την αμαρτωλότητα τοποθετεί και τον σύντροφόν του, τοποθετεί και το παιδί του, τοποθετεί και τον αδελφό του, τοποθετεί και τον γείτονα, τοποθετεί τον οποιονδήποτε συνάνθρωπο ακόμα και αυτόν τον εχθρόν, τον άσπρο, τον μαύρο, τον κόκκινο, τον κίτρινο. «Ο Θεός μου, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», φώναξε ο Τελώνης και εδικαιώθη. Και ο άλλος που καμάρωνε για τα έργα του, τάχασε, διότι υπερηφανεύθηκε.
Αλλά πρέπει όμως να φωνάζουμε και την κραυγή του ληστού, «Μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη Βασιλεία Σου», διότι ΘΑ ΕΛΘΕΙ, όχι μόνον κατά την Δευτέρα Παρουσία, αλλά όταν θα κλείνουμε τα μάτια μας. Και τότε θα θυμηθούμε τον μακαρισμό που λέγει «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».
Αν περιμένουμε τον Θεόν να Τον δούμε στην Βασιλεία των Ουρανών, λέγει ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, ματαιοπονούμε. Να κάνουμε συνεχή και αδιάλειπτη και επίμονη καθημερινή και νυκτερινή προσευχή, για να δούμε τον Θεόν μέσα στην καρδιά μας.
Με μία αγάπη απέραντη που να απλώνεται προς όλον τον κόσμον, προς όλους τους ανθρώπους. Και να κλαίμε και να χύνουμε δάκρυα όχι μόνο για τη δική μας αμαρτωλότητα και αμαρτία, αλλά για τις αμαρτίες όλου του κόσμου.
Τι να συνεχίσουμε…
Είχα τόσα πολλά να σας πω, αλλά αυτά είναι αρκετά και αφού οι πρεσβείες
των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και
της Αγίας Φωτεινής
να συνοδεύουν πάντοτε τη ζωή όλων σας και
να σας δίνουν τη δύναμη να έχετε
καθαρή προσευχή,
καθαρούς λογισμούς,
αγνές πράξεις και
συμμετοχή στα Πανάγια Μυστήρια,
Αμήν.