Ἡ παραβολή τοῦ ἄφρονα πλουσίου (Anthony Bloom, Metropolitan of Sourozh)

Σ΄εκείνο τον άνθρωπο, ο οποίος αποφάσισε να αποθηκεύσει όλο τον πλούτο του για να μην μπορεί κανείς να του τον αφαιρέσει, ο Χριστός λέει: Ανόητε! Αυτή τη νύχτα θα παραδώσεις τη ζωή σου! Αυτά, λοιπόν, που ετοίμασες, σε ποιον θα ανήκουν? Μπροστά σε καθέναν από μας στέκεται ο θάνατος. Αυτό μας θυμίζει το Ευαγγέλιο ξανά και ξανά. Δεν το κάνει, όμως, για να μας τρομάξει με το θάνατο, αλλά για να δώσει στη ζωή μας ένα καινούργιο, εντελώς άφταστο βάθος. Ζούμε επιπόλαια, ζούμε με αναρίθμητα πράγματα, τα οποία, όμως, είναι γενικά πολύ ασήμαντα για την καρδιά μας και μάλιστα για το νου ενός ανθρώπου. Πόσες άδειες, ανόητες και άκαρπες σκέψεις περνάνε κάθε μέρα από το μυαλό μας? Πόσα συναισθήματα αλλάζουν στην ψυχή μας, χωρίς να αφήσουν κάποια βαθιά ίχνη? Έρχονται και φεύγουν χωρίς νόημα σαν σύννεφα στον καλοκαιρινό ουρανό. Όλα αυτά είναι αρκετά ασήματα για έναν άνθρωπο, για τον καθέναν από μας. Και ο Κύριος μας θυμίζει συνέχεια στο Ευαγγέλιό Του και μέσω της ίδιας της ζωής, ότι ο θάνατος βρίσκεται με έναν θαυμάσιο τρόπο κοντά σ΄όλους μας και μόνο εκείνος μπορεί να βάλει τα πράγματα στη θέση τους.
Θυμάμαι τον καιρό, όταν πέθαινε η μητέρα μου.
Και οι δυο μας γνωρίζαμε ότι ο θάνατος θα την πάρει σύντομα. Πλησίαζε σε μας όλο και περισσότερο και ζούσαμε τρια χρόνια μαζί του. Και κατά τη διάρκεια αυτών των χρονών είχαμε καταλάβει, ακριβώς επειδή ο θάνατος ήταν τόσο κοντά μας, ότι η ζωή είναι πολύ όμορφη και πολύτιμη. Όχι με την έννοια, ότι πρέπει να παλέψει κανείς γι΄αυτή όσο μπορεί, για να μην πεθάνει, αλλά ότι όλο το περιεχόμενό της μπορεί να αποκτήσει ένα τόσο θαυμάσιο βάθος, το οποίο μόνο ο θάνατος μπορεί να της δώσει. Κάθε λέξη μπορεί να είναι η τελευταία. Άραγε μπορεί να είναι άδεια ή ασήμαντη ή – ακόμη χειρότερα – να την πούμε με θυμό, γεμάτη με πικρότητα και με κακό, καταστροφικό τόνο? Όλα όσα κάνουμε μπορεί να είναι τα τελευταία. Άραγε δεν θα έπρεπε να εκφράσει το πιο βαθύ και θαυμάσιο ό,τι καλύτερο υπάρχει σε μία σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων? Το ξεχνάμε, γιατί μας φαίνεται ότι έχουμε ακόμα αρκετό χρόνο μπροστά μας για να διορθώσουμε τα λάθη μας αργότερα, για να θεραπεύσουμε ψυχικά τραύματα και να παρηγορήσουμε ανθρώπους αργότερα. Μπορεί, όμως, τότε να είναι πολύ αργά. Ο ένας ή ο άλλος μπορεί να έχει πεθάνει.
Μα και τότε μπορεί να μην είναι αργά. Και τότε μπορεί κανείς να στραφεί προς τον Θεό, Ο οποίος μπορεί να μας συμφιλιώσει. Για μερικά πράγματα, όμως, θα είναι αργά τότε. Αργά για να παρηγορείς κάποιον, αργά για να είσαι τρυφερός σε κάποιον, αργά για να χαροποιήσεις κάποιον, αργά να χαρίσεις σ΄έναν άνθρωπο την τελευταία ευτυχία του. Μ΄αυτή την έννοια θέλει ο θάνατος να μας θυμίσει, ότι η ζωή, την οποία κάνουμε τόσο ρηχή, θα μπορούσε να είναι τόσο βαθιά. Το Ευαγγέλιο, ο Χριστός, η ζωή η ίδια μας θυμίζουν το θάνατο, όχι για να μας απειλήσουν, άλλα για να ζήσουμε βαθιά, ανάλογα με τη βαθιά και ευαίσθητη ανθρώπινη καρδιά και το μεγάλο, συνετό ανθρώπινο νού μας.
Ας μην μαζέψουμε στο θησαυροφυλάκιο της καρδιάς και του νου μας κάτι που είναι τόσο μικρό και ασήμαντο, που κάνει να γίνουμε και εμείς μικρόψυχοι. Καλύτερα να αναρωτιόμαστε συνέχεια: σε κάθε συνάντηση, σε όλες τις καταστάσεις, στις οποίες βρισκόμαστε, σε όλες τις σχέσεις μας με κάθε άνθρωπο και γενικά σχετικά με όλα στη ζωή μας, τα εξής: Πώς θα φερόμουν, αν αυτή ήταν η τελευταία στιγμή της ζωής μου? Τί λέξη θα έλεγα? Τί θα έκανα? Ποιός θα ήμουν γι΄αυτόν, ποιός για εκείνη, ποιός γι΄αυτούς? Αν μόνο το συνειδητοποιούσαμε – Θεέ μου – τί βαθιά και σημαντική θα γινόταν η ζωή για μας! Κάθε άνθρωπος θα είχε σημασία για μας, και πόσο θα ενεργούσαμε στη ζωή μας, πραγματικά άξια της ανθρώπινης ζωής μας, άξια του μεγαλείου του Ανθρώπου και άξια της δόξας του Θεού μας!
http://www.bogoslov.ru/greek/text/2286966.html
http://blogs.sch.gr/kantonopou

Share Button