Γέροντος ἱερομ. Πετρωνίου Τανάσε
Εἶχε ἔλθει πρό ἐτῶν ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος. Ἕνα διάστημα ἐργάσθηκε σέ ἐνορία σάν ἱερεύς, κατόπιν ἀνεχώρησε γιά τήν μονή Συχαστρία, ὅπου ἔκαμε μία ἡσυχαστική ζωή, συμμετέχοντας ἀνελλειπῶς σ᾿ ὅλες τίς ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου. Ἦτο τό μεσοδιάστημα τοῦ μηνός Νοεμβρίου. Ἐξωμολογήθηκε, συγχωρέθηκε μέ τούς πατέρες καί ἀδελφούς καί κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἔλεγε ὁ ἱερεύς ἐφημέριος ὅτι, ἀφ᾿ ὅτου ἔλαβε ὁ π. Νεῖλος τήν Θεία Κοινωνία, ἔλεγε ψιθυριστά μέσα του: «Γιά τελευταία φορά, γιά τελευταία φορά…». Στήν ἑορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, μετά τήν Θεία Λειτουργία, ἐπῆγε στήν τράπεζα, ἀλλά πρίν ἀπό τό φαγητό δέν αἰσθανόταν καλά. Μερικοί ἀδελφοί τόν βοήθησαν νά πάη στό κελλί του, ξάπλωσε στό κρεββάτι καί ἐκοιμήθη τόν αἰώνιο ὕπνο· τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Κυρίας Θεοτόκου, στῆς ὁποίας τό Περιβόλι ἔζησε 40 ὁλόκληρα χρόνια. Μέσα στά λίγα πράγματά του, εὑρέθηκε καί μία ἐπιστολή-διαθήκη, πού ἀπευθυνόταν πρός τόν ἡγούμενο: «Παρακαλῶ συγχωρέστε με! Ἀναχωρῶ γιά τό ἀνεπίστροφο ταξίδι μου. Νά μοῦ ἑτοιμάσετε τό μνῆμα μου κατά τήν καλογερική τάξι καί νά μέ μνημονεύετε, διότι καί ἐγώ εἶμαι τέκνον τῆς ἀδελφότητος. Ἐάν θά εὕρω ἔλεος ἀπό τόν Θεό, θά σᾶς μνημονεύω κι ἐγώ». Ἕνας πατήρ τῆς ἀδελφότητος, τόν ἐρώτησε κάποτε: -Πάτερ Νεῖλε, μετά ἀπό τόσα χρόνια μοναχικῆς ζωῆς, ἔχεις ἐλπίδα ἡ ὁσιότης σου νά σωθῆς; -Τί λόγος εἶναι αὐτός; Ἀπήντησε ὁ Γέροντας. Μέ ἀξίωσε ὁ Κύριος νά μείνω τόσα χρόνια στόν Ἄθωνα, νά πάω τέσσερεις φορές στά Ἰεροσόλυμα καί νά λειτουργήσω στόν Πανάγιο Τάφο καί μετά ἀπό τόσες εὐλογίες νά ἀμφιβάλλω γιά τό ἔλεός Του; Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι εἶμαι κι ἐγώ ἀδύνατος καί μέ ἁμαρτωλά ἔργα στήν ζωή μου, ἀλλά γιά τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ δέν εἶχα ποτέ μου τήν παραμικρή ἀμφιβολία.