Ἡ αἰτία ποὺ δὲν διακρίνουμε ὀρθὰ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ποὺ εἴπαμε καὶ ἄλλα πολλά, εἶναι γιατὶ δὲν τὰ σκεφτόμαστε στὸ βάθος τους ποιὰ εἶναι, ἀλλὰ πιάνουμε τὴν ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος σὲ αὐτά, ἀμέσως ἀπὸ μόνη τὴν ἐξωτερική τους μελέτη καὶ ἐμφάνισι.
Ἔτσι ὅταν, ἡ ἀγάπη τους ἢ τὸ μῖσος προλαβάνουν καὶ σκοτίζουν τὸ νοῦ μας καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τὰ διακρίνῃ σωστά, ὅπως εἶναι στὴν ἀλήθεια (14).
Λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ μου, ἐὰν θέλῃς νὰ μὴν βρῇ τόπον ἡ πλάνη αὐτὴ στὸ νοῦ σου, πρόσεχε καλά· καὶ ὅταν, ἢ βλέπῃς μὲ τὰ μάτια ἢ μελετᾷς μὲ τὸ νοῦ κανένα πρᾶγμα, κράτα ὅσο μπορεῖς τὴν θέλησί σου καὶ μὴ τὴν ἀφήσῃς νὰ τὸ ἀγαπήσῃ ἢ νὰ τὸ μισήσῃ, ἀλλὰ παρατήρησέ το μὲ τὸ νοῦ μοναχά.
Πρὶν ἀπ᾿ ὅλα, ὅμως, σκέψου φρόνιμα, ὅτι ἂν αὐτὸ εἶναι ὀδυνηρὸ καὶ ἀντίθετο στὴν φυσική σου κλίσι, παρακινεῖσαι ἀπὸ τὸ μῖσος νὰ τὸ ἀποστρέφεσαι. Ἂν ὅμως σοῦ προξενῇ εὐχαρίστησι, παρακινεῖσαι ἀπὸ τὴν ἀγάπη νὰ τὸ θέλῃς. Γιατὶ, τότε ποὺ ὁ νοῦς σου δὲν εἶναι ζαλισμένος ἀπὸ τὸ πάθος, εἶναι ἐλεύθερος καὶ καθαρὸς καὶ μπορεῖ νὰ γνωρίσῃ τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ διαπεράση μέσα στὸ βάθος τοῦ πράγματος, ποὺ τὸ κακὸ εἶναι κρυμμένο κάτω ἀπὸ τὴν ψεύτικη εὐχαρίστησι ἢ ποὺ τὸ καλὸ εἶναι σκεπασμένο κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ κακοῦ.
Ἂν ὅμως ἡ θέλησις πρόλαβε νὰ τὸ ἀγαπήσῃ ἢ νὰ τὸ μισήσῃ, δὲν μπορεῖ πλέον ὁ νοῦς νὰ τὸ γνωρίσῃ καλά, καθὼς πρέπει· διότι ἐκείνη ἡ διάθεσις, ἢ καλύτερα νὰ πῶ, ἐκεῖνο τὸ πάθος ποὺ μπῆκε στὸ μέσο, σὰν τεῖχος, ζαλίζει τὸ νοῦ τόσο, ποὺ νομίζει τὸ πρᾶγμα ἄλλο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ εἶναι στὴν ἀλήθεια καὶ τὸ περνᾷ ὡς τέτοιο στὴν ἐπιθυμία, ἡ ὁποία ὅσο πηγαίνει μπροστὰ καὶ περισσότερο ἀγαπᾷ ἢ μισεῖ τὸ πρᾶγμα ἐκεῖνο, τόσο καὶ ὁ νοῦς σκοτίζεται περισσότερο καὶ ἔτσι σκοτισμένος, κάνει πάλι νὰ φαίνεται στὴν ἐπιθυμία τὸ πρᾶγμα ἐκεῖνο περισσότερο ὅσο ποτὲ ἀγαπητὸ ἢ μισητό.
Ἔτσι ὅταν δὲν τηρῆται ὁ παραπάνω κανόνας ποὺ εἶπα, (ὁ ὁποῖος εἶναι πολὺ ἀναγκαῖος σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν ἐκγύμνασι), δηλαδή, τὸ νὰ κρατᾷς τὴν ἐπιθυμία σου ἀπὸ τὴν ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος τοῦ πράγματος, αὐτὲς οἱ δυὸ δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ὁ νοῦς δηλαδὴ καὶ ἡ θέλησις, προχωροῦν πάντα κακῶς, σὰν σὲ κύκλο, ἀπὸ τὸ σκοτάδι σὲ βαθύτερο σκοτάδι καὶ ἀπὸ τὸ σφάλμα σὲ μεγαλύτερο σφάλμα.
Λοιπόν, φυλάξου, ἀγαπητέ, μὲ κάθε εἴδους προσοχή, ἀπὸ τὴν ἐμπαθῆ ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος τοῦ κάθε πράγματος, τὸ ὁποῖο δὲν ἔφθασες νὰ ἐρευνήσῃς καλὰ πρότερα μὲ τὸ φῶς τοῦ νοῦ καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου, μὲ τὸ φῶς τῶν θείων Γραφῶν, μὲ τὸ φῶς τῆς χάριτος καὶ τῆς προσευχῆς καὶ μὲ τὴν κρίση τοῦ πνευματικοῦ σου πατρὸς γιὰ νὰ μὴν κάνῃς λάθος καὶ νὰ ὑπολογίζῃς τὸ ἀληθινὰ καλὸ γιὰ κακὸ καὶ τὸ ἀληθινὰ κακὸ γιὰ καλό.
Καθὼς αὐτὸ συμβαίνει νὰ γίνεται, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, σὲ κάποια ἔργα, τὰ ὁποῖα φαίνονται μὲν καθ᾿ ἑαυτὰ πὼς εἶναι καλὰ καὶ ἅγια, γιὰ μερικὲς ὅμως περιστάσεις· δηλαδὴ γίνονται ἢ παράκαιρα ἢ σὲ σχετικὸ τόπο ἢ μὲ ἀνάλογο μέτρο, προξενοῦν ὅμως μεγάλη βλάβη σὲ ἐκείνους ποὺ τὰ ἐπιχειροῦν, καθὼς γνωρίζουμε πολλοὺς ποὺ κινδύνευσαν σὲ παρόμοια ἐπαινετὰ καὶ ἁγιώτατα ἔργα.
________________________________________________________________________________
14. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ θεολόγος Γρηγόριος, σύμφωνα μὲ αὐτὸ λέει, ὅτι ἀπὸ τὴν ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος, συνηθίζει νὰ κλέβεται ἡ ἀλήθεια· «δὲν ὑπάρχει τίποτε τόσο εὐχάριστο στοὺς ἀνθρώπους, ὅσο τὸ νὰ συζητοῦν τὰ ξένα, καὶ μάλιστα ὅταν ἐπηρεάζωνται ἀπὸ μῖσος ἢ συμπάθεια γιὰ κάποιον, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων, ὡς συνήθως, ἐξαφανίζεται ἡ ἀλήθεια» (Λόγ. ἀπολογητικ.)