ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΣΕΡΒΙΑ
πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος
εφημ. Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Νέας Καλλιπόλεως Πειραιώς
Ἐν Πειραιεῖ 2-8-2014
Ἡ ἄκτιστος Χάρις τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ παρεῖχε τήν ἰδιαίτερη τιμή καί εὐλογία στήν ἐλάχιστότητά μας νά συμμετάσχουμε στήν ὀκταήμερη προσκυνηματική ἐκδρομή, πού πραγματοποίησε ἀπό 7 ἕως 14 Ἰουλίου ἐ.ἔ. ἡ Ἱερά Μονή Ἁγίας Τριάδος Ἄνω Γατζέας Βόλου, Μετόχιον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαῦρας Ἁγίου Ὄρους, στή Σερβία καί τή Βουδαπέστη.
Ἡ ἀπόλυτη ἐπιτυχία τῆς προσκυνηματικῆς αὐτῆς ἐκδρομῆς ὠφείλεται κατ’ἀρχήν στήν παρουσία τοῦ ἁγίου Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς καί πνευματικοῦ μας πατρός, πανοσιολογιοτάτου ἀρχιμανδρίτου π. Γρηγορίου καί κατά δεύτερον στήν ἄρτια καί ἐξαιρετική διοργάνωση τοῦ ἀδελφοῦ τῆς Μονῆς, π. Συμεών, γεγονός τό ὁποῖο εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἀθρόα προσέλευση καί συμμετοχή ἰκανοῦ ἀριθμοῦ ἀδελφῶν ἐν Χριστῶ στήν ἐκδρομή.
Ἐν πρώτοις θά πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι ὁ χῶρος τοῦ λεωφορείου τοῦ ἐξαίρετου ὀδηγοῦ μας κ. Δημητρίου Μαντέλα μεταμορφώθηκε ὅλες αὐτές τίς ἡμέρες σέ μία κατ’οἶκον Ἐκκλησία, σ’ ἕνα μικρό μοναστηράκι, ἀφοῦ καθημερινῶς πρωΐ καί ἀπόγευμα τελούσαμε τίς ἀκολουθίες τοῦ Ὄρθρου, τοῦ Ἑσπερινοῦ καί τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου.Ἐπίσης, δέν θά ἦταν ὑπερβολή νά ποῦμε ὅτι ὁ χῶρος τοῦ λεωφορείου μεταβλήθηκε σ’ ἕνα μικρό φροντιστήριο Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἀφοῦ ὁ Γέροντας ἀναφέρθηκε διεξοδικά στό ἐκκλησιολογικό θέμα : «Ποιά εἶναι τά χαρακτηριστικά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», κάνοντας ἄριστη θεολογική ἑρμηνεία στό ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως «Πιστεύω… εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν», μέ ἀρκετές ἀντιαιρετικές, ἀντιπαπικές καί ἀντιοικουμενιστικές ἀναφορές. Ἀναπτύχθηκαν, ἐπίσης, κι ἄλλα θέματα, ὅπως «Ἡ ἀξία τῆς Κυριακῆς ὡς ἡμέρας Κυρίου καί ἡ προσπάθεια καταργήσεώς της», «Ἡ Δ’ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος», «Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ κατά τόν ἅγιο Νικόδημο τον Ἁγιορείτη», «Τό σχίσμα τοῦ ζηλωτικοῦ παλαιοημερολογιτισμοῦ» κ.ἄ. Ἰδιαίτερο χρώμα ἔδωσαν οἱ κωμικοῦ, διδακτικοῦ καί παιδαγωγικοῦ χαρακτῆρος ταινίες (DVD), πού παρακολουθήσαμε, κατά τήν διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ.
Τήν πρώτη ἡμέρα (Δευτέρα 7 Ἰουλίου), περάσαμε τά ἑλληνικά, τά σκοπιανά καί τά σερβικά σύνορα. Στά σκοπιανά σύνορα, ἀλλά καί διασχίζοντας τά Σκόπια, μετά λύπης καί ἀγανακτήσεως παρατηρήσαμε τήν ἀπαράδεκτη καί παράνομη οἰκειοποίηση ἐκ μέρους τῶν Σκοπίων τῶν ἑλληνικῶν ὀνομάτων «Μακεδονία» καί «Μέγας Ἀλέξανδρος» καί τῆς σημαῖας τῆς Βεργίνας, ἀποδίδοντας βεβαίως καί τίς ἀνάλογες εὐθύνες στίς ἑλληνικές κυβερνήσεις, οἱ ὁποίες κατά κόρον ἐφαρμόζουν τήν τακτική τῶν ὑποχωρήσεων στήν ἐξωτερική τους πολιτική. Στά σκοπιανά σύνορα ὑπῆρχαν σημαῖες τῆς Βεργίνας καί πινακίδες, πού ἔγραφαν «Καλωσήρθατε στήν ‘Μακεδονία’» (Wellcome to Macedonia). Καθ’ὅλη τήν διάδρομη πρός τά σερβικά σύνορα, παρατηρήσαμε ἀμέτρητες μεγάλες πινακίδες, πού ἕγραφαν«Πρός ἀεροδρόμιο ‘Μέγας Ἀλέξανδρος’». Στα σερβικά σύνορα κάναμε συνάλλαγμα σέ δηνάρια, τό τοπικό νόμισμα τῆς Σερβίας (1€=113 δηνάρια). Μετά ἀπό ἕνα κουραστικό, ἀλλά μέ συνεχεῖς στάσεις, ταξίδι δεκατεσσάρων (14) ὠρῶν, φτάσαμε γιά προσκύνημα στήν Ἱ. Μ. Στουντένιτσα.
Ἡ Στουντένιτσα εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα καί πλουσιότερα μοναστήρια τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί βρίσκεται κοντά στή σερβική πόλη τοῦ Κράλιεβο. Τό μοναστήρι εἶναι ἀφιερωμένο στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου καί εἶναι ἰδιαίτερα γνωστό γιά τή συλλογή τῶν τοιχογραφιῶν ἀπό τόν 13ο καί τόν 14ο αἰώ. Στή συνέχεια κατευθυνθήκαμε γιά τόΚράλιεβο, τήν πόλη τῶν Βασιλέων, ὅπου καί διανυκτερεύσαμε.
Ἱ. Μ. Στουντένιτσα.
Τήν δεύτερη ἡμέρα (Τρίτη 8 Ἰουλίου) ἀναχωρήσαμε γιά τήν κοιλάδα τῶν Βασιλέων στή ΝΔ Σερβία.
Ἐπισκεφθήκαμε τρία ἐμβληματικά μοναστήρια. Πρώτη μας στάση ἡ Ἱ. Μ. Ζίτσας. Ἐδῶ εἶναι πού ὁ πρώτος Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Σερβίας, ὁ Σάββας, ἔστεψε τόν ἀδελφό του ὡς τόν πρώτο Βασιλιά τῆς Σερβίας.
Συνεχίσαμε γιά τό Βάλιεβο, πού εἶναι κτισμένο στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Κολουμπάρα. Ἐδῶ ἐπιβιβαστήκαμε σέ τοπικά ταξί, γιά νά ἐπισκεφθοῦμε τήν Ἱ. Μ. Τσέλιε, πού βρίσκεται σέ ἀπόσταση 6 χλμ νοτιοδυτικά τῆς πόλεως.
Κύριος σκοπός τῆς ἐκδρομῆς ἦταν τό προσκύνημα στή Μονή, πού ἔζησε ὁ Ὅσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, ὅπου βρίσκεται ὁ ἀπέριττος τάφος του καί φυλάσσονται τά λείψανά του, τά ὁποία εἶναι ὁ μεγαλύτερος θησαυρός, πού φυλάσσει ἡ μονή καί προσφέρει πρός προσκύνηση, εὐλογία καί παρηγορία τῶν δεκάδων προσκυνητῶν. Ὁ Ὅσιος ἐγκαταβίωσε στή μονή ἐπί 28 συνεχόμενα ἔτη μέχρι τῆς κοιμήσεώς του τό 1979. Σημειωτέον ὅτι ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου εἶναι τῶρα κενός, διότι πρίν ἀπό 1½ περίπου μήνα, στίς 14 Ἰουνίου ἐ.ἔ., ἡμέρα τῆς μνήμης του, ἔγινε ἡἀνακομιδή τῶν λειψάνων του[1], τά ὁποία τοποθετήθηκαν σέ εἰδική λάρνακα στόν διπλανό ναό. Ἐμεῖς τώρα γιά πρώτη φορά θά ἀξιωνόμασταν νά προσκυνήσουμε τά ἅγια καί χαριτόβρυτα λείψανά του. Σημειωτέον ὅτι ὁ Γέροντας Γρηγόριος καί οἱ Πατέρες εἶχαν ξαναέλθει στό παρελθόν στή Μονή. Μάλιστα ὁ Γέροντας ἀξιώθηκε νά δεῖ καί νά συναναστραφεῖ ἐν ζωῆ μέ τόν Ὅσιο Ἰουστίνο, διότι πολλές φορές ἐρχόταν ὁ Ὅσιος στήν Φλώρινα, τότε πού ἦταν καί ὁ Γέροντας μαζί μέ τόν ἀοίδιμο Σεβ. Μητροπολίτη Φλωρίνης κυρό Αὐγουστίνο Καντιώτη.
Πλησιάζοντας, λοιπόν, στό Μοναστήρι, γιά νά προσκυνήσουμε τά λείψανα τοῦ ἀντιαιρετικοῦ, ἀντιπαπικοῦ καί ἀντιοικουμενιστοῦ ὁσίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἦρθαν στό μυαλό μας τά κυριώτερα συγγράμματα τοῦ ὁσίου, ὅπως «Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος», «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός», ἡ ἀπαγορευτική διάγνωσή του περί τῶν συμπροσευχῶν μέ αἱρετικούς καί ἀλλοθρήσκους κ.ἄ. Ἤδη εἴχαμε φροντίσει καθ’ὁδόν στό λεωφορείο νά διαβαστεῖ ὁ συνοπτικός βίος τοῦ ὁσίου καί τό μοναδικό, ἀνεπανάληπτο, ἐξαίρετο καί αὐστηρό ὑπόμνημά του πρός τήν Σύνοδο τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας περί τῆς ἀπαράδεκτης συμμετοχῆς της στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν»(«Π.Σ.Ε.»), τό ὁποῖο οὐσιαστικά εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Αἱρέσεων, τοῦ Ἑωσφόρου καί τοῦ ψεύδους καί Παγκόσμιο Συνονθύλευμα τῶν Αἱρέσεων. Ἐπί τοῦ θέματος γράφει ὁ Ὅσιος :
«Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτό τό πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καί ὀργανισμός τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθῆ τόσον τερατωδῶς, ὥστε οἱ ἀντιπρόσωποί της, Θεολόγοι, ἀκόμη καί Ἱεράρχες, νά ἐπιζητοῦν τήν ὀργανωτικήν μετοχήν καί συμπερίληψιν εἰς τό «Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν»; Ἀλλοίμονον, ἀνήκουστος προδοσία»[2]. Στή σκέψη μας, ἐπίσης, ἦρθαν τά ὅσα λέγει γιά τόν Οἰκουμενισμό. Ὁ Οἰκουμενισμός ἔχει καταγνωστεῖ ὡς παναίρεση ὑπό τοῦ συγχρόνου ἁγίου γέροντος τῆς ἀδελφῆς Ἁγιοσαββιτικῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί καθηγητοῦ τῆς Δογματικῆς καί Οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου Ὁσίου καί Θεοφόρου Πατρός Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος στό ἐξαίρετο σύγγραμμά του «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός» σημειώνει :«Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανισμούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπισμό. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά τους εἶναι ἡ παναίρεσις»[3].
Ἐν τῶ μεταξύ μᾶς ἐνημέρωσαν ὅτι θά εἶναι κάπως δύσκολη ἡ ὑποδοχή καί ἡ περιποίησή μας στή Μονή, λόγω τῆς κοιμήσεως μιᾶς μοναχῆς, τῆς ὁποίας ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία γινόταν ἐκείνη τήν ὤρα. Εἰσήλθαμε στή μονή καί περιμέναμε μέχρι νά συγκεντρωθοῦμε ὅλοι, διότι ἐρχόμασταν μέ ταξί ἀνά τέσσερεις, λόγω τοῦ δυσβάτου τῆς περιοχῆς. Μέχρι νά συγκεντρωθοῦμε, τελείωσε ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία τῆς μοναχῆς καί μᾶς προϋπάντησαν τόσο ἡ ἁγία Καθηγουμένη τοῦ Μοναστηριοῦ, ὅσο καί ἕνας Σέρβος Ἱερομόναχος. Μετά ἀπό θερμή παράκληση ἐκ μέρους μας, ἡ ἁγία Καθηγουμένη καί ὁ Ἱερομόναχος ἔτειναν εὐήκοον οὖς, ἐκάμφθησαν καί δέχθηκαν ν’ ἀνοίξουν γιά χάρη μας τήν λάρνακα μέ τά ἅγια λείψανα τοῦ Ὁσίου Ἰουστίνου.
Συγκεντρωθήκαμε ὅλοι μέσα στό Ναό καί τότε ἔγινε τό ἀπροσδόκητο θαῦμα!!! Μόλις ὁ Ἱερομόναχος ἄνοιξε τήν λάρνακα, τά λείψανα τοῦ Ὁσίου ἄρχισαν νά εὐωδιάζουν μέ μιά ἄρρητη καί ἀνέκφραστη εὐωδία, ἡ ὁποία πλημμύρισε ὅλο τό Ναό καί ἔγινε ἀντιληπτή ἀπ’ ὅλους, μηδενός ἐξαιρουμένου. Ἡ εὐωδία κράτησε γιό ὅση ὤρα ἤμασταν στό Ναό, περίπου μισή ὤρα. Μερικοί ἀπό’ μᾶς δέν θέλαμε νά φύγουμε, προκειμένου νά γευθοῦμε ὅσο περισσότερο μπορούσαμε τήν ἄρρητη αὐτή εὐωδία, μιμούμενοι τόν Ἀπ. Πέτρο, πού ἔλεγε στόν Μεταμορφωθέντα Κύριό μας : «Κύριε, καλόν ἐστίν ἡμᾶς ὦδε εἶναι˙ εἰ θέλεις ποιήσωμεν ὦδε τρεῖς σκηνάς»[4]. Ὅλοι κοιταζόμασταν μεταξύ μας καί λέγαμε ὁ ἕνας στόν ἄλλο ὅτι τά λείψανα εὐωδιάζουν. Τά συναισθήματα δέους καί συγκίνησης, χαρᾶς καί εὐχαρίστησης, πού μᾶς κατέλαβαν, ἦταν ἀπερίγραπτα. Στή συνέχεια ψάλλαμε τό ἀπολυτίκιο τοῦ ὁσίου στά ἑλληνικά καί οἱ μοναχές στα σερβικά. Προσκυνήσαμε τά λείψανα καί ἀναχωρήσαμε. Ἡ βιωματική αὐτή ἐμπειρία τοῦ θαυμαστοῦ αὐτοῦ γεγονότος θά μείνει ὄντως ἀξέχαστη καί ἀνεξίτηλη γιά τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς μας.
Ἐξηγώντας ὁ Γέροντας τό θαυμαστό αὐτό γεγονός τῆς εὐωδίας τῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Ἰουστίνου, τόνισε ὅτι ἦταν ἡ ἀνταπόδοση τοῦ κόπου, στόν ὁποῖο ὑποβληθήκαμε, γιά νά ἔλθουμε ἀπό τήν Ἑλλάδα στήν Ἱ. Μ. Τσέλιε καί ἡ ὑποδοχή, πού μᾶς ἐπιφύλαξε ὁ Ὁσιος. Ἦταν, ἐπίσης, ἕνα δεἶγμα εὐαρεστήσεως τοῦ Ὁσίου πρός ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι, παρά τά πάθη μας, τήν ἀναξιότητα, τήν ἁμαρτωλότητα καί τήν μηδαμινότητά μας, ἀγωνιζόμαστε, μέ τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας καί ὅση ἡμῖν δύναμις, νά εἴμαστε ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι καί τῶ ὁσίω Ἰουστίνω, νά ἀκολουθοῦμε πιστά καί ἀπαρέγκλιτα τήν ἀντιαιρετική, ἀντιπαπική καί ἀντιοικουμενιστική γραμμή τῶν ἁγίων καί Θεοφόρων Πατέρων καί νά ἐνημερώνουμε τό Ὀρθόδοξο ποίμνιο γιά τήν χειρότερη ἐκκλησιολογική αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν καί τρομερή αὐτή λύμη καί μάστιγα τῆς ἐποχῆς μας, τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἐκθεμελιώνει ἐκ βάθρων τήν ταυτότητα καί τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ ἀπώτερο σκοπό μας τήν προφύλαξη καί τήν ἐν τέλει σωτηρία τοῦ ποιμνίου, ὅπως ἔκανε καί ὁ ὅσιος Ἰουστίνος. Ἦταν, τέλος, καί ἕνα μήνυμα συμπαραστάσεως, στηρίξεως καί ἐνθάρρυνσης τοῦ Ὁσίου πρός ἐμᾶς, γιά νά συνεχίσουμε σταθερά καί ἀταλάντευτα τόν ἀγῶνα μας.
Στή συνέχεια ὁ λόγος στράφηκε καί στήν σημερινή θλιβερή κατάσταση καί εἰκόνα τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μέχρι τῆς πατριαρχείας τοῦ Μακ. Πατριάρχου κυροῦ Παῦλου κρατοῦσε την αὐστηρή, Ὀρθόδοξη καί παραδοσιακή γραμμή τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τοῦ Ὁσίου Ἰουστίνου. Μετά τήν κοίμηση, ὅμως, τοῦ κυροῦ Παύλου καί τήν ἄνοδο στόν θρόνο τοῦ Μακ. Πατριάρχου κ. Εἰρηναίου, ἡ Σερβική Ἐκκλησία ἔκανε στροφή 180ο καί ἀπό παραδοσιακή μετατράπηκε σέ οἰκουμενιστική.
Σ’αὐτό συνέβαλαν τά μέγιστα μέ τήν στάση τους τά τρία πνευματικά τέκνα τοῦ Ὁσίου Ἰουστίνου, οἱ Ἐπίσκοποι Ἀμφιλόχιος Ράντοβιτς, Ἀθανάσιος Γιέφτιτς καί Εἰρηναῖος Μπούλοβιτς, ἀπό τούς ὁποίους θά περίμενε κανείς νά κρατήσουν τήν αὐστηρή καί παραδοσιακή γραμμή τοῦ Γέροντός τους. Ἐντούτοις, προδίδοντας τόν Γέροντά τους, κατάφεραν νά ὁδηγήσουν τήν Σερβική Σύνοδο στήν ἀπόφαση τῆς καθαιρέσεως τοῦ πνευματικοῦ τους ἀδελφοῦ καί μοναδικοῦ ἐναπομείναντος, πραγματικοῦ, αὐθεντικοῦ καί γνησίου διαδόχου τοῦ ὁσίου Ἰουστίνου, Σεβ. Μητρ. πρώην Ράσκας καί Πριζρένης κ. Ἀρτεμίου, καί τοῦ πρωτοσυγκέλλου του παν. ἀρχιμ. Συμεών Βιλόφσκυ ἐπειδή ἦταν ἐμπόδιο στά οἰκουμενιστικά τους σχέδια. Και δυστυχῶς τώρα πρωτοστατοῦν μαζί μέ τόν Μακ. Πατριάρχη κ. Εἰρηναῖο στίς οἰκουμενιστικές παρεκτροπές, συμπροσευχόμενοι παρανόμως καί ἀντικανονικῶς, συναγελαζόμενοι, συντρώγοντες, συμπίνοντες, ἀλληλοασπαζόμενοι καί ἀλληλολιβανιζόμενοι μέ παπικούς, προτεστάντες, μονοφυσίτες, ραββίνους καί μουσουλμάνους, προσκολλώμενοι στό ἄρμα τοῦ παπισμοῦ καί τοῦ οἰκουμενισμοῦ.
Γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές, ἀρκεῖ νά ἀναφέρουμε ὅτι τήν Κυριακή 30 Ἰουνίου/13 Ἰουλίου ἐ.ἔ. στόν Πατριαρχικό Ναό τῆς Σερβίας, ὅπου λειτούργησε ὁ Μακ. Πατριάρχης κ. Εἰρηναῖος μαζί μέ τόν νέο Σεβ. Μητρ. Αὐστρίας κ. Ἀνδρέα, τόν Ἐπίσκοπο κ. Ἀμφιλόχιο Ράντοβιτς κ.ἄ. ἔγινε ἀπροκάλυπτη συμπροσευχή μέ παπικούς, προτεστάντες, μονοφυσίτες, ραββίνους καί μουσουλμάνους, οἱ ὁποῖοι παρίσταντο στόν Ὀρθόδοξο Ναό καί μάλιστα σέ περίοπτη θέση. Τήν Θ. Λειτουργία μετέδιδε ἡ τηλοψία τῆς Σερβίας, μέρος τῆς ὁποίας παρακολουθήσαμε ἰδίοις ὄμμασιν! Τά ἴδια ἔγιναν καί στήν ἐνθρόνιση τοῦ νέου Σεβ. Μητρ. Αὐστρίας κ. Ἀνδρέου στόν Ἱερό Ναό Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ στήν Βιέννη τήν Κυριακή 7/20-7-2014, ὅπου παρέστησαν ὁ Παπικός νούντσιος στήν Αὐστρία, ἐκπρόσωποι τοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν “Ἐκκλησιῶν” («Π.Σ.Ε.») καί τοῦ Παπικοῦ οἰκουμενιστικοῦ ἱδρύματος Pro Oriente. Ὁ δέ Μακ. Πατριάρχης Σερβίας κ. Εἰρηναῖος, ἀπευθυνόμενος πρός τόν νέο Μητροπολίτη Αὐστρίας καί Ἑλβετίας κ. Ἀνδρέα, μεταξύ ἄλλων τόνισε : «Στά καθήκοντά σου θά εἶναι ἐπίσης ἡ προώθηση τῶν καλῶν σχέσεων μεταξύ τῆς σερβικῆς κοινότητας καί τῆς αὐστριακῆς πολιτείας. Νά δημιουργήσεις στενές φιλικές σχέσεις μέ τή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί θρησκευτικές κοινότητες»[5]. Εἶναι πολύ κρίμα καί ἄδικο νά συμβαίνουν αὐτά στήν μαρτυρική, πολύπαθη καί ὁμόδοξη Σερβία. Παρόμοιες σκηνές ἐκτυλίχθηκαν καί στήν χειροτονία τοῦ νέου Ἐπισκόπου Κεντρικῆς Εὐρώπης κ. Σεργίου στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ στό Βελιγράδι[6].
Ἐλπίζουμε ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία τῆς Σερβίας νά ξυπνήσει γρήγορα ἀπό τόν οἰκουμενιστικό λήθαργό της καί νά ἀκολουθήσει τά ἴχνη τοῦ δικοῦ της, ἀλλά καί παγκοσμίου καί καθολικοῦ πατρός, ἁγίου Ἰουστίνου.
Τέλος, ὁ Γέροντας ὑπογράμμισε τήν σημασία πού ἔχει γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἡταφή τοῦ κεκοιμημένου καί ἡ διάσωση τῶν ἱερῶν λειψάνων μέ τήν ἐκταφή καί μετακομιδή. Ἡ ἄκτιστος ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι αὐτή, πού κάνει τά ἱερά λείψανα νά εὐωδιάζουν, νά μυροβλύζουν, νά θαυματουργοῦν καί νά παραμένουν ἄφθαρτα. Γι’αυτό καί εἶναι ἀδιανόητη γιά ἕνα Ὀρθόδοξο ἡ πολυδιαφημιζόμενη καύση καί ἀποτέφρωση τῶν νεκρῶν. Ἐάν ἕνα μοναστήρι πιάσει φωτιά, οἱ μοναχοί δέν θά σώσουν τήν βιβλιοθήκη, οὔτε τά κειμήλια, ἀλλά τά ἱερά Λείψανα τῶν Ἁγίων. Οἱ βιβλιοθῆκες κρύβουν σοφία, τά ὄμορφα κτίρια κρύβουν τήν εὐγένεια τῆς τέχνης, τά ἱερά λείψανα κρύβουν πλούσια τή μυστική Χάρι τῶν ἁγίων καί τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας. Ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά δεχθεῖ γιά τά μέλη της ἤ νά υἱοθετήσει τήν ἀποτέφρωση τῶν σωμάτων, ἐπειδή σέβεται τό ἀνθρώπινο σῶμα, πού τό θεωρεῖ ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ στάση μας, ἐπίσης, εἶναι ἀρνητική γιά τήν καύση τῶν νεκρῶν, διότι τό ὑλικό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά ἐπιστρέψει στή γῆ, ἀπ’ὅπου καί ἐλήφθη, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ : «γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύση»[7]. Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία συνδέεται στενά μέ τήν ὅραση ἀνθρωπίνου σώματος καί ὄχι τέφρας. Ὅλα τά τροπάρια κάνουν λόγο γιά κεκοιμημένο καί ὄχι γιά ἀποτεφρωμένο, γιά σῶμα πού βρίσκεται μπροστά μας, γιά τελευταῖο ἀσπασμό κ.λπ. Πῶς, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία θά κάνει κηδεία χωρίς σῶμα; Ἡ καύση τῶν νεκρῶν δέν συμφωνεῖ μέ τήν ἱερή μας παράδοση. Ὁ Κύριός μας ἐτάφη σέ καινό μνημεῖο. Ἡ ταφή σημαίνει πίστη στήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων. Ἡ καύση τῶν νεκρῶν θά στεροῦσε ἀπό τούς Χριστιανούς τήν θαυματουργική ἐνέργεια τῶν ἁγίων. Πόσα λείψανα ἁγίων ἔχουν διατηρηθεῖ μέ τήν ταφή! Ἡ καθιέρωση τῶν ἱερῶν ναῶν γίνεται μέ τήν τοποθέτηση στήν Ἁγία Τράπεζα ἱερῶν λειψάνων ἁγίων. Τήν ὕπαρξη αὐτῶν ἐγγυᾶται μόνο ἡ ταφή τῶν σωμάτων καί ὄχι ἡ καύση. Ἡ στάχτη δέν εἶναι ἅγιο λείψανο. Κάτω ἀπό τήν ἐπιθυμία καύσεως κρύβεται ἡ περιφρόνηση πρός τό σῶμα, ἡ ἀπιστία στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἡ μετεμψύχωση, ἡ κερδοσκοπία, ὁ ὑλισμός καί ὁ μηδενισμός, δηλ. ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς μετά τόν θάνατο.
Συνεχίσαμε γιά τήν Ἱ. Μ. Λέλιτς κοντά στό Βάλιεβο. Στό μοναστήρι καί μέσα στό Ναό, πού εἶναι ἀφιερωμένος στόν ἅγιο Νικόλαο, βρίσκεται τό λείψανο τοῦ ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, τό ὁποῖο προσκυνήσαμε μετ’εὐλαβείας. Ἐδῶ ἐντυπωσιασθήκαμε ἀπό τό μουσεῖο τῆς Μονῆς, ἀφιερωμένο στόν ἅγιου Νικόλαο Βελιμίροβιτς, στό ὁποῖο φυλάσσονται φωτογραφίες τοῦ ἁγίου Νικολάου ἀπό τά παιδικά του χρόνια μέχρι τῆς κοιμήσεώς του, ἀρχιερατικά ἄμφιά του, ἀγαπημένα ἀντικείμενά του καί τό φέρετρο, μέ τό ὁποῖο μετέφεραν τό σκήνος του ἀπό τήν Ἀμερική στή Σερβία.
Ὁ νοῦς μας ἔφερε στή μνήμη μας κείμενο τοῦ ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς μέ τίτλο «Ἀπό ποῦ προέρχεται ἡ σημερινή κρίση;», τό ὁποῖο γράφτηκε πρίν 85 χρόνια, τότε πού ἡ Ἀμερική καί ὁ κόσμος ὅλος συγκλονιζόταν ἀπό τό οἰκονομικό κράχ τοῦ 1929. Τό κείμενο τοῦ Σέρβου τότε Ἱεράρχου, Μητροπολίτου Ἀχρίδος, τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς εἶναι σά νά γράφτηκε σήμερα.
Λέγει ὁ ἅγιος : «Μέ ρωτᾶς, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, ἀπό ποῦ προέρχεται ἡ σημερινή κρίση, καί τί σημαίνει αὐτή. Ποιός εἶμαι ἐγώ, γιά νά μέ ρωτᾶς γιά ἕνα τόσο μεγάλο μυστικό; «Μίλα, ὅταν ἔχεις κάτι καλύτερο ἀπό τή σιωπή», λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ὅμως, παρ’όλο πού θεωρῶ ὅτι ἡ σιωπή εἶναι τώρα καλύτερη ἀπό κάθε ὁμιλία, καί ὅμως λόγω ἀγάπης πρός ἐσένα, θά σοῦ ἐκθέσω ἐκεῖνα, πού σκέπτομαι περί αὐτοῦ, πού ρώτησες.
Ἡ κρίση εἶναι ἑλληνική λέξη καί σημαίνει δίκη. Στήν Ἁγία Γραφή αὐτή ἡ λέξη χρησιμοποιεῖται πολλές φορές. Ἔτσι ὁ ψαλμωδός λέει : «διά τοῦτο οὐκ ἀναστήσονται ἀσεβεῖς ἐν κρίσει» (Ψαλμ. 1, 5). Σέ ἄλλο μέρος πάλι λέει : «ἔλεος καίκρίσιν ἄσομαί σοι, Κύριε» (Ψαλμ. 100, 1). Ὁ σοφός Σολομώντας γράφει ὅτι «παρά δέ Κυρίου πάντα τά δίκαια». (Παρ. Σολ. 16, 33). Ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας εἶπε ˙ «ἀλλά τήν κρίσιν πᾶσαν δέδωκε τῷ Υἱῶ» (Ἰωάν. 5, 22), ἐνῶ λίγο πιό κάτω λέγει πάλι˙ «νῦν κρίσις ἐστί τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰωάν. 12, 31). Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος γράφει «ὅτι ὁ καιρόςτοῦ ἄρξασθαι τό κρίμα ἀπό τοῦ οἴκου του Θεοῦ» (Α’ Πέτρ. 4, 17).
Ἀντικατάστησε τή λέξη «κρίση» μέ τή λέξη «δίκη» καί διάβασε : «Διά τοῦτο οὐκ ἀναστήσονται ἀσεβεῖς ἐν δίκη» ἤ «ἀλλά τήν δίκην πᾶσαν δέδωκε τῷ Υἱῶ» ἤ «νῦν δίκη ἐστί τοῦ κόσμου τούτου» ἤ ὅτι «ἀποδώσουσι λόγον τῷ ἐτοίμως ἔχοντι δικάσαι ζῶντας καί νεκρούς».
Ἕως τώρα οἱ εὐρωπαϊκοί λαοί χρησιμοποιούσαν τήν λέξη «δίκη» ἀντί γιά τή λέξη «κρίση», ὅποτε καί νά τούς ἔβρισκε κάποια συμφορά. Τώρα ἡ καινούργια λέξη ἀντικατέστησε τήν παλαιά, καί τό κατανοητό ἔγινε ἀκατανόητο. Ὅταν γινόταν ξηρασία, πλημμύρα, πόλεμος ἤ ἔπεφτε ἐπιδημία, ὅταν ἔριχνε χαλάζι, γίνονταν σεισμοί, πνιγμοί καί ἄλλες συμφορές, λέγανε «Θεία δίκη»!
Καί αὐτό σημαίνει : κρίση μέσα ἀπό ξηρασίες, κρίση μέσα ἀπό πλημμύρες, μέσα ἀπό πολέμους, μέσα ἀπό ἐπιδημίες κ.λπ. Καί τή σημερινή χρηματικό-οἰκονομική δυσκολία ὁ λαός τήν θεωρεῖ ὡς Θεία δίκη, ὅμως δέν λέει ἡ δίκη, ἀλλά ἡ κρίση. Ἔτσι ὥστε ἡ δυσκολία νά πολλαπλασιάζεται μέ τό νά γίνεται ἀκατανόητη! Ἐφόσον, ὅσο ὀνομαζόταν μέ τήν κατανοητή λέξη «δίκη», ἦταν γνωστή καί ἡ αἰτία, λόγω τῆς ὁποίας ἦρθε ἡ δυσκολία, ἦταν γνωστός καί ὁ Δικαστής, ὁ Ὁποῖος ἐπέτρεψε τήν δυσκολία, ἦταν γνωστός καί ὁ σκοπός τῆς ἐπιτρεπόμενης δυσκολίας. Μόλις, ὅμως, χρησιμοποιήθηκε ἡ λέξη «κρίση», λέξη ἀκαταλαβίστικη σέ ὅλους, κανείς δέν ξέρει πιά νά εξηγήσει οὔτε γιά ποιό λόγο, οὔτε ἀπό ποιόν, οὔτε ὡς πρός τί. Μόνο σ’ αὐτό διαφέρει ἡ τωρινή κρίση ἀπό τίς κρίσεις, πού προέρχονται ἀπό τήν ξηρασία ἤ τήν πλημμύρα ἤ τόν πόλεμο ἤ τήν ἐπιδημία ἤ τούς πνιγμούς ἤ κάποιους ἄλλους πειρασμούς.
Μέ ρωτᾶς γιά τήν αἰτία τῆς τωρινῆς κρίσης, ἤ τῆς τωρινῆς Θείας δίκης! Ἡ αἰτία εἶναι πάντα ἡ ἴδια. Ἡ αἰτία γιά τίς ξηρασίες, τίς πλημμύρες, τίς ἐπιδημίες καί ἄλλα μαστιγώματα τῆς γενιᾶς τῶν ἀνθρώπων είναι ἡ αἰτία καί γιά την τωρινή κρίση. Ἡ ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεό. Μέ τήν ἁμαρτία τῆς Θεό-ἀποστασίας, οἱ άνθρωποι προκάλεσαν αὐτή τήν κρίση καί ὁ Θεόςτήν ἐπέτρεψε, ὥστε νά ξυπνήσει τούς ἀνθρώπους, νά τούς κάνει ἐνσυνείδητους, πνευματικούς καί νά τούς γυρίσει πρός Ἐκείνον. Στίς μοντέρνες ἁμαρτίες – μοντέρνα καί ἡ κρίση. Καί ὄντως ὁ Θεός χρησιμοποίησε μοντέρνα μέσα, ὥστε νά τό συνειδητοποιήσουν οἱ μοντέρνοι ἄνθρωποι : χτύπησε τίς τράπεζες, τά χρηματιστήρια, τίς οἰκονομίες, τό συνάλλαγμα τῶν χρημάτων. Ἀνακάτωσε τά τραπέζια στίς συναλλαγές σ’ ὅλο τόν κόσμο, ὅπως κάποτε στό ναό τῶν Ἱεροσολύμων. Προξένησε πρωτόγνωρο πανικό μεταξύ ἐμπόρων καί αὐτῶν, πού ἀνταλλάσσουν τό χρῆμα. Προκάλεσε σύγχυση καί φόβο. Ὅλα αὐτά τά ἔκανε, γιά νά ξυπνήσουν τά ὑπερήφανα κεφαλάκια τῶν σοφῶν τῆς Εὐρώπης καί τῆς Ἀμερικῆς, γιά νά ἔλθουν εἰς ἑαυτούς καί νά πνευματικοποιηθοῦν. Καί ἀπό τήν ἄνεση καί τό ἀγκυροβόλημα στά λιμάνια τῆς ὑλικῆς σιγουριᾶς, νά θυμηθοῦμε τίς ψυχές μας, νά ἀναγνωρίσουμε τίς ἀνομίες μας καί νά προσκυνήσουμε τόν ὕψιστο Θεό, τόν ζωντανό Θεό.
Μέχρι πότε θά διαρκέσει ἡ κρίση; Ὅσο τό πνεῦμα τῶν ἀνθρώπων παραμείνει δίχως ἀλλαγή. Ὥσπου οἱ ὑπερήφανοι ὑπαίτιοι αὐτῆς τῆς κρίσης νά παραιτηθοῦν μπροστά στόν Παντοδύναμο. Ὥσπου οἱ ἄνθρωποι καί οἱ λαοί νά θυμηθοῦν, τήν ἀκαταλαβίστικη λέξη «κρίση», νά τή μεταφράσουν στή γλώσσα τους, ὥστε μέ ἀναστεναγμό καί μετάνοια νά φωνάξουν : «ἡ Θεία δίκη»! Πές καί ἐσύ, τίμιε πατέρα, ἡ Θεία δίκη, ἀντί ἡ κρίση, καί ὅλα θά σοῦ γίνουν ξεκάθαρα»[8].
Μετά τό προσκύνημά μας στόν ἅγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς, ἀναχωρήσαμε γιά τό Βελιγράδι, ὅπου καί διανυκτερεύσαμε.
Τήν τρίτη ἡμέρα (Τετάρτη 9 Ἰουλίου), μέ τήν βοήθεια Σέρβας ἑλληνομαθοῦς ξεναγοῦ, ἡ ὁποία σπούδασε Ἑλληνική Φιλολογία στό Βελιγράδι, γνωρίσαμε τήν πόλη τοῦ Βελιγραδίου καί τά ἀξιοθέατά της, ὅπως τό Kalemegdan ὀχυρό καί τό πάρκο, πού βρίσκεται στήν περιοχή Stari Grad κοντά στό κέντρο τῆς πόλεως, τήν πλατεία Δημοκρατίας, μία ἀπό τίς πλατεῖες τοῦ κέντρου, πού βρίσκονται κάποια ἀπό τά διασημότερα κτίρια τῆς πόλεως, ὅπως τό Ἐθνικό Μουσεῖο, τό Ἐθνικό θέατρο καί τό ἄγαλμα τοῦ Πρίγκιπα Μιχαήλ, τήν παλαιά πόλη μέ τόν ἐμπορικό πεζόδρομο Κνέζ Μιχαήλοβα, τή Λυρική Σκηνή, τή Βουλή, τά παλαιά Ἀνάκτορα καί τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μεγαλύτερος Ὀρθόδοξος Ναός στόν κόσμο (χωράει 10.000 ἄτομα στόν κυρίως Ναό καί 800 στόν γυναικωνίτη). Ἰδιαίτερη θλιβερή ἐντύπωση μᾶς ἔκαναν τά ἐναπομείναντα βομβαρδισμένα κτίρια, πού βρίσκονται στό κέντρο τῆς πόλεως, κατάλοιπο τῆς ἱμπεριαλιστικῆς βομβιστικῆς ἐπιθέσεως τῆς Ἀμερικῆς καί δεῖγμα τῆς «ἀγάπης» καί τοῦ «πολιτισμοῦ» τοῦ Σιωνιστικοῦ Λόμπυ τῶν Η.Π.Α. πρός τήν πολύπαθη, μαρτυρική καί ὁμόδοξη Σερβία. Στή συνέχεια ἐπισκεφθήκαμε τήν Ἱ. Μ. Ρακόβιτσα στίς παρυφές τῆς πόλεως, ὅπου ὑπάρχει ὁ τάφος τοῦ Μακ. Πατριάρχου Σερβίας κυροῦ Παύλου, στόν ὁποῖο τελέσαμε τρισάγιο ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχου.
Τήν τέταρτη ἡμέρα (Πέμπτη 10 Ἰουλίου) ἀναχωρήσαμε γιά τήν περιοχή Φρούσκα Γκόρα, τό «Ἅγιον Ὄρος» τῆς Σερβίας, ἕνα βουνό στή βόρεια ἐπαρχία τῆς Βοϊβοντίνα, πού μεταφέρει τήν ὀμορφιά ἑνός ἐθνικοῦ πάρκου καί τήν πνευματικότητα 16 μεσαιωνικῶν μοναστηριῶν. Ἡ πρώτη μας ἐπίσκεψη ἦταν στήν Ἱ. Μ. Κρούσεντολ, ἡ ὁποία ἰδρύθηκε τό 1509 ἀπό τόν Σέρβο ἡγεμόνα Ντιόρντιε Μπράνκοβιτς. Στή συνέχεια ἐπισκεφθήκαμε τήν Ἱ. Μ. Βέλικα Ρεμέτα, ἡ ὁποία εἶναι τό μικρότερο μοναστήρι μέ τίς νεότερες νωπογραφίες. Τέλος, ἀφοῦ περάσαμε τά σερβικά καί αὐστροουγγαρικά σύνορα καί κάναμε συνάλλαγμα σέ φιορίνια, τό τοπικό νόμισμα τῆς Βουδαπέστης (1€=300 φιορίνια), φθάσαμε στήν Πέστη, ὅπου καί διανυκτερεύσαμε. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι, κατά τή διάρκεια τοῦ δεῖπνου στό ξενοδοχεῖο, ἡ ὀρχήστρα τοῦ ξενοδοχείου μᾶς ὑποδέχθηκε μέ ἑλληνικά τραγούδια.
Τήν πέμπτη ἡμέρα (Παρασκευή 11 Ἰουλίου), μέ τήν βοήθεια Ἕλληνος μετανάστου ξεναγοῦ, ξεναγηθήκαμε στήν πόλη τῆς Πέστης, ὅπου εἴδαμε τήν Πλατεία τῶν Ἠρώων, τό μνημεῖο τῆς Χιλιετηρίδας, τόν καθεδρικό Ναό τοῦ Ἁγίου Στεφάνου, θαυμάσαμε τή λεωφόρο τῆς Δημοκρατίας μέ τά καλοδιατηρημένα κτίρια καί τό ὀγκώδες σέ ρυθμό μπαρόκ Κοινοβούλιο. Ἔπειτα περάσαμε στή Βούδα ἀπό τή Γέφυρα τῶν Λεόντων. Ἀπό τόν λόφο τοῦ Γκέλερτ εἴχαμε μιά πανοραμική θέα τῆς Βούδας καί τῆς Πέστης. Τέλος, περπατήσαμε στήν ἀξιόλογη ἀγορά τῆς πόλεως καί διανυκτερεύσαμε στό ξενοδοχείο μας.
Τήν ἔκτη ἡμέρα (Σάββατο 12 Ἰουλίου), ἐπισκεφθήκαμε τόν ζωολογικό κῆπο τῆς Πέστης, ἕνα ἀπό τούς μεγαλυτέρους τῆς Εὐρώπης. Στή συνέχεια, ἀφοῦ περάσαμε τά αὐστροουγγαρικά καί τά σερβικά σύνορα, φτάσαμε στήν πόλη Ζρενανίν, ὅπου καί διανυκτ4ρεύσαμε.
Τήν ἑβδόμη ἡμέρα (Κυριακή 13 Ἰουλίου) ἐκκλησιαστήκαμε συμπροσευχόμενοι στόν πλησιέστερο Ὀρθόδοξο Σερβικό Ναό τῆς πόλεως Ζρενανίν. Ἡ Θ. Λειτουργία ἄρχισε στίς 9 π.μ. καί τελείωσε στίς 10:20 π.μ. Ὁ Ἑσπερινός καί ὁ Ὄρθρος τελέστηκαν τήν προηγουμένη τό ἑσπέρας, ὅπως συνηθίζεται στή Σερβία. Μᾶς ἐντυπωσίασε ἡ τάξη καί ἡ ἡσυχία, πού ἐπικρατοῦσε στό Ναό καί τό Ἅγιον Βῆμα, καθώς καί ὅτι ὁ λειτουργών ἱερεύς τέλεσε τήν Θ. Λειτουργία χωρίς βιασύνη, λέγοντας ὅλα τά γράμματα, χωρίς νά παραλείψει τίποτα. Εὐχάριστη ἀνάμνηση μᾶς ἄφησε καί τό γεγονός ὅτι στό Ναό, ὅπως καί σέ ὅλους τούς Ναούς, πού ἐπισκεφθήκαμε, δέν ὑπῆρχαν καρέκλες, παρά μόνο μερικά στασίδια γύρω-γύρω. Οἱ Σέρβοι στή Θ. Λειτουργία στέκονται πάντοτε ὄρθιοι, τηρώντας τήν πρωτοχριστιανική αὐτή παράδοση καί ἀσκώντας τό σῶμα τους, κατά τό τοῦ Ἀπ. Παύλου : «ὑπωπιάζω μου τό σῶμα καί δουλαγωγῶ»[9]. Ἐντύπωση μᾶς προκάλεσε καί τό γεγονός ὅτι ἕνας ἀπό τούς ἱερεῖς, κατά τή διάρκεια τῆς Θ. Λειτουργίας, ἐξομολόγησε κάποιους πιστούς στό ἀριστερό ἀναλόγιο. Στή Σερβία ἡ ἐξομολόγηση γίνεται μέσα στή Θ. Λειτουργία. Ἀπορία μᾶς προκάλεσε τό γεγονός ὅτι ἀπό τούς πέντε ἱερεῖς τοῦ Ναοῦ, λειτούργησε μόνο ὁ ἕνας, ἄν καί ἦταν Κυριακή. Οἱ ἄλλοι τέσσερεις ἔψαλλαν στό ἀναλόγιο. Ἀλγεινότερη ἐντύπωση μᾶς προκάλεσε τό γεγονός ὅτι κανένας κληρικός (ἐκτός τοῦ ἱερουργοῦντος) οὔτε λαϊκός δέν κοινώνησε τοῦ Τιμίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ἄν καί ἦταν ἡ ἑορτή τῆς συνάξεως τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἐπίσης, οὔτε κήρυγμα τοῦ Θείου Λόγου ἔγινε. Μετά τή Θ. Λειτουργία, οἱ ἱερεῖς καί οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ Ναοῦ μᾶς προσκάλεσαν στό πνευματικό κέντρο, ὅπου μᾶς κέρασαν καφέ. Κατά τή συζήτηση μέ τούς ἱερεῖς, ἀναφερθήκαμε στό πρόβλημα τῶν παπικῶν καί τῶν Οὐνιτῶν, τό ὁποῖο εἶναι ἔντονο στή Σερβία. Σχετικά μέ τό θέμα τῆς μή συμμετοχῆς στή Θ. Κοινωνία κανενός κληρικοῦ ἤ λαϊκοῦ, μᾶς ἀπάντησαν ὅτι οἱ πιστοί κοινώνησαν τήν προηγούμενη ἡμέρα, πού ἦταν ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου καί ὅτι ὁ τοπικός Ἐπίσκοπος ἔχει δώσει ἐντολή στούς πιστούς τῆς Μητροπολιτικῆς του περιφερείας νά μήν κοινωνοῦν, ἄν ἀπαραιτήτως δέν ἔχει προηγηθεῖ ἑπταήμερος νηστεία. Ἀναγνωρίζοντας τό ἑσφαλμένο τοῦ πράγματος, διότι πρώτιστη καί κύρια προϋπόθεση τῆς συχνῆς Θ. Κοινωνίας εἶναι ἡ εἰλικρινής ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας σε ἔμπειρο πνευματικό πατέρα καί ἔπεται ὡς δευτερεύουσα ἡ νηστεία, μᾶς εἶπαν ὅτι, ἄν θέλει κάποιος νά κοινωνεῖ συχνότερα, πηγαίνει σέ Ναούς ἄλλης Μητροπόλεως, ὅπου δέν ἰσχύει ἡ παραπάνω ἀπαγόρευση.
Ἀφοῦ τούς εὐχαριστήσαμε γιά τήν φιλοξενία, ἀναχωρήσαμε γιά προσκύνημα στήν Ἱ. Μ. Μανάσια καί στήν Ἱ. Μ. Ραβάνιτσα, καί ἔπειτα γιά τήν πόλη τοῦ Νις, μία ἀπό τίς παλαιότερες πόλεις τῶν Βαλκανίων καί γενέτειρα τοῦ ἁγίου ἐνδόξου μεγάλου Βασιλέως καί ἰσαποστόλου Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, ὅπου καί διανυκτερεύσαμε. Εὐρισκόμενοι στήν πόλη τοῦ Νις, ἡ σκέψη μας πῆγε στούς περσινούς ἑορτασμούς, πού ἔγιναν στήν πόλη τόν Ὀκτώβριο τοῦ 2013, γιά τήν συμπλήρωση 1700 χρόνων ἀπό τήν ἔκδοση τοῦ Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων ἀπό τον Μ. Κωνσταντῖνο. Μέ θλίψη ἀναφερθήκαμε καί στήν πρόσκληση τοῦ Μακ. Πατριάρχου Σερβίας κ. Εἰρηναίου πρός τόν αἱρεσιάρχη «πάπα» Φραγκίσκο, γιά νά παραστεῖ αὐτοπροσώπως στούς ἑορτασμούς. Μέ τήν ἀντίδραση, ὅμως, τοῦ Σερβικοῦ κλήρου καί λαοῦ ματαιώθηκε ἡ ἐπίσκεψη τοῦ ποντίφηκος στή Σερβία. Παρ’ὅλ’αὐτά δέν ἀποφεύχθηκαν οἱ ἀντικανονικές συμπροσευχές τῶν οἰκουμενιστῶν μέ τούς αἱρετικούς παπικούς, προτεστάντες καί μονοφυσῖτες, καί τούς ἀλλοθρήσκους ραββίνους καί μουσουλμάνους[10].
Τήν ὀγδόη καί τελευταῖα ἡμέρα (Δευτέρα 14 Ἰουλίου), ἀπό τήν πόλη τοῦ Νις πήραμε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἀφοῦ περάσαμε τά σερβικά, τά σκοπιανά καί τά ἑλληνικά σύνορα καί ἀφοῦ κάναμε τίς ἀπαραίτητες στάσεις καθ’ὁδόν γιά καφέ καί ξεκούραση, ἔπειτα ἀπό 11ωρο ταξίδι, φθάσαμε τό βράδυ με γεμάτες τις «μπαταρίες» στήν ἀγαπημένη μας πατρίδα, τήν ἁγιοτόκο καί ἠρωοτόκο Ἑλλάδα.
Μ’αὐτόν τόν τρόπο ἔληξε μία ἀπό τίς πιό θαυμάσιες καί ὠφέλιμες ἀπό κάθε πλευρά προσκυνηματική ἐκδρομή.
[1] Ἐκταφή καί μεταφορά λειψάνων τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, 16 Ιουνίου 2014, http://www.diakonima.gr/2014/06/16/ἐκταφή-καί-μεταφορά-λειψάνων-τοῦ-αγίο/
[2] ΟΣΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, Θεσ/κη 1974, σ. 224. http://www.impantokratoros.gr/ag_ioystinos-pse.el.aspx
[3] Ὅ.π.
[4] Μτθ. 17, 4.
[5] http://katanixis.blogspot.gr/2014/07/blog-post_31.html
[6] http://romfea.gr/epikairotita/25701-2014-08-01-19-05-17
[7] Γέν. 3, 19.
[8] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται…», Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α’, ἐκδ. «Ἐν πλῶ», Ἀθήνα 2008, σσ. 33-36. Ὁ τίτλος τοῦ πρωτοτύπου εἶναι : «Στόν παπα-Κάραν γιά τήν κρίση τοῦ κόσμου»,
http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1057
[9] Α΄ Κορ. 9, 27.
[10] «Ἐματαίωσαν τήν ἐπίσκεψιν τοῦ αἱρεσιάρχου Πάπα εἰς τήν Ὀρθόδοξον Σερβίαν αἱ άντιδράσεις κλήρου-λαοῦ», Ὀρθόδοξος Τύπος (4-10-2013) 1, 7 και http://romfea.gr/patriarxeia/tapatriarxeia/patriarxeio-servias/19373-2013-09-28-19-18-16.
http://katanixis.blogspot.gr/2014/08/blog-post_60.html