(Β´ Ἰω. 1-3)
. Ἡ Ἀγάπη καὶ ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁμοούσιες· ἐξ ὁλοκλήρου ἀλληλένδετες, συμπλέκονται ἀπεριόριστα καὶ ἀτελείωτα. Γι᾽ αὐτὲς μποροῦμε νὰ ποῦμε: ἡ Ἀγάπη ζεῖ μὲ τὴν Ἀλήθεια· ἡ Ἀλήθεια ζεῖ μὲ τὴν Ἀγάπη. Ἐὰν ἡ Ἀγάπη ἔχει γλῶσσα, τότε αὐτὴ εἶναι ἡ Ἀλήθεια καὶ ἀντιστρόφως: ἐὰν ἡ Ἀλήθεια ἔχει γλῶσσα, τότε αὐτὴ εἶναι ἡ Ἀγάπη. Τὴν Ἀλήθεοια κατέχει ὅποιος κατέχει τὴν Ἀγάπη. Ἡ Ἀλήθεια δὲν μπορεῖ νὰ ζεῖ σὲ ψυχὴ ὅπου δὲν μένει ἡ Ἀγάπη, ἐπειδὴ ἡ Ἀγάπη εἶναι ἡ Ζωὴ τῆς Ἀλήθειας, ἡ πνοὴ τῆς Ἀληθείας, ἡ καρδιὰ τῆς Ἀληθείας. Πόση Ἀλήθεια ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο τὸ δείχνει ἡ Ἀγάπη του. Ὅπου δὲν ὑπάρχει Ἀλήθεια, δὲν ὑπάρχει οὔτε Ἀγάπη. Παράδειγμα ὁ διάβολος. Αὐτὸς εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια, ἐπειδὴ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀγάπη. Αὐτὸς «ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν» (Ἰω. η´ 44) ἀλλὰ ξέπεσε ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια καὶ ἐκτροχιάστηκε ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια. Γι᾽ αὐτὸ «ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ», καὶ ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ» (Ἰω. η´ 44) Γι᾽ αὐτὸ ὁ διάβολος εἶναι προσωποποίηση τοῦ μίσους πρὸς τὴν Ἀλήθεια. Τὸ ψέμα καὶ τὸ μῖσος εἶναι ὁμοούσια, ὅπως εἶναι ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ἀγάπη… Ὁ Κύριος Χριστὸς εἶναι ταυτοχρόνως καὶ τέλεια Ἀλήθεια καὶ τέλεια Ἀγάπη· αὐτὲς εἶναι μέσα Του ἀδιαχώριστες ὅπως ἡ κόρη ἀπὸ τὸν ὀφθαλμό…Ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ἅγια καὶ ἄθραυστα δοχεῖα τῆς χάριτος, τοῦ ἐλέους καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ Θεοῦ.