ΡΟΥΜΑΝΟΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΜΟΝΑΧΟΙ: ΜΟΝΑΧΟΣ ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΙΤΗΣ

 

1Η Ρουμανική Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου κτίσθηκε το 1853 στην περιοχής της Βίγλας, που απέχει από την κυρίαρχη Μονή της Μεγίστης Λαύρας μία ώρα. Στις αρχές του 20ου αιώνος η Σκήτη μας παρουσίασε μεγάλη πνευματική ανάπτυξι. Ανέδειξε σπουδαίους μοναχούς που διέπρεψαν στην αρετή, στην άσκησι, στην καλλιγραφία, στην βιβλιοδεσία, στην ζωγραφική και στην ψαλτική τέχνη. Είναι γνωστός σ᾿ όλο το Άγιον Όρος ο ρουμάνος  πρωτοψάλτης μοναχός Νεκτάριος Βλάχος.Στην βιβλιοθήκη της Σκήτης υπάρχει ένα εικοσάτομο έργο του μοναχού Ειρηνάρχου. Κάθε τόμος, καλαίσθητος και χειρόγραφος με άφθονες μινιατούρες, σχέδια και σκηνές από το Άγιον όρος, περιγράφει όλα τα ιστορικά και λοιπά στοιχεία για κάθε αγιορείτικη Μονή. Το έργο αυτό είναι πολυτιμώτατο, διότι ημπορούμε να μάθουμε την ιστορία και την τότε κατάστασι εκάστης Μονής από τα τέλη του 19ου αιώνος και εξής.Στον τόμο για την Ρουμανική Σκήτη ευρήκαμε τα εξής συναξάρια για ρουμάνους αγιορείτες πατέρες, τα οποία καταχωρούμε εδώ:

Μοναχός Λεόντιος Προδρομίτης
Ο όσιος Γέροντας Λεόντιος Θεοδωρέσκου, ιερεύς και μεγαλόσχημος μοναχός, καταγόταν από την κοινότητα Νεγκρέστ του νομού Νεάμτς. Οι γονείς του ωνομάζοντο Θεόδωρος, ενώ η μητέρα του έγινε μοναχή με το όνομα Γλυκερία. Το έτος 1838 επήγε να μονάση στο μοναστήρι Χωραίτσα της Μολδαβίας.

Τότε ηγούμενος ήτο ο ονομαστός π. Ειρήναρχος Ροσέτς. Εκάρη μοναχός με το όνομα Ειρήναρχος και χειροτονήθηκε ιερεύς. Το 1852 ανεχώρησε για το Άγιον Όρος και εγκαταστάθηκε στην τότε ιδρυθείσα Σκήτη του Τ. Προδρόμου. Εκεί εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός με το όνομα Λεόντιος. Ηγούμενος τότε ήτο ο κτίτωρ της Σκήτης ιερομόναχος π. Νήφων. Προείδε τον θάνατό του, ότι θα φύγη πριν από το Πάσχα του 1901 και έλαβε την πληροφορία ότι θα εισέλθη στην αιώνια ζωή.

Εκοιμήθη σε ηλικία 85 ετών από τα οποία τα 49 έζησε στο Άγιον Όρος. Επί 9 χρόνια υπηρέτησε ως εφημέριος στον ναό της Θεοτόκου στην Γεθσημανή της Παλαιστίνης (1882-1891).

Ως προς τον χαρακτήρα του ήτο πολύ πράος, ευπρόσιτος, ευλαβής και απλούς.

Ουδέποτε εθύμωνε ο,τι και να του έκανε κάποιος. Δεν σκανδαλιζόταν για ο,τι άσχημο έβλεπε ή άκουε. Έκοβε το θέλημά του προς όλους, βοηθώντας όλους στα διακονήματά τους. Είχε βαθειά ειρήνη και απέφευγε τους πειρασμούς. Ήτο ο πιο ενάρετος και αγιασμένος μοναχός και πάντοτε εύθυμος.

Μία φορά τον ερώτησα: «Τίμιε πάτερ, πως συμβαίνει να μη σκανδαλίζεσαι ποτέ για ο,τι κακό βλέπεις και ακούς; Αλλά δυστυχώς δεν μου απήντησε και αυτό πολύ με λύπησε.

Ήτο αγαπητός, όχι μόνο στους μοναχούς, αλλά και στους επισκόπους προς τους οποίους έτρεφε πολύ σεβασμό και ευλάβεια.

Ενώ ήτο 78 ετών (δηλαδή το 1894) το πρόσωπό του ήτο ροδοκόκκινο σαν τριαντάφυλλο και λευκό σαν το λινό ύφασμα. Είχε δυνατή και μελωδική φωνή και έψαλλε ωραία στην εκκλησία. Την νύκτα πρώτος κατέβαινε στην Ακολουθία του όρθρου και έφευγε τελευταίος. Ο ίδιος κάθε νύκτα θα περνούσε να κτυπήση τις πόρτες των κελλιών των μοναχών για να κατέβουν στην Ακολουθία.

Κάθε βράδυ φορώντας το επιτραχήλιό του και μ᾿ ένα αναμμένο κερί επήγαινε στο Κοιμητήριο ης Σκήτης και εδιάβαζε επιμνημόσυνο δέησι για τους κοιμηθέντας αδελφούς. Μού διηγήθηκαν άλλοι πατέρες ότι ο παπά Λεόντιος εδιάβασε μεγαλόσχημους πολλούς ηλικιωμένους πατέρες, οι οποίοι μετά την κουρά τους, αναχωρούσαν για τις αιώνιες μονές.

Αγάπησε την σιωπή, αλλά με διάκρισι, διότι μία σοφή παροιμία λέγει: «Άλλοι ομιλούν όλη την ημέρα και δεν σφάλλουν, ενώ άλλοι ομιλούν και αμαρτάνουν». Απ᾿ αυτά τα λόγια καταλαβαίνουμε ότι δεν έχουν αξία τα λόγια ή η σιωπή καθ᾿ εαυτά, αλλά η καρδία και ο νούς του ανθρώπου κατά πόσον εργάζονται τις εντολές του Θεού ή κυριεύονται από τα πάθη.

Share Button