ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΤΙΜΟΘΕΟΥ ΤΖΑΝΗ
Όμως για τά πνευματικά του τέκνα, πού άκολούθησαν τη μοναχική ζωή έτρεφε ιδιαίτερη Αγάπη κι ενδιαφέρον. Κι αυτό, γιατί αφ’ ενός μεν υπεραγαπούσε το «Αγγελικό πολίτευμα», αφ’ ετέρου δέ, διότι γνώριζε εκ πείρας τις δυσκολίες της μοναχικής ζωής.
Κάποια φορά είπε σ’ ένα πνευματικό του παιδί: «Τούς μοναχούς πρέπει να τούς σεβόμεθα, όποιοι και να είναι. Περνούν πολλούς πειρασμούς. Είναι τά εξιλαστήρια θύματα, γιά νά μήν καταστρέψη ό Θεός τόν κόσμο. Είναι πολύ μεγάλη ύπόθεσις ν’ άφήση κανείς τόν κόσμο καί νά γίνη μοναχός. Αν είχατε νιώσει αυτά, πού μού έδωσε ό Θεός νά καταλάβω, θά βλέπατε, ότι έχω δίκιο»!
Παρ’ όλη όμως τήν άγάπη του στό μοναχισμό, ποτέ δέν προσπαθούσε, σάν Πνευματικός, νά «πείση» κάποιο πνευματικό του παιδί ν’άκολουθήση τό μοναχισμό. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ύπήρξαν πάμπολλες περιπτώσεις, όπου δοκίμασε πολύ σκληρά άκόμα καί ολοφάνερες, μοναχικές κλήσεις. Έτσι, όταν κάποια πνευματική του θυγατέρα, πού γνώριζε ό Γέροντας, ότι είχε πόθο ν’ άφιερωθή, τού άνέφερε στήν έξομολόγησι, ότι τής έκαναν κάποιο «προξενιό», ό Γέροντας, όλοσδιόλου άπρόοπτα τής άπάντησε: «Μά βεβαια, νά πάς καί νά πής καί “ναί”»! Ζαλισμένη κι άνήσυχη ή κοπέλλα έφυγε από τήν έξομολόγησι καί δέν έβλεπε τό δρόμο έμπρός της.
Εσωτερικά άντιδρούσε, δεν μπορούσε νά πή τό «ναι», όμως θεωρούσε τά Λόγια τού Γέροντα, ώς άπό Θεού καί νόμιζε, πώς έπρεπε νά κάνη ύπακουη. Τέλος, άφού βρέθηκε σέ τέτοιο αδιέξοδο, έθεσε στά χέρια τού Θεού τό θέμα διά της προσευχής. Έτσι πήρε άπόφασι μόνη της κι είπε τό «όχι»! Πήγε στο Γέροντα. «Γέροντα, συγχωρέστέ με, αλλά δέν μπόρεσα νά πώ τό «ναί», είπα «όχι»! – «Έ, αυτό ήθελα ν’ άκούσω κι έγώ»! – «…!!» Αύτός ήταν ό Γέροντας.