Ο ΜΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
ΤΟΥ ΛΕΟΝΤΟΣ ΤΟΛΣΤΟΪ
Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι
(1886-1929)
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ:
«Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929)
Ιερομάρτυς και πρόμαχος της Εκκλησίας του Χριστού»
Του Πρωτ. Ιωάννη Φωτόπουλου.
Δ
Τον τελευταίο καιρό σ’ εμάς ο πλέον συνεπής κήρυκας του μη εκκλησιαστικού χριστιανισμού ήταν ο Λέων Τολστόι. Με αυτό του το κήρυγμα ο Τολστόι ικανοποίησε πάρα πολλούς. Όμως συγκεκριμένα στο παράδειγμα του Τολστοϊσμού μπορούμε με επιτυχία να παρατηρήσουμε την πλήρη αναξιοπιστία του χριστιανισμού χωρίς την Εκκλησία.
Αφετηρία της ψευδοδιδασκαλίας του Τολστόι μπορούμε να θεωρήσουμε τον οξύ διαχωρισμό χριστιανισμού και Εκκλησίας. Ο Τολστόι αποφασιστικά αποδοκίμασε την Εκκλησία, υποκλινόμενος ταυτόχρονα μπροστά στον Χριστιανισμό. Ο Χριστιανισμός αμέσως έγινε γι’ αυτόν μόνο διδασκαλία και ο Χριστός μόνο δάσκαλος. Όταν έχουμε ενώπιόν μας κάποια διδασκαλία, τότε για μας δεν είναι σπουδαίο αυτό, δηλ. το ποιος είναι ο δάσκαλος. Και για τον Τολστόι το ζων πρόσωπο του Χριστού έχασε κάθε σημασία. Παίρνοντας τη διδασκαλία του Χριστού, κατόρθωσε Αυτόν τον Ίδιο να τον ξεχάσει. Απέρριψε τον Θεάνθρωπο Χριστό ονομάζοντάς Τον «σταυρωμένο Ιουδαίο» και «νεκρό Ιουδαίο». Ήδη μ’ αυτό απέκοψε την αρχή του Ευαγγελίου, όπου διακηρύττεται η υπέρ φύσιν γέννησις του Υιού του Θεού από την Παρθένο Μαρία και το τέλος του, όπου αναγγέλλεται η ανάσταση του Υιού του Θεού εκ νεκρών και η ανάληψή Του στους ουρανούς.
Αλλά ο Τολστόι δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτό το «πετσόκομμα» του Ευαγγελίου στην αρχή και το τέλος του, αλλά επεξεργάστηκε και όλο το ενδιάμεσο μέρος κατά την όρεξή του υποχρεώνοντας με τον τρόπο αυτόν τον ίδιο τον Ιησού να πει μόνο εκείνο που αυτός ο ψευδοδιδάσκαλος θα τον διατάξει από το γραφείο της Γιάσνα-Πολιάνα49. Εκτός αυτού, ο Ίδιος ο Χριστός υποσχέθηκε στους μαθητές Του να τους στείλει άλλον Παράκλητο. Αυτόν τον Παράκλητο, τον Θείο Παράκλητο, η Εκκλησία του Χριστού θεωρεί πηγή της νέας χαριτωμένης εκκλησιαστικής ζωής και ο απ. Παύλος, όπως είδαμε, συνεχώς ομιλεί περί του ζώντος στην Εκκλησία Αγίου Πνεύματος. Παρ’ όλα αυτά, ο Τολστόι απέρριψε το Άγιο Πνεύμα. Την Ορθόδοξη Εκκλησία την ονόμασε κοροϊδευτικά όχι Χριστιανική, αλλά «αγιοπνευματική» και στη συνέχεια εξευτέλισε μέχρι ιεροσυλίας τα Άχραντα Μυστήρια με τα οποία κάθε μέλος της Εκκλησίας λαμβάνει τη βοήθεια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος για τη νέα ζωή. Είναι πολύ σημαντικό ότι στα γραπτά του Τολστόι είναι πολύ ξεκάθαρο πως η άρνηση της Εκκλησίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την άρνηση της ενσαρκώσεως του Υιού του Θεού. «Εγώ οδηγήθηκα στην πεποίθηση ότι η Εκκλησία δεν είναι τίποτε», γράφει στον πρόλογο του βιβλίου «Συνένωση και μετάφραση των τεσσάρων Ευαγγελίων» (Γενεύη, 1892 σ. 3). «Βλέπω τον Χριστιανισμό σαν μια διδασκαλία που δίνει νόημα στη ζωή», γράφει στον πρόλογο του βιβλίου «Σύντομη έκθεση του Ευαγγελίου» (Γενεύη 1890 σ. 9). Αλλά συνολικά μέσα στις σελίδες του βιβλίου διαβάζουμε: «Εγώ έψαξα μιαν απάντηση στο ζήτημα της ζωής και γι’ αυτό για μένα ήταν τελείως το ίδιο είτε ήταν είτε δεν ήταν Θεός ο Ιησούς Χριστός» (σ. 11). Μήπως δεν είναι σαφές ότι όλα αυτά τα σκαλιά της εκπτώσεως από την αλήθεια είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους; Όχι Εκκλησία, όχι και Θεάνθρωπος Χριστός!
Περιορίζοντας όλο το έργο του Χριστού μόνο στη διδασκαλία Του και απορρίπτοντας την Εκκλησία, ο Τολστόι, κατά λογική αναγκαιότητα έφθασε σε όλα εκείνα τα συμπεράσματά του που καταστρέφουν τον ίδιο τον Χριστιανισμό. Σ’ εμάς ο Τολστόι έδειξε χειροπιαστά που οδηγεί ο παράλογος χωρισμός του χριστιανισμού από την Εκκλησία και η άρνηση της Εκκλησίας στο όνομα ενός φανταστικού χριστιανισμού. Εάν χωρίσεις τον Χριστιανισμό από την Εκκλησία, τότε δεν έχεις καμιά ανάγκη τη Θεότητα του Σωτήρος, δεν είναι αναγκαίο το Άγιο Πνεύμα. Αλλά χωρίς το Άγιο Πνεύμα και χωρίς τη Θεότητα του Σωτήρος, χωρίς τη Σάρκωση του Υιού του Θεού, η διδασκαλία του Ιησού του Ναζαρηνού γίνεται τόσο λίγο δραστική για τη ζωή, όσο και κάθε άλλη, διότι δεν είναι δυνατό να συμμερισθεί κάποιος μια διδασκαλία κατά την οποία η γνώση από μόνη της είναι αρετή. Το αβάσιμο της μη εκκλησιαστικής κατανοήσεως του χριστιανισμού από τον Τολστόι γίνεται εμφανές από το γεγονός ότι ο τολστοϊσμός δεν δημιούργησε καμιά ζωή. Η χριστιανική ζωή είναι δυνατή μόνο σε ενότητα με τον ζώντα Θεάνθρωπο Χριστό και στην πλήρη χάριτος ενότητα των ανθρώπων με την Εκκλησία. Στον τολστοϊσμό δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Αντί του ενθουσιασμού των μαρτύρων και των ασκητών της Εκκλησίας, αντί του συνδέσμου που ένωνε τους Αποστόλους και τους πιστούς σε τέτοιο βαθμό, ώστε η καρδιά τους και η ψυχή τους να είναι μία, αντί όλων αυτών, από τον τολστοϊσμό έχουμε μόνο κάτι άψυχες καρικατούρες, τις «τολστοικές αποικίες». «Ο μη έχων τον υιόν του Θεού την ζωήν ουκ έχει» (Α Ιω. 5,12). Ο Τολστόι, όπως είπε ο Σολόβιεφ, ένωσε γύρω του μόνο μερικές δεκάδες ανοήτων ανθρώπων, οι οποίοι ήσαν πάντοτε έτοιμοι να σκορπισθούν σε διάφορα μέρη. Ο «μεγάλος δάσκαλος», φαίνεται, κανένα και τίποτα δεν δίδαξε και το «πράσινο ραβδί»50 δεν έσωσε κανένα, διότι για τη σωτηρία δεν χρειάζεται ραβδί, αλλά ο Σταυρός του Χριστού. Από τον Τολστόι απέμειναν κάποια άχρηστα σχετικά μ’ αυτόν μουσεία, αλλά δεν απέμειναν τολστοϊστές.
Έτσι, στο παράδειγμα του τολστοϊσμού βλέπουμε ότι η άρνηση της Εκκλησίας οδηγεί σε φρικτή διαστρέβλωση καθώς επίσης σε καταστροφή του ίδιου του Χριστιανισμού και ο μη εκκλησιαστικός Χριστιανισμός αναιρείται με την πλήρη νέκρα του.
- Γιάσνα Πολιάνα = καθαρό ξέφωτο. Είναι το κληρονομικό αγρόκτημα με τη βίλλα του Τολστόι, νοτιοδυτικά της Τούλα, 200 χιλιόμετρα από τη Μόσχα, όπου συνέγραψε τα μυθιστορήματά του.
- Ο Τολστόι ανέφερε κάποιο μύθο που διηγείτο ο μεγαλύτερος αδελφός του Νικολάι, σύμφωνα με τον οποίο, εκείνος είχε χαράξει σε ένα πράσινο ραβδί το μυστικό της γενικής ευτυχίας όλων των ανθρώπων και το είχε θάψει στην άκρη ενός φαραγγιού. Ο άγιος Ιλαρίων θέλει να πει ότι δεν υπάρχει μαγική συνταγή για την ευτυχία του ανθρώπου.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ:
«Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929) Ιερομάρτυς και πρόμαχος της Εκκλησίας του Χριστού» – Του Πρωτ. Ιωάννη Φωτόπουλου.