Ο σύγχρονος Άγος Γλυκέριος ο Ομολογητής της Ρουμανίας ανήκει στον χορό των Αγίων, που αντιστάθηκαν στην Ημερολογιακή Καινοτομία, φυλακίστηκε και βασανίστηκε άγρια από τα πολιτικά καθεστώτα της χώρας, συνεργούσης και αυτής της επισήμου Ρουμανικής εκκλησίας. Επί τη ευκαιρία της έκδοσης του βιβλίου ”Οι κατά Θεόν αγώνες και τα θαυμαστά παλαίσματα του Ομολογητού Ιεράρχου Αγίου Γλυκερίου εν Ρουμανία (1891-1985) από τον θεοφιλέστατο Επίσκοπο Γαρδικίου κ. Κλήμεντα της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών, προβαίνουμε σε συνεχείς, αποσπασματικές αναρτήσεις από το εν λόγω βιβλίο. Μέσα από αυτό αναδύεται η εικόνα ενός επίκαιρου Ομολογητή της Πατερικής Παράδοσης, που εκδιωγμένος επί χρόνια στις οπές της γης και στις φυλακές ενός ”Καίσαρα, ” κατέστησε σ’ εμάς εμφανές, πως οι καρποί των πνευματικών αθλήσεων ”κόποις και βασάνοις κτώνται.” Και, όπως γράφει και ο συγγραφέας του βιβλίου: ”Ουσιαστικά προβαίνουμε σε μια διακριτική ”ξενάγηση” στον ανθώνα μιας εκπληκτικής μαρτυρίας, η οποία περιέχει πληθύν οδυνηρών, αλλά και ενδόξων θαυμαστών στοιχείων και περιστατικών.” Η ευχή και ευλογία του εν Αγίοις Πατρός ημών Γλυκερίου του εκ Ρουμανίας του Ομολογητή είη μετά πάντων ημών! Γ. Δ.
ΕΞΑΡΣΙΣ ΤΩΝ ΔΙΩΓΜΩΝ
Η επιστροφή τοῦ Καλοῦ Ποιμένος π. Γλυκερίου στὴν Ρουμανία μετὰ πολύμηνον ἀπουσίαν, προξένησε μεγάλη χαρὰ στοὺς πιστοὺς καὶ μάλιστα στὴν Ἐνορία στὸ χωριὸ Μπρούστουρι, ὅπου τοῦ ἐπεφύλαξαν θερμὴ καὶ συγκινητικὴ ὑποδοχή. Οἱ πιστοὶ τοῦ Πατρίου, μὲ τὴν καθοδήγησι τοῦ ἁγίου Ποιμένος των, συνέχισαν γεμᾶτοι ζῆλο καὶ πόθο ἱερὸ νὰ δημιουργοῦν καὶ νὰ οἰκοδομοῦν νέες Ἐνορίες καὶ νὰ ἐπιδεικνύουν ἀκατάβλητη ἐργατικότητα καὶ ἀποφασιστικότητα. Καὶ ὅσο οἱ εὐλογίες ἐπληθύνοντο, τόσο καὶ οἱ ἀντιδράσεις ηὐξάνοντο… Γιὰ νὰ κατανοηθοῦν ὅσα ἐν συνεχείᾳ θὰ ἐκτεθοῦν, θὰ πρέπει νὰ ληφθῆ ὑπ’ ὄψιν ὅτι κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ ’30 στὴν Ρουμανία ἐπικρατοῦσε μία ἄνευ προηγουμένου ἀνεξέλεγχτη κατάστασις πολιτικῆς καὶ κοινωνικῆς ἀναταραχῆς καὶ ἀσταθείας, ἡ δὲ ἀλόγιστη χρῆσις βίας ἀπὸ μέρους τοῦ στρατοῦ καὶ τῆς ἀστυνομίας ἦταν μέρος τῆς καθημερινῆς πραγματικότητος ἐπὶ πολλὰ ἔτη.
Τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1936, Πρωθυπουργὸς τῆς Ρουμανίας ἀνέλαβε ὁ Καινοτόμος Πατριάρχης Μύρων, γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι εὔκολο νὰ κατανοήσουμε ὅσα ἐπακολούθησαν ἐν σχέσει πρὸς τοὺς πιστοὺς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου. Τὸν ἴδιο ἐκεῖνον μῆνα, ὁ Ἅγιος Γλυκέριος ὡς Ἱερομόναχος, μὲ 4.000 περίπου πιστούς, εὐλόγησε ἕναν νέο Ναὸ τοῦ Πατρίου στὸ χωριὸ Μπουχάλνιτσα καὶ κατὰ τὴν ἐπιστροφή τους, ἐνῶ κατευθύνοντο γιὰ τὴν εὐλόγησι ἑνὸς ἀκόμη νέου Ναοῦ στὸ χωριὸ Μποτέστι, ἐμποδίσθηκαν στὴν πόλι Πιάτρα Νεὰμτς ἀπὸ τὴν ἀστυνομία καὶ κατηγορήθηκαν ὡς «πράκτορες τοῦ κομμουνισμοῦ»! Ἐφ’ ὅσον ὅμως οἱ πιστοὶ δὲν ἀποδέχθηκαν τὴν ἄδικη καὶ παράλογη ἐκείνη κατηγορία, οὔτε καὶ παραδόθηκαν, δέχθηκαν τὰ πυρὰ τῆς ἀστυνομίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἐμφανισθέντος στρατοῦ, μὲ τραγικὸ ἀποτέλεσμα ἀρκετοὶ πιστοὶ νὰ φονευθοῦν ἐπὶ τόπου καὶ ἄλλοι νὰ τραυματισθοῦν σοβαρά!… Τὸ πλῆθος ἔντρομο σκορπίσθηκε ἀτάκτως ἐνώπιον τῆς φρικώδους αὐτῆς βίας καὶ αἱματοχυσίας καὶ ὁ Ἅγιος μὲ μερικοὺς πιστοὺς κρύφθηκαν στὴν αὐλὴ τῆς οἰκίας ἑνὸς Ἑβραίου. Ἡ ἀστυνομία συνέλαβε τὸν Συνασκητὴ τοῦ Ἁγίου π. Δαυΐδ, τὸν ὁποῖον ἐκτύπησε βάναυσα, ὥστε καὶ αὐτὸς νὰ ὑποφέρη ἔκτοτε ἀπὸ τὰ τραύματά του ἕως τῆς εὐλογημένης κοιμήσεώς του τὸ ἔτος 1961! Ὁ δὲ Ἑβραῖος, ἐνῶ στὴν ἀρχὴ ἐπέδειξε κατανόησι καὶ συμπάθεια στοὺς κρυβέντας, ὅμως κατόπιν τοὺς κατέδωσε… Οἱ ἀστυνομικοὶ συνέλαβαν μὲ μεγάλο μῖσος τὸν πρωτεργάτη τῆς ὅλης κινήσεως π. Γλυκέριο, τὸν ὁποῖον ἄρχισαν νὰ κτυποῦν μὲ ἀκατάσχετο μένος στὴν κεφαλὴ μὲ τὰ ρόπαλά τους, ἐνῶ ἐκεῖνος ὁ εὐλογημένος μάταια προσπαθοῦσε νὰ προστατευθῆ μὲ τὰ χέρια του… Ἐν συνεχείᾳ, καὶ ἐφ’ ὅσον ὁ Ἅγιος ἔπεσε στὸ ἔδαφος ἀναίσθητος, ἄρχισαν νὰ τὸν λακτίζουν ἀπάνθρωπα μὲ τὶς μπότες τους σὲ ὅλο τὸ μαρτυρικὸ καὶ πολύαθλο ἀσκητικὸ σαρκίο του καὶ τὸν κατέστησαν μία μεγάλη πληγή· ἀπὸ παντοῦ ἔρρεε αἷμα καὶ τὸ ἔδαφος κοκκίνισε!… Κατόπιν, τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν πέταξαν στὸ πάτωμα, καὶ ὅταν κάπως συνῆλθε τὸν ἀνέκριναν βάναυσα… Ἕνα μεγάλο μαρτύριο ἄρχιζε ὄχι μόνο γιὰ τὸν Ἅγιο, ἀλλὰ γιὰ ὅλο τὸ Ποίμνιό του. Πάρα πολλοὶ πιστοὶ ὑπέφεραν γιὰ τὴν Πίστι τους καὶ ὅλοι οἱ Ναοὶ καὶ Μονὲς, τουλάχιστον 40 τὸν ἀριθμόν, κατεδαφίσθηκαν· ἐπίσης, ὅλοι οἱ Κληρικοί, Μοναχοὶ καὶ Μοναχὲς συνελήφθηκαν καὶ φυλακίσθηκαν. Γιὰ ἄλλη μία φορά, τὸ δένδρο τῆς Ἀληθινῆς Πίστεως καὶ Ὁμολογίας θὰ ποτιζόταν μὲ τὸ Αἷμα Δικαίων καὶ Μαρτύρων!… Ὁ Ἅγιος, μὲ κοσμικὰ ἐνδύματα, μεταφέρθηκε στὸ Βουκουρέστι, ὅπου φωτογραφήθηκε καὶ γιὰ τὸ γεγονὸς ἔγραψαν οἱ ἐφημερίδες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Τὰ γεγονότα ἦταν ραγδαία: Ὁ Ἅγιος καταδικάσθηκε σὲ θάνατο καὶ ἐπρόκειτο νὰ ἐκτελεσθῆ ἄμεσα!… Ὅμως, ἡ σύζυγος τοῦ Ὑπουργοῦ Οἰκονομικῶν (ἤ Δικαιοσύνης) τῆς Ρουμανίας τοῦ ἔσωσε τὴν ζωή, διότι τῆς ἐμφανίσθηκε ἡ Παναγία μας καὶ τῆς διεμήνυσε, ὅτι ἡ ἐκτέλεσις τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Γλυκερίου θὰ ἐπέφερε μεγάλα δεινὰ στὴν χώρα!… Μὲ τὴν βοήθεια δὲ τῆς συζύγου τοῦ Στρατηγοῦ τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων τῆς χώρας Παραϊάνου, ἡ θανατικὴ ποινὴ ἀποφεύχθηκε καὶ τοῦ ἐπιβλήθηκε φυλάκισις καὶ καταναγκαστικὰ ἔργα. Ὁ Ἅγιος ὡδηγήθηκε σὲ διάφορες περιοχὲς καὶ τελικὰ κατέληξε στὴν φυλακὴ-Σκήτη Ἰεζέρου, τόπο μαρτυρίου καὶ ἑτέρων Ὁμολογητῶν Πατέρων. Ἐκεῖ ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ παραμένη ἐντὸς ποταμοῦ ὅλη τὴν ἡμέρα καὶ νὰ συλλέγη ἐπιπλέοντας κορμοὺς δένδρων, ποὺ ἐκόπτοντο στὰ δάση καὶ ἐρρίπτοντο στὸν ποταμό, ὥστε νὰ τοὺς βγάζη στὴν ὄχθη. Ὁ Ἅγιος, ὡς βραχύσωμος, φαινόταν ὅτι δὲν θὰ ἄντεχε ἐπὶ πολὺ τὸ ἀργὸ αὐτὸ ἐπώδυνο μαρτύριο, ἀλλὰ τελικὰ τοῦτο διήρκεσε γιὰ ἕνα ἑξάμηνο. Διότι, τὸν πῆραν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ τὸν μετέφεραν σὲ ἄλλα μέρη, μὲ φυλάκισι συνολικὰ πλέον τῶν δύο ἐτῶν (1936-1938)… Τὰ θεῖα λόγια τοῦ ἱεροῦ Ψαλτῆρος εὑρῆκαν καὶ ἐδῶ τὴν φανερὴ ἐκπλήρωσί τους: «πολλαὶ αἱ θλίψεις τῶν δικαίων, καὶ ἐκ πασῶν αὐτῶν ῥύσεται αὐτοὺς ὁ Κύριος» (Ψαλμ. λγ’ 20)!… Την δύσκολη ἐκείνη μαρτυρικὴ περίοδο τῆς φυλακίσεώς του, ὁ Ἅγιος εἶχε κρατηθῆ καὶ σὲ φυλακὴ τοῦ Βουκουρεστίου, πρωτευούσης τῆς Ρουμανίας, ὑπὸ ἄθλιες συνθῆκες. Ἦταν τόσο τὸ σκοτάδι ἐκεῖ μέσα, ὥστε ὁ Ἅγιος εἶχε χάσει τὴν σειρὰ τῶν ἡμερῶν καὶ κάποια στιγμή, ὑποθέτων ὅτι ἦταν ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Προφήτου Ἠλιοὺ (ἑορτάζει στὶς 20 Ἰουλίου), ἄρχισε νὰ τὸν ἱκετεύη μὲ θερμὰ δάκρυα, ὥστε νὰ λυθῆ τουλάχιστον ἀπὸ τὶς ἁλυσίδες, μὲ τὶς ὁποῖες τὸν εἶχαν δέσει καὶ δὲν ἠδύνατο οὔτε τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ νὰ κάνη. Τότε, τοῦ παρουσιάσθηκε ὀφθαλμοφανῶς ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Προκόπιος (ἑορτάζει στὶς 8 Ἰουλίου), ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε: «Διατί κλαίεις ἔτσι, πάτερ; Ὁ Κύριος εἰσήκουσε τῆς δεήσεώς σου καὶ μὲ ἀπέστειλε, διότι σήμερα εἶναι ἡ ἡμέρα μου»! Ὁ Ἅγιος ἐν συνεχείᾳ τὸν ἔλυσε ἀπὸ τὶς ἁλυσίδες… Κατόπιν, ἐμφανίσθηκε καὶ ὁ Προφήτης Ἠλίας, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε δύο ἄρτους καὶ τοῦ εἶπε λαμβάνων τὸν λόγο: «Νὰ τοὺς τρώγης τὸ διάστημα τῶν δύο ἑβδομάδων ἕως τὴν Ἑορτή μου· τότε, θὰ ἔλθω πάλι μὲ τρεῖς ἄλλους ἄρτους, τοὺς ὁποίους θὰ τρώγης τρεῖς ἀκόμη ἑβδομάδες, καὶ τότε θὰ σὲ βγάλω ἀπὸ ἐδῶ. Ὅμως, ἔχω μία αἴτησι: νὰ συνθέσης στὸν νοῦ σου τοὺς Χαιρετισμούς μου, διότι δὲν ἔχουν γραφῆ ἀκόμη (στὴν ρουμανικὴ γλῶσσα)· καὶ ὅταν θὰ ἀπελευθερωθῆς, νὰ τοὺς καταγράψης»!… Τότε, οἱ Ἅγιοι ἔγιναν ἄφαντοι καὶ ὁ π. Γλυκέριος ἀπέμεινε λυμένος, μὲ τοὺς δύο ἄρτους, δοξάζων τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους Του γιὰ τὴν θεία εὔνοια καὶ εὐλογία! Οἱ δὲ δεσμοφύλακες, ὅταν ἀντίκρυσαν τὸν Ἅγιο λυμένο, ἀναγνώρισαν μὲ θάμβος ὅτι κάτι τὸ θαυμαστὸ συνέβη καὶ δὲν τοῦ φόρεσαν καὶ πάλι τὰ δεσμά του, ἀλλὰ τὸν ἄφησαν ἀνέγγιχτο. Μετὰ δύο περίπου ἑβδομάδες, στὶς 20 Ἰουλίου μὲ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἡμερολόγιο, ἐμφανίσθηκε καὶ πάλι ὁ Προφήτης Ἠλίας στὴν φυλακή, ὅπως εἶχε ὑποσχεθῆ, καὶ παρέδωσε στὸν ἱερὸ δέσμιο τρεῖς ἀκόμη ἄρτους. Μετὰ δὲ τὴν πάροδο τριῶν ἀκόμη ἑβδομάδων, ἕως τῆς ἐξαντλήσεώς τους, ὁ Ἅγιος Γλυκέριος ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ ἐστάλη γιὰ νὰ ἐργάζεται στὴν οἰκία ἑνὸς γαιοκτήμονος, ὀνόματι Ἀρσανέσκου, διατελῶν ὑπὸ περιορισμὸν κατ’ οἶκον. Ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἦταν καλὸς καὶ θεοφοβούμενος καὶ ἐπέδειξε σεβασμὸ ἔναντι τοῦ Ἁγίου. Τοῦ ἔδωσε χαρτὶ καὶ μελάνι ποὺ χρειαζόταν, ὥστε νὰ καταγράψη τοὺς Χαιρετισμοὺς τοῦ Προφήτου Ἠλιοὺ καὶ φρόντισε γιὰ τὰ ἔξοδα, ὥστε νὰ ἐκτυπωθοῦν σὲ φυλλάδιο. Εἰς ἀνταπόδοσιν, ὁ Ἅγιος τὸν συμβούλευσε προφητικῶς ὡς ἑξῆς: «Θὰ ἔλθη μεγάλος πόλεμος καὶ μετὰ τὴν ἐξουσία θὰ λάβουν οἱ ”πτωχοὶ“ καὶ ὅλοι οἱ γαιοκτήμονες καὶ οἱ πλούσιοι θὰ διωχθοῦν. Γι’ αὐτό, νὰ πωλήσης τὶς οἰκίες καὶ τὰ κτήματα ποὺ ἔχεις καὶ νὰ μείνης μὲ ἕνα μικρὸ μόνον σπίτι γιὰ διαμονὴ καὶ ἕναν μικρὸ κῆπο γιὰ διατροφή»… Ὁ κ. Ἀρσανέσκου τοῦ εἶχε τόση εὐλάβεια, ὥστε ἐτήρησε κατὰ γράμμα τὶς συμβουλές του καὶ ὅταν πράγματι οἱ Κομμουνισταὶ ἔλαβαν τὴν ἐξουσία μετὰ τὸν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αὐτὸς γλύτωσε ἀπὸ τὸ βάρβαρο τέλος τῶν ἄλλων πλουσίων!… Ἀργότερα δέ, ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους κτίτορες τῆς Μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως στὴν Σλατιοάρα (1947 ἑ.) καὶ τελείωσε τὸν βίο του ἐν εἰρήνῃ, τρεφόμενος μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια, πτωχός, ἀλλὰ ἐλεύθερος. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι Φυλλάδια τῆς ἐκδόσεως ἐκείνης μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς τοῦ Προφήτου Ἠλιοὺ φυλάσσονται μέχρι σήμερα μὲ ἰδιαίτερη εὐλάβεια ἀπὸ πιστοὺς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου στὴν Ρουμανία, εἰς ἀνάμνησιν τοῦ συγκλονιστικοῦ γεγονότος. Ενώ ὁ Ἅγιος Γλυκέριος, κατόπιν τόσων ταλαιπωριῶν καὶ θαυμαστῶν ἀντιλήψεων καὶ συμβάντων, εὑρέθηκε γιὰ δύο μόλις μῆνες ἐλεύθερος, ἀντιμετώπισε νέο διωγμό. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κατηγορία ὅτι ἦταν «Παλαιοημερολογίτης», ἀντιμετώπιζε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τῆς αὐταρχικότητος στὴν Ρουμανία, ὅπου εἶχε ἐπιβληθῆ Βασιλικὴ Δικτατορία, καὶ τὶς κατηγορίες ὅτι ἦταν «Κομμουνιστὴς» ἤ ὅτι ἦταν «Λεγεωνάριος», δηλαδὴ μέλος τῆς φασιστικῆς ὀργανώσεως «Σιδηρᾶ Φρουρά»! Ὅμως, δὲν ἦταν δυνατὸν καὶ λογικὸν νὰ τὸν ἀφοροῦν ταυτοχρόνως οἱ διαμετρικὰ ἀντίθετες αὐτὲς κατηγορίες, ἀλλὰ τὸ ψέμα εἶναι πάντοτε τυφλὸ καὶ παράλογο. Ὁ Νεοημερολογίτης ἱερεὺς τοῦ χωριοῦ Ραουτσέστι, κατηγόρησε στοὺς ἐξουσιαστὲς τὸν Ἅγιο μὲ τὶς συκοφαντίες ἐκεῖνες καὶ τοὺς ἔπεισε νὰ τὸν συλλάβουν, διότι δῆθεν ἔκανε «παλαιοημερολογιτικὴ προπαγάνδα» καὶ ἔπειθε τοὺς χωρικοὺς νὰ ἀσπάζωνται εἴτε τὸν Κομμουνισμὸ εἴτε τὴν κίνησι τῶν Λεγεωναρίων. Ἡ ἀστυνομία συνέλαβε καὶ πάλι τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ὡδήγησε σὲ στρατόπεδο ἐκτοπισμοῦ «Λεγεωναρίων», ὅπου ἐγκλείσθηκε μαζὶ μὲ 80 ἀπὸ αὐτούς. Ἐκεῖ, παρέμεινε ἐπὶ 9 μῆνες καὶ μία βραδυὰ τοῦ Νοεμβρίου τοῦ 1939, ἐξεδώθη ἡ διαταγὴ νὰ ἐκτελεσθοῦν ὅλοι οἱ «Λεγεωνάριοι» τὸ ἑπόμενο πρωῒ σὲ δύο «δόσεις»: μία μὲ 40 ἀπὸ αὐτοὺς στὶς 4 π.μ. καὶ ἄλλη μὲ τοὺς ὑπολοίπους 40 στὶς 6 π.μ. Ὁ Ἅγιος δὲν συμπεριλήφθηκε στὴν πρώτη ὁμάδα, ἀλλὰ στὴν δεύτερη. Στὶς 4 π.μ. ἀκούσθηκαν οἱ πυροβολισμοὶ τοῦ ἐκτελεστικοῦ ἀποσπάσματος, ὡς καὶ οἱ ἐπιθανάτιες κραυγὲς τῶν ἐκτελεσθέντων. Ἡ δεύτερη ὁμάδα ὡδηγήθηκε σὲ μία αἴθουσα ἀναμονῆς. Τὶς φοβερὲς ἐκεῖνες στιγμές, οἱ περισσότεροι μελλοθάνατοι, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ δύο Νεοημερολογῖτες κληρικοί, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ὄντως «Λεγεωνάριοι» καὶ κάπνιζαν μάλιστα ἀσταμάτητα, ἄρχισαν νὰ προσεύχωνται γιὰ τὸ ἐπικείμενο τέλος. Ὁ Ἅγιος Γλυκέριος προσέπεσε στὰ γόνατα καὶ παρακαλοῦσε τὴν Οὐράνια Βασίλισσα καὶ Προστασία του, τὴν Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν του, εὐγνωμονῶν παράλληλα τὸν Παντοδύναμο Θεό, διότι τὸν ἀξίωσε νὰ τελειώση τὸν βίο του πιστὸς στὴν ἁγία Ὀρθοδοξία. Τότε, καὶ ἐνῶ τὰ δάκρυα ἔρρεαν κρουνηδὸν ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς του, ἄκουσε μία πολὺ γλυκειὰ φωνὴ στὰ αὐτιά του, ἡ ὁποία τὸν ἐβεβαίωνε ὅτι αὐτὸς καὶ οἱ λοιποί, οἱ ὁποῖοι ἐπροσηύχοντο, θὰ ἐσώζοντο ἀπὸ τὸν βέβαιο θάνατο καὶ θὰ ἀπελευθερώνοντο!… Καὶ πραγματικά, συνέβη μετὰ ἀπὸ λίγο τὸ ἀνέλπιστο θαῦμα! Ἕνα τηλεφώνημα ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρους, ἀνακοίνωνε ὅτι ἡ ἐκτέλεσις «Λεγεωναρίων» ἔπρεπε νὰ παύση πάραυτα καὶ οἱ ἐναπομείναντες ἀφέθηκαν ἐλεύθεροι, διότι τοὺς εἶχε χορηγηθῆ ἀμνηστία!… Όμως, ἡ γενικὴ κατάστασις γιὰ τοὺς πιστοὺς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὴν Ρουμανία, ἦταν πράγματι ἀπελπιστική. Ὄχι μόνο Ναοὶ δὲν ἀπέμειναν, ἀλλὰ ἀπαγορευόταν ἀκόμη καὶ οἱ λαϊκοὶ νὰ διατηροῦν λειτουργικὰ βιβλία γιὰ ἐπιτέλεσι μεμονωμένως προσευχῶν καὶ ἱ. Ἀκολουθιῶν. Ἐν τούτοις, κάποιοι ἡρωϊκοὶ πιστοὶ διατηροῦσαν Λειτουργικὰ βιβλία σὲ ἀπόκρυφα σημεῖα τῶν οἰκιῶν ἤ τῶν ἀγρῶν καὶ τῶν σταύλων τους, καὶ μυστικὰ τὶς Κυριακὲς ἤ τὶς μεγάλες Ἑορτὲς συγκεντρώνονταν σὲ κάποιον ὡρισμένο χῶρο γιὰ κοινὴ προσευχὴ καὶ Λατρεία ἐντὸς οἰκιῶν. Εἶχαν τόσο ζῆλο καὶ τόση αὐτοθυσία, ὥστε χωρὶς Ναοὺς καὶ Κληρικοὺς νὰ παραμένουν πιστοὶ στὰ πνευματικά τους καθήκοντα καὶ νὰ λαμβάνουν μάλιστα μέτρα προστασίας, ὥστε νὰ μὴ γίνωνται ἀντιληπτοί. Κάποτε, ἐνῶ τελείωσαν οἱ πιστοὶ τὴν Ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως, χωρὶς βέβαια Ἱερέα, σὲ κάποιο χωριό, ἔκανε ἡ ἀστυνομία «ἔφοδο». Οἱ συγκεντρωμένοι πιστοὶ πρόλαβαν νὰ κρύψουν τὰ κεριὰ καὶ τὰ κόκκινα αὐγά, καὶ προσποιήθηκαν τοὺς κοιμωμένους. Οἱ ἀστυνομικοὶ ἐκνευρισμένοι μύριζαν τὴν εὐωδία τοῦ θυμιάματος, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀνακαλύψουν κάποιο τεκμήριο «ἐνοχῆς» καὶ ἔτσι ἔφυγαν χωρὶς νὰ συλλάβουν κανέναν!… Σὲ ἄλλες ὅμως περιπτώσεις, εἴχαμε καὶ Νεομάρτυρες τῆς Ὀρθοδόξου Εὐσεβείας. Στὸ χωριὸ Μπρούστουρι, γιὰ παράδειγμα, στὴν Νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τοῦ 1937, ἡ ἀστυνομία περικύκλωσε τὸν οἰκισμὸ μὲ αὐτόματα ὅπλα καὶ ἐρεύνησε γιὰ νὰ ἀνακαλύψη ποιοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους «κρατοῦσαν τὸ παλιό»! Αὐτοὺς ποὺ ἀνακάλυψαν, τοὺς ξεχώρισαν ἀπὸ τοὺς λοιποὺς καὶ ἀπέλυσαν τὰ γυναικόπαιδα. Ἐν συνεχείᾳ, τοὺς ἔκλεισαν στὴν Κοινοτικὸ κτήριο καὶ ἄρχισαν νὰ τοὺς κτυποῦν βάναυσα ἐπὶ τρεῖς ὁλόκληρες ἡμέρες! Τότε, δύο ἄνδρες ἐξέπνευσαν, μὴ ἀντέχοντες τὰ μαρτύρια… Στὸ χωριὸ ἐκεῖνο, ἔμενε ἕνας Μοναχός, ὀνόματι Γερμανός. Ἦταν ἄνθρωπος ἀδιαλείπτου προσευχῆς καὶ ἐγνώριζε τὶς ἱ. Ἀκολουθίες ἀπὸ στήθους. Ὅταν δὲ ὁ Ἅγιος Γλυκέριος ἦταν φυλακισμένος ἤ ἐκρύπτετο, ὁ Μοναχὸς αὐτὸς ἀνελάμβανε τὴν πνευματικὴ στήριξι καὶ φροντίδα τῶν πιστῶν καὶ ὁ Κύριός μας τὸν ἐνίσχυε καὶ τὸν ἐκάλυπτε μὲ τὴν σωτηριώδη Πρόνοιά Του! Δίπλα στὴν οἰκία ποὺ διέμενε ὑπῆρχε ἕνα πηγάδι, ὅπου ὁ Μοναχὸς Γερμανὸς καθόταν καὶ ἀνεγίνωσκε μὲ εὐλάβεια τὸ Ψαλτήριο. Ἄν καὶ ἦταν βέβαια ὁρατὸς σὲ ὅλους, ὅποτε πήγαινε ἡ ἀστυνομία γιὰ νὰ τὸν συλλάβη, τότε παραδόξως δὲν ἦταν ὁρατός, διότι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τὸν ἔσκεπε καὶ διεφύλαττε ἀπὸ τοὺς διωκτικοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἀστυνομικῶν! Ὄντως, «οἶδε Κύριος εὐσεβεῖς ἐκ πειρασμοῦ ῥύεσθαι…» (Β’ Πέτρ. β’ 9)!… Ο ηρωικός Ἅγιος Γλυκέριος, ἡ ἐκλεκτὴ αὐτὴ ψυχή, ἡ ὁποία ἐδοκιμάζετο «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ», γιὰ νὰ ἀναδειχθῆ ἡ λάμψις καὶ γλυκύτης τῆς προαιρέσεώς του, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀκράδαντη σταθερότητα τοῦ φρονήματός του, κατευθύνθηκε μετὰ τὴν νέα θαυμαστὴ ἀπελευθέρωσι-ἀμνηστία του στὸ Τίργκου Νεάμτς. Ὅμως, στὶς ἀρχὲς τοῦ 1940 καὶ ἐφ’ ὅσον στὴν ἐξουσία ἀνῆλθε ἡ κίνησις τῶν «Λεγεωναρίων» ὑπὸ τὸν στρατηγὸ Ἀντονέσκου, πολλοὶ δὲ Νεοημερολογῖται κληρικοὶ εἰσῆλθαν στὶς τάξεις τους, ὁ Ἅγιος κατενόησε ὅτι δὲν θὰ παρέμενε ἐπὶ πολὺ ἐλεύθερος καὶ ἔσπευσε μετὰ τοῦ Συνασκητοῦ του π. Δαυῒδ νὰ ἀπομακρυνθῆ καὶ νὰ φυγαδευθῆ στὴν ἀγαπητή τους ἔρημο, στὰ ὄρη καὶ στὰ δάση πλησίον τῆς ἀρχικῆς τους Σκήτης τοῦ Ποκρὼβ τῆς μεγάλης Μονῆς Νεάμτς. Ἐκεῖ κατεσκεύασαν Καλύβη τὸν Μάϊο τοῦ 1940 καὶ παρέμειναν γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα, ἀλλὰ ἔμαθαν ὅτι ἡ ἀστυνομία τοὺς ἀναζητεῖ μὲ ἄγριες διαθέσεις καὶ ἀνεχώρησαν μακρύτερα σὲ βραχώδεις περιοχές, ὅπου ἔφτιαξαν νέα Καλύβη. Ἡ ἀστυνομία ἀνεκάλυψε πράγματι αὐτὴν ποὺ ἐγκατέλειψαν καὶ τὴν κατέστρεψε. Ὅμως, οἱ Πατέρες ἀνεκαλύφθησαν καὶ στὸ νέο τους κρυσφύγετο ἀπὸ δασικοὺς ὑπαλλήλους τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1941, οἱ ὁποῖοι τοὺς ἐφέρθησαν ἀπάνθρωπα. Ἔτσι, ἀναγκάσθηκαν νὰ μετακομίσουν καὶ πάλι, αὐτὴ τὴν φορὰ πρὸς τὴν Σλατιοάρα, στὴν περιοχὴ τῆς Σουτσάβας, ὅπου ἐγνώρισαν εὐσεβεῖς λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι τοὺς συμπαραστάθηκαν καὶ ἐβοήθησαν στὴν καινούργια ἐρημιτική τους ἐγκατάστασι στὸ δάσος τῆς Ρίσκας, ἀφοῦ πρῶτα παρέμειναν ἐπὶ ἑξάμηνον στὴν οἰκία εὐσεβοῦς στὸ χωριὸ Μπούντα. Στὴν νέα Καλύβη τους, στὸ δάσος τῆς Ρίσκας (περιοχὴ Μάγκουρα), παρέμειναν μέχρι τὸ τέλος τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τὸ 1945. Ζοῦσαν ἐντελῶς στερημένοι μία σκληρὴ ἀσκητικὴ ζωή, ἔχοντες μόνον τὰ Λειτουργικὰ βιβλία γιὰ τὶς Ἀκολουθίες τους καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο στὰ φλογερὰ στήθη τους. Ἐτρέφοντο μὲ μανιτάρια καὶ χόρτα, σπάνια δὲ μὲ ψωμί, τὸ ὁποῖο θὰ τοὺς ἔφερε κάποιος ἀπὸ τοὺς ὀλίγους ἡρωϊκοὺς βοηθοὺς – συμπαραστάτες τους, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ βαδίση βράδυ, γιὰ νὰ μὴ ἀφήση ἴχνη στὰ χιόνια, ἐπὶ 20 τουλάχιστον χιλιόμετρα, ἀπὸ τὴν πιὸ κοντινὴ κατοικημένη περιοχή! Οἱ Ἐρημῖται Πατέρες παρέμεναν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας στὸν παγετό, διότι ἐφοβοῦντο ὅτι τὸ ἄναμμα φωτιᾶς θὰ τοὺς ἐπρόδιδε ἀπὸ τὸν καπνό. Γι’ αὐτὸ καὶ ἠδύναντο νὰ ἀνάβουν φωτιὰ μόνο τὴν νύκτα. Ἡ ἀντοχή τους στὶς ἀντίξοες συνθῆκες ἰδίως τὸν χειμῶνα, ὅταν ἡ θερμοκρασία κατήρχετο μέχρι καὶ 20 βαθμοὺς ὑπὸ τὸ μηδέν, μόνον ὡς Θαῦμα τῆς Χάριτος δύναται νὰ ἐξηγηθῆ. Διότι, πράγματι, ὁ Κύριος τηροῦσε τοὺς δούλους Του γιὰ τὴν συνέχισι τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς τους.
Τοὺς ἀνέμενε ἀκόμη μεγάλο ἔργο νὰ ἐπιτελέσουν αὐτοὶ οἱ εὐγνώμονες, πιστοὶ καὶ ἐργατικοὶ δοῦλοι Του! Ἰδίως ὁ εὐλαβὴς Γλυκέριος, ἔπρεπε νὰ ἀνοικοδομήση τὰ κατεστραμμένα, ἀλλὰ καὶ νὰ δοκιμασθῆ καὶ ἄλλο καὶ νὰ ὁμολογήση τὴν «καλὴν ὁμολογίαν» καὶ μαρτυρίαν ἐνώπιον ὄχι μόνο τῶν Καινοτόμων, ἀλλὰ καὶ τῶν Ἀθέων! Διότι, τὴν Ρουμανία ἀνέμενε ἡ μεγάλη δοκιμασία τοῦ κομμουνιστικοῦ ζυγοῦ… Ἕνα προφητικὸ ὅραμα ἄλλωστε, τὸ ὁποῖο εἶδε ὁ Ἅγιος κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐρημικῆς του ἀποκρύψεως, ἐδείκνυε τὴν ἐξέλιξι τῶν γεγονότων: Τοῦ φάνηκε ὅτι ἦταν νύκτα καὶ εἶδε ἐνώπιόν του ἕναν ὡραῖο Ναό. Τότε ἐμφανίσθηκε ὁ Ἐπίσκοπος Γαλακτίων (Κορντούν), Ἀρχιερεὺς τοῦ Πατριαρχείου Ρουμανίας, ὁ ὁποῖος μετὰ δεκαετίαν ἐπρόκειτο νὰ προσχωρήση στὸ Πάτριο καὶ νὰ ἀποτελέση τὸν πρῶτο Πρωθιεράρχη τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Ρουμανίᾳ! Ὁ Ἐπίσκοπος Γαλακτίων κρατοῦσε Εἰκόνες καὶ ἕναν Σταυρό. Στοὺς πιστοὺς ποὺ ὑπῆρχαν στὸν Ναὸ ὁ Ἀρχιερεὺς ἔδιδε ἀπὸ μία Εἰκόνα. Ὅταν ὅμως τὸν πλησίασε ὁ ἴδιος ὁ ἱερὸς Γλυκέριος, σὲ αὐτὸν παρέδωσε τὸν Σταυρό…
Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Γαρδικίου κ. Κλήμης
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών