Ὁ Βαλέριος Γκαφένκου – γράμματα καί ποιήματα
Περιστατικά ἀπό τήν ζωή φυλακισμένων Ρουμάνων Μαρτύρων καί ὁμολογητῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος
Βρῆκα τήν εὐκαιρία νά ἐκθέσω καί μερικές δραματικές ἱστορίες γιά τήν πίστη. Ἐγνώρισα ἀνθρώπους πού εἶχαν φτάσει στήν κατά τό ἀνθρώπινον, πνευματική τελειότητα, στήν ἁγιότητα, στό μαρτύριο – ἀλλά μέσω ἑνός ἐξαντλητικοῦ κοσκινίσματος.
Ἔχω τό θάρρος νά ὁμολογήσω ὅτι εἶμαι ἕνας εὐτυχής ἄνθρωπος, ἐπειδή εἶδα ἕναν ἄνθρωπο στόν ὁποῖο ζοῦσε, σκεφτόταν, χαμογελοῦσε καί νικοῦσε ὁ Χριστός. Αὐτός ἦταν ὁ Βαλέριος Γκαφένκου.
Μόλις βρῆκε τόν Κύριο, ὁ Βαλέριος ἐγκατέλειψε τά πάντα καί ἀφιερώθηκε σ΄ Αὐτόν ὁλοκληρωτικά καί ὁριστικά.
Ἀκολούθησε ἡ μεγάλη μάχη: ὁ πόλεμος μέ τά πάθη, ἡ φρούρηση τοῦ στόματος καί ὅλων τῶν αἰσθήσεων, ἡ αὐτοκυριαρχία, ἡ κάθαρση τῶν λογισμῶν καί τῶν πιό ψιλῶν ἐσωτερικῶν κινήσεων, ὥστε τό ἅγιο Πνεῦμα μπῆκε βαθμιαία στό σῶμα, στήν ψυχή, στό νοῦ, σέ ὅλη τήν ζωή του.
Στό κέντρο τῆς ἀναταραγμένης ζωῆς τῆς φυλακῆς, ὁ Βαλέριος ἦταν ὁ ἀκράδαντος καί ἀκλόνητος βράχος τῆς πίστεως. ὁ ἐσωτερικός του ἄνθρωπος εἶχε ἤδη τελειοποιηθεῖ. Ἡ σφοδρότητά του ἦταν ἄκακη, τά ψυχικά του ὕψη ἦταν γεμᾶτα ἀπό ταπείνωση.
Ἦταν ἀθῶος σάν ἕνα παιδί καί ταπεινός σάν ἕνας μεγάλος ἁμαρτωλός. Παρόλο πού ὁ Βαλέριος ἦταν σεβαστός ἀπό ὅλους, ὅμως ἦταν ταπεινός καί ὑπάκουος.
Μολονότι ἦταν καταβεβλημένος ἀπό τά βάσανα, μυστικές δυνάμεις τῆς θείας Χάριτος τόν κρατοῦσαν δυνατό. Ἡ προσευχή του ἦταν ἡ ἴδια ἡ ζωή του, ἡ ψυχή του ἦταν γεμάτη Χάριτος, ὁ νοῦς του ἦταν φορτωμένος μέ οὐράνια δῶρα καί φῶτα. Τό ἐγώ του ἦταν νεκρό ἐν Χριστῶ καί ὁ Ἰησοῦς ἦταν ζωντανός στόν Βαλέριο.
Εἶχε γίνει ἕνα σύμβολο κι ἕνα παράδειγμα ζωῆς, ὄχι μέ κενόδοξη πρόθεση, ἀλλά μέ τά βιώματά του. Ὄντως φορέας τοῦ Χριστοῦ, ἦταν ταπεινός, εὐλαβής, νηφάλιος, πάντα εὐχαριστημένος καί πάντοτε δοξάζοντας τόν Θεό.
Στόν Βαλέριο εἶχε συνδυασθῆ ἡ ζωή αὐτή μέ τήν αἰωνιότητα, ἡ ἕνωση τοῦ νοῦ μέ τήν καρδιά, τοῦ σώματος μέ τήν ψυχή, τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο, τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν φύση, ἡ ἕνωση ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἐν Χριστῶ, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀρμονία καί ἡ ἑνότητα τοῦ κόσμου.
Ἐπικοινωνοῦσε ζωντανά, ἔξυπνα, σοφά μέ τούς ἀνθρώπους. Ἦταν στολισμένος μέ μιά μυστική δύναμη νά προσελκύει, νά ἐντυπωσιάζει, νά φωτίζει τόσο τούς φίλους, ὅσο καί τούς ἐχθρούς. Ὁ λόγος του ἦταν πλήρης αὐθεντίας, ἰκανότητας, γνησιότητας.
Ὁ Βαλέριος κατακτοῦσε, πόλωνε, θάμπωνε.
Νά μήν σᾶς φανεῖ, ὅμως, παράξενο καί οὐράνιο, ὅτι ὁ Βαλέριος ἦταν μιά ἔνθερμη καί ταπεινή ψυχή, πού ἀγκάλιαζε μέ τήν ἀγάπη του ὅλους. Δέν λυπόταν τόν ἑαυτό του, εἶχε ὅμως πολλή ὑπομονή, ἀγάπη καί κατανόηση γιά τόν κόσμο, παρ᾿ ὅλες τίς περιπλανήσεις του. Ἔβλεπε μέ διαύγεια τήν ἠθική κατάπτωση τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν σχεδόν ἀγέλαστος καί προσευχόταν θερμά γι΄ αὐτούς, κάνοντας ἔτσι τήν ἀπολύτρωσή τους σάν ἕνα ὑπέρτατο καί θυσιαστικό καθῆκον τῆς ζωῆς του.
Ὁ ἴδιος ὡμολογοῦσε πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του: «Ἐγώ κοιτάζω μέ ἀγάπη ὅλους τούς ἀνθρώπους, μολονότι μερικούς τούς ἐπαινῶ, ἐνῶ ἄλλους τούς λυπᾶμαι, συγκλονιζόμενος γιά τά βάσανά τους καί τήν ζωή τους γενικά.
Συγχωρῶ μέ ὅλη τήν ψυχική μου ἐλευθερία ὅσους μοῦ ἔκαναν κακό σέ μένα προσωπικά. Ἐκεῖνοι πού μέ πολέμησαν ἔμπρακτα καί μέ ἔβαλαν στά χέρια τοῦ Θεοῦ τούς εὐχαριστῶ. Προσεύχομαι γιά τούς φίλους, γιά τούς χριστιανούς καί γιά τήν ἐκ τῆς τελευταίας ὥρας σωτηρία τῶν ἐχθρῶν».
Τά τελευταία χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ Βαλέριος πονοῦσε πολύ, λόγω τῆς φυλακῆς, τῆς πείνας, τοῦ κρύου, τοῦ διωγμοῦ, τῆς ἐξουδένωσης, τοῦ τρόμου, τῆς ἀπομόνωσης, τῆς κατάπτωσης ὡρισμένων Πιστῶν καί τῆς γέννησης ἄλλων. Τό τέλος του ἦλθε ἀργά, συνειδητά, μαρτυρικά.
Ἡ σωματική του θλίψη ἦταν πελώρια, ἀλλά τήν ὑπέτασσε μέ τήν ἄνωθεν δύναμη καί ἔφτασε στήν τελική νίκη. Ἡ ἀκτινοβολία τῶν ἁγίων εἶναι πραγματική καί αὐτήν ἀξιώθηκε ὁ Βαλέριος στό τέλος τῆς ζωῆς του. Ἐνῶ πάντοτε ἀπέθνησκε, ἀνάσαινε διαρκῶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁ θάνατος εἶχε πεθάνει στήν ψυχή τοῦ Βαλερίου.
Ἡ διαθήκη του γιά τούς κοντινούς του ἦταν ἡ ἴδια ἡ Διαθήκη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθώς καί αὐτά τά λόγια: «Ἐγώ φεύγω τώρα καί, μολονότι ἡ ζωή μου ἦταν διαφορετική ἀπό τήν ζωή τοῦ ἀνωτέρου κλήρου, παραμένω πιστός στρατιώτης τῆς Ἐκκλησίας, διότι σ᾿ αὐτούς τούς καιρούς ὁ Ἰησοῦς ἔπρεπε νά εἶναι στήν φυλακή.
Εἶμαι συγκινημένοςς καί εὐτυχής ἐπειδή δωρίζεται σέ μένα ὁ θάνατος γι᾿ Αὐτόν. Νά μήν ἐγκαταλείψετε ποτέ τήν ἐκκλησία, ἔστω κι ἄν ἀντικρύσετε μεγάλες ἀντιδράσεις γιά τήν σταθερότητα τῆς ἀληθείας! Ὁ Χριστιανισμός ἔχει νέους μάρτυρες καί, μαζί μ᾿αὐτούς, ἀνασταίνει μιά καινούργια πνοή. Εἶμαι ἄδειος ἀπό ὁποιαδήποτε ἀλαζονεία καί γεμᾶτος θερμή ἀγάπη πρός τόν Κύριο. Τόν εὐχαριστῶ γιά ὅλα. Αὐτός νά δοξάζεται καί νά ὑμνολογεῖται νῦν καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Τήν 18ην Φεβρουαρίου 1952, στό δεσμωτήριο τοῦ Τίργου Ὄκνα ὁ Βαλέριος ξεψύχησε στά χέρια τοῦ Χριστοῦ ἀλλά, μέ τήν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, παρέμεινε παρών στόν κόσμο γιά νά πάρει μαζί μέ μᾶς, μέ τίς ἱκεσίες καί τήν ἀγάπη του, τόν σταυρό τῆς σωτηρίας τῆς ἀνθρωπότητας. Ἀμήν.
Τώρα θά ἀφήσω τόν Βαλέριο νά μιλα, διά τῶν γραμμάτων καί μερικῶν ποιημάτων του, τά ὁποῖα συνέθεσε στό Τίργου Ὄκνα. Τά ἴδια ὁμολογοῦν γι΄ αὐτόν. Εἶναι ἡ πιό πιστή εἰκόνα, ψυχική, σωματική καί ἀξιολογική τοῦ Βαλερίου….
_________________________________________