Στό τέλος τῆς ἔρευνας ἤμουνα πολύ ἐξαντλημένος. Μ᾿ ἔστειλαν γιά λίγη ἀνασυγκρότηση στό νοσοκομεῖοο Βακαρέστι. Ἐκεῖ μέ νοσήλευαν δύο ρουμᾶνοι ἰατροί, πού τούς εὐχαριστῶ πολύ καί μέ βασάνισε ἕνας νεαρός ἑβραῖος ἰατρός, χωρίς νά ἔχει καμμιά νομική, ἰατρική ἤ ἠθική δικαιολογία γιά τήν θεραπεία πού μέ ὑπέβαλε.
Ὅταν μεταφέρθηκα στήν δίκη, στό Στρατοδικεῖο, βασταζόμουν ἀπό ἕνα δεσμοφύλακα. Στήν αἴθουσα ἦταν παρόντες καί οἱ οἰκογένειές μας. Πέρασα κοντά στήν μητέρα καί στόν πατέρα μου, πού μόλις τούς ἀνεγνώρισα. Τόσο πολύ εἶχαν ἀλλάξει καί γεράσει. Ὅταν μέ εἶδε, ἡ μαμά μου δέν κατάλαβε ποιός εἶμαι καί ἀναφώνησε:
– Κι αὐτός, ὁ καημένος, ἀπό ποῦ εἶναι;
Ἤμουν τόσο σακατεμένος, τόσο ἄσχημος καί ἐξαντλημένος, ὥστε οὔτε ἡ ἴδια η μητέρα μου δέν μέ ἀνεγνώρισε. Εἶναι γνωστή ἐκείνη ἡ μυστική αἴσθηση τῶν μητέρων γιά ν᾿ ἀποκαλύψουν τά παιδιά τους. Ἡ μητέρα μου, λοιπόν, δέν μέ ἀνἐγνώρισε. Τόσο παραμορφωμένος ἤμουν!
Τό δικαστήριο ἀποτελοῦνταν ἀπό ἀξιωματικούς, δικαστές, ἕνα εἰσαγγελέα-ἀξιωματικό καί τούς δικηγόρους, οἱ ὁποῖοι μεταμφιέστηκαν σέ κατηγόρους. Οἱ μάρτυρες τῆς καταγγελίας ἦταν οἱ γονεῖς καί οἱ γυναῖκες τῶν κατηγορουμένων. Οἱ κομμουνιστές κυβερνοῦσαν ὅλη τήν δίκη. Ὅλο τό ἀκροατήριο ἦταν ἐκφοβισμένο. Ἐγώ ὑπεράσπιζα ὅλους τούς κατηγορούμενους. Ὅταν πῆρα τόν λόγο τήν τελευταία φορά εἶπα:
-Κανένας ἀπό τούς κατηγορουμένους δέν εἶναι ἔνοχος! Ἀφῆστε τούς ἀνθρώπους νά πᾶνε στίς οἰκογένειές τους!
Οἱ ποινές ἦταν μεγάλες, φυλάκιση γιά ὅλη τήν ζωή τους ἤ γιά 15 χρόνια. Μόνο ἕνας πού παραδέχτηκε ὅτι νά εἶναι προδότης καί κατήγορος ἐπῆρε κάτω ἀπό 15 χρόνια. Ἀπ᾿ αὐτό τό ἴδιο σχέδιο ἔχουν σκηνοθετηθεῖ ἑκατοντάδες δίκες μυρίων καταδίκων, πολλοί ἀπό τούς ὁποίους ἔφτασαν στόν θάνατο.
Αὐτοί οἱ τελευταῖοι ἁλυσοδέθηκαν κατά τήν ἀναμονή τῆς ἐκτέλεσης γιά ἕνα χρόνο σχεδόν, καθημερινά τρομοκρατούμενοι, ἐμπαιγμένοι καί χλευασμένοι. Τελικά, ὁ ἀνθρωπισμός τους φανερώθηκε καί τούς ἔδωσε τό δικαίωμα νά ζοῦν ὅλη τήν ζωή τους σέ προγράμματα ἀναγκαστικῆς ἐργασίας.
Οἱ φυλακές ἦταν γεμάτες. Οἱ ἄνθρωποι ἦταν τραυματισμένοι. Καμμιά ἐλπίδα δέν ἐμφανιζόταν στόν ὁρίζοντα. Ζητούσαμε μέ περισσότερη ἐπιμονή τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιά ἐμᾶς καί γιά τόν κόσμο. Εἶχε ἀρχίσει ὁ διωγμός πού ἐφαρμόσθηκε ἀπό τόν Βαλέριο στό κρεβάτι του πόνου του, ὅταν περνοῦσε ἀπό τόν θάνατο στήν ζωή διά Ἰησοῦ Χριστοῦ.