Σάββας ο Ηγιασμένος
Σάββας ο Ηγιασμένος | |
---|---|
Ηγούμενος | |
Γέννηση | Ιανουάριος 439 Μουταλάσκη, Καππαδοκία |
Κοίμηση | 5 Δεκεμβρίου 532 Ιερουσαλήμ, Παλαιστίνη |
Εορτασμός | 5 Δεκεμβρίου |
Ο Σάββας ο Ηγιασμένος (Ιανουάριος 439 – 5 Δεκεμβρίου 532) ήταν Καππαδόκης μοναχός, ιερέας και ασκητής ο οποίος έζησε κυρίως στην Παλαιστίνη.
Βίος
Ο Σάββας ο Ηγιασμένος γεννήθηκε το 439 στην Μουταλάσκη της Καππαδοκίας, σήμερα προάστιο της Καισάρειας, και δεκαοκτώ ετών πήγε στην Ιερουσαλήμ. Εκεί ο Ευθύμιος ο Μεγάλος θα τον οδηγήσει στο κοινόβιο του Θεόκτιστου. Το 473 κι αφού πεθάνει ο Ευθύμιος ακολούθησε τον ερημιτισμό. Στη συνέχεια και καθώς υποχρεώθηκε να γίνει κληρικός από τον Σαλλούστιο Ιεροσολύμων ανέλαβε και τη διοίκηση των κοινοβίων και λαυρών. Θα ιδρύσει διάφορα κοινόβια και λαύρες : με πιο γνωστά το κοινόβιο της Μεγάλης Λαύρας (ή Mar Saba) το 483 δέκα χιλιόμετρα ανατολικά της Βηθλεέμ, και το του Σπηλαίου. Συνολικά θα ιδρύσει τέσσερις λαύρες, έξι μοναστήρια, και τέσσερα άσυλα.[1]
Η Μεγάλη Λαύρα Σάββα του Ηγιασμένου της Δυτικής Όχθης, Παλαιστίνη
Ο Σάββας θα εμπλακεί και στις θεολογικές διαμάχες της εποχής του ενεργά και θα υποστηρίξει τις αποφάσεις της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου κατά των Μονοφυσιτών και κατά των Ωριγενιστών. Μάλιστα θα μεταβεί και δύο φορές στην Βυζαντινή πρωτεύουσα με σκοπό να υποστηρίξει Εκκλησιαστικά ζητήματα: η πρώτη φορά ήταν το 501 και συνάντησε τον αυτοκράτορα Αναστάσιο και τη δεύτερη, το 531 τον Ιουστινιανό. Η δεύτερη αυτή επίσκεψή του συνδεόταν με τις καταστροφές που οι Σαμαρείτες είχαν επιφέρει σε χριστιανικούς ναούς μετά από εξέγερσή τους που εκδηλώθηκε στα 529 επειδή αντιδρούσαν στον βίαιο εκχριστιανισμό τους:[2] Όταν έφτασε στην Κωνσταντινούπολη του απηύθυνε αίτημα για να ενισχύσει οικονομικά την ανοικοδόμηση και αποκατάσταση των κατεστραμμένων από την Σαμαρειτική εξέγερση ναών, να βοηθήσει τους χειμαζόμενους χριστιανικούς πληθυσμούς , να ιδρύσει νοσοκομείο στην Ιερουσαλήμ και να χτίσει κάστρο στην έρημο όπου θα προσέφευγαν για να προστατευτούν οι μοναχοί από τις ληστρικές επιθέσεις των Σαρακηνών. [3]
Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Φώτης Παπανικολάου, ο άγιος Σάββας διέθετε κύρος, πνευματική ακτινοβολία, ασκητικά κατορθώματα, ήταν άνθρωπος εμπιστοσύνης, ο αυτοκράτορας με τη σύζυγό του επιζητούσαν την ευλογία και τις προρρήσεις του, όλα αυτά συνέτειναν στο να είναι «ο καταλληλότερος για να μεσολαβήσει στον αυτοκράτορα για τη λύση των προβλημάτων των κατοίκων της Παλαιστίνης και ο μόνος που θα μπορούσε να τον καθοδηγήσει στην άσκηση της κοινωνικής του πολιτικής.»[4][5] Μόλις επέστρεψε ο Σάββας από την τελευταία του επίσκεψη πέθανε σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών στις 5 Δεκεμβρίου του 532. Την ίδια ημέρα εορτάζεται και η μνήμη του.